Αναλύσεις – Εκθέσεις

Bruegel: Μόνο με αλλαγή νοοτροπίας η Ευρώπη θα αποτρέψει τη διολίσθηση σε ύφεση

Bruegel: Μόνο με αλλαγή νοοτροπίας η Ευρώπη θα αποτρέψει τη διολίσθηση σε ύφεση
Υφεση! Αυτή είναι η νέα ανησυχία στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ
Μια απλή ματιά στις αναζητήσεις στο Google δείχνει ότι η λέξη που χτύπησε κόκκινο τις τελευταίες εβδομάδες σε αναζητήσεις σε Γερμανία, Γαλλία και ΗΠΑ είναι η λέξη «ύφεση». Στην Ιταλία, βέβαια η αναζήτηση και η ανησυχία έχουν οξυνθεί ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου. 
Κι αν η ύπαρξη μιας ύφεσης είναι δύσκολο να μετρηθεί σε πραγματικό χρόνο, όπως αναφέρει το think tank Bruegel, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχουν σημαντικοί κίνδυνοι, όπως ο εμπορικός πόλεμος και ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
Τονίζει δε, πως για τους Ευρωπαίους υπουργούς Οικονομικών, η κατάσταση αποτελεί μια νέα πρόκληση.
Image

Όταν σημειώθηκαν σημαντικές οικονομικές δυσχέρειες στο παρελθόν, οι υπουργοί Οικονομικών γνώριζαν ότι η Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) θα ήταν η πρώτη γραμμή άμυνας.
Αλλά με τα μηδενικά επιτόκια, τα περιθώρια μείωσης είναι εξαιρετικά περιορισμένα για την ΕΚΤ.
Παρόλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα μπορεί ακόμα να ωθήσει το επιτόκιο στα πλεονασματικά αποθεματικά σε πιο αρνητικά ποσοστά και να ξεκινήσει εκ νέου κάποιο είδος προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων.
Η όλη δράση της ΕΚΤ μπορεί να είναι κάπως χρήσιμη, αλλά η πραγματικότητα είναι ότι η ικανότητα των κεντρικών τραπεζών να ελέγχουν τον πληθωρισμό και να διαχειρίζονται τον επιχειρηματικό κύκλο μπορεί να είναι εξαιρετικά περιορισμένη σε αυτό το στάδιο.
Ο πρώην αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Vitor Constancio, παραδέχθηκε πρόσφατα ότι είναι «θεωρητικός μύθος ότι - υπό οποιεσδήποτε συνθήκες - η νομισματική πολιτική από μόνη της μπορεί να ελέγξει τον πληθωρισμό κατά βούληση».
Στο ίδιο μήκος, ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και  καθηγητής οικονομικών στο Harvard, Larry Summers, υποστηρίζει ότι οι διαρθρωτικές και δημοσιονομικές πολιτικές αποτελούν σήμερα τα βασικά εργαλεία πολιτικής.
Αυτό πετάει το μπαλάκι κατευθείαν στο στρατόπεδο των ευρωπαίων υπουργών Οικονομικών.
Για να επιτύχει, όμως, είναι απαραίτητη μια θεμελιώδης αλλαγή στο μυαλό των υπουργών Οικονομικών:
Δεν αρκεί να στηριχθούμε σε αυτόματους σταθεροποιητές, όπως μόλις προέτρεψε ο Πρόεδρος της Bundesbank Jens Weidman.
Το πρόβλημα είναι ότι οι αυτόματοι σταθεροποιητές ενεργοποιούνται αργά, όταν οι εργαζόμενοι έχουν ήδη χάσει τη δουλειά τους.
Ο αυτόματος σταθεροποιητής μπορεί μόνο να επιβραδύνει την ύφεση, δεν επαρκεί για να την αποτρέψει.
Είναι καιρός οι Ευρωπαίοι υπουργοί οικονομικών να περάσουν από την αντίδραση, στην προληπτική ασφάλιση κατά της ύφεσης.
Θα πρέπει να προετοιμάσουν συγκεκριμένα προγράμματα δαπανών και φορολογικές περικοπές που θα μπορούσαν να ενεργοποιηθούν γρήγορα σε περίπτωση που υπάρχουν βάσιμοι φόβοι ύφεσης.
Τα ενδεχόμενα σχέδια δαπανών για μια τέτοια αντιμετώπιση θα πρέπει να τεθούν στον προοϋπολογισμό του 2020 ήδη τώρα.
Δεδομένων των κινδύνων για τις προοπτικές και τα αρνητικά πραγματικά επιτόκια, πρέπει να ληφθούν ορισμένα μέτρα για την άμβλυνση της χρόνιας υποαπασχόλησης.
Στην πραγματικότητα, οι πρόσφατες εκτιμήσεις σχετικά με τα ομόλογα χαμηλών αποδόσεων, δείχνουν ότι η Ευρώπη έχει αδυναμία στις επενδύσεις και υπερβολικές αποταμιεύσεις. Στην ιδανική περίπτωση, τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να επικεντρωθούν στα μακροχρόνια κενά που παρουσιάζουν οι επενδύσεις. Δύο συγκεκριμένα μέτρα έρχονται στο μυαλό:

Πρώτον, θα ήταν σκόπιμο για τη Γερμανία να αποφασίσει μια πλήρη αποζημίωση απόσβεσης για εταιρικές επενδύσεις στη Γερμανία για περίοδο π.χ. 5 ετών.

Αυτό θα αποτελούσε άμεσο κίνητρο για νέες εταιρικές επενδύσεις.
Θα αντιμετωπίσει επίσης μια μακροχρόνια αδυναμία της γερμανικής οικονομίας: το χαμηλό ποσοστό των εταιρικών επενδύσεων.
Σε αντίθεση με την περικοπή φόρου των εταιρειών, αυτή το κίνητρο επενδύσεων θα επέφερε καλύτερη εκμετάλλευση του κεφαλαίου και θα βοηθούσε και στην άνοδο των μισθών.

Δεύτερον, απαιτείται ένα σημαντικό σχέδιο δημόσιων επενδύσεων για την εξομάλυνση της ευρωπαϊκής οικονομίας, εάν η Ευρώπη θέλει να επιτύχει τον στόχο της για την κλιματική ουδετερότητα.

Η χρηματοδότηση μιας βιώσιμης ευρωπαϊκής οικονομίας θα απαιτούσε αντίστοιχες πολύ σημαντικές επενδύσεις, εξ ου και το όνομα «πράσινη νέα συμφωνία».
Στην πραγματικότητα, αν τα μέτρα βασίζονται μόνο στην άνοδο των τιμών του άνθρακα η άνοδος αυτή δεν θα γίνει αποδεκτή.
Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις πρέπει να βλέπουν αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις στους υφιστάμενους τρόπους ζωής και στις επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Μόνο μεγάλες δημόσιες επενδύσεις θα μπορούσαν να καλύψουν αυτό το κενό.
Θα δώσει επίσης ώθηση στην Ευρώπη και θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί κυριολεκτικά με μηδενικό ή και αρνητικό κόστος ακόμη και σε έναν κόσμο μηδενικού ενδιαφέροντος.

Το ερώτημα που θα τεθεί στην προκειμένη περίπτωση είναι πώς θα χρηματοδοτηθούν αυτές οι επενδύσεις στην Ευρώπη.
Η στήριξη μόνο των εθνικών προϋπολογισμών πολύ πιθανόν να αποδειχθούν ανεπαρκής.
Όχι μόνο οι προϋπολογισμοί ορισμένων χωρών υπόκεινται σε σοβαρούς περιορισμούς, αλλά και πολλές χώρες θα τείνουν να βασιστούν στις ευρωπαϊκές χώρες-εταίρους τους για την ανάπτυξη των βαρέων έργων υποδομής.
Είναι σαφές ότι η αλλαγή του κλίματος αξίζει μια ευρωπαϊκή απάντηση με ευρωπαϊκή χρηματοδότηση.
Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων θα είναι το σωστό θεσμικό όργανο σε ευρωπαϊκό επίπεδο να εκδίδει σε μεγάλη κλίμακα κρατικά ομόλογα για τη χρηματοδότηση των αναγκαίων επενδύσεων σε όλη την Ευρώπη σε πράσινες υποδομές.
Πολλοί στην Ευρώπη και τη Γερμανία, όπως για παράδειγμα οι γερμανικές τράπεζες αποταμιεύσεων, διαμαρτύρονται για τα χαμηλά επιτόκια.
Αλλά αυτά τα ποσοστά είναι φυσικά χαμηλά, επειδή τόσο λίγα έχουν επενδυθεί και τόσο πολύ σώζονται.
Η ΕΚΤ δεν μπορεί να λύσει αυτό το πρόβλημα.
Οι υπουργοί οικονομικών της Ευρώπης μπορούν.
Είναι ώρα να αλλάξουμε τρόπο σκέψης από πολιτική αντίδρασης στα γεγονότα σε προληπτική  πολιτική.
Είναι ώρα να παρέχουμε φορολογική ασφάλιση κατά των περιόδων ύφεσης και να χρηματοδοτήσουμε πράσινες επενδύσεις με μηδενικό κόστος.

www.bankingnews.gr

 

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης