Τελευταία Νέα
Διεθνή

Μετά από 7 χρόνια κοινής πορείας ΕΚΤ και FED αλλάζουν ριζικά στρατηγικές στα επιτόκια - Τι σημαίνει αυτό για τις αγορές;

tags :
Μετά από 7 χρόνια κοινής πορείας ΕΚΤ και FED αλλάζουν ριζικά στρατηγικές στα επιτόκια - Τι σημαίνει αυτό για τις αγορές;
Ισχυροί κλυδωνισμοί αναμένονται στις αναδυόμενες αγορές
Μετά από σχεδόν επτά χρόνια «ταύτισης» των νομισματικών πολιτικών των μεγάλων κεντρικών τραπεζών του κόσμου, ο Δεκέμβριος του 2015 αναμένεται να αποτελέσει το χρονικό σημείο της μεγάλης αλλαγής.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσει σε περαιτέρω χαλάρωση της πολιτικής της, ενώ από την άλλη, η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ, η Federal Reserve, αναμένεται να προχωρήσει σε σύσφιγξη της πολιτικής της.
Η ΕΚΤ εκτιμάται ότι θα αποφασίσει είτε μια μείωση του καταθετικού επιτοκίου της, από -0,20% που είναι τώρα, είτε μια αύξηση του μηνιαίου ποσού αγοράς τίτλων, είτε μια παράταση του προγράμματος αγοράς τίτλων (QE).
Υπενθυμίζεται εδώ ότι το πρόγραμμα αγοράς περιουσιακών στοιχείων που θα διαρκέσει έως το Σεπτέμβριο του 2016 εξακολουθεί να προχωρεί ομαλά, και μπορεί να επεκταθεί εάν αυτό απαιτηθεί πέραν του 2016 ή να αυξηθούν οι μηνιαίες αγορές, οι οποίες σήμερα φτάνουν τα 60 δισ. ευρώ.
Από την άλλη, η Fed εκτιμάται ότι θα προχωρήσει σε αύξηση του βασικού επιτοκίου αναφοράς, το οποίο παραμένει επί επτά συναπτά έτη «κολλημένο» μεταξύ 0 και 0,25%.
Εάν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις, οι εξελίξεις θα σηματοδοτήσουν μια νέα εποχή, καθώς δύο από τις μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου θα τείνουν προς διαφορετικές κατευθύνσεις.
Οι επιπτώσεις θα είναι μείζονες για νομίσματα, μετοχές και ομόλογα σε όλο τον κόσμο.

ΕΚΤ

Σύμφωνα με τους αναλυτές η ΕΚΤ πρέπει να αναλάβει περαιτέρω δράση, καθώς εντείνονται οι αποκλίσεις μεταξύ των κρατών - μελών του οργανισμού, τόσο σε όρους ανάπτυξης όσο και νομισματικής πολιτικής.
Μεταξύ των εργαλείων που εξετάζει η ΕΚΤ είναι η μείωση του καταθετικού επιτοκίου, το οποίο βρίσκεται τώρα στο -0,20%.
Στόχος του αρνητικού επιτοκίου είναι να αποτραπεί η κατάθεση κεφαλαίων από τις εμπορικές τράπεζες, ούτως ώστε να ενθαρρυνθεί η πιστωτική επέκταση και να στηριχθεί η οικονομική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με τις τελευταίες διαρροές, η ΕΚΤ συζητά το ενδεχόμενο να εισάγει αρνητικό επιτόκιο «δύο ταχυτήτων» για τις τράπεζες (two - tiered) εισάγοντας επι της ουσίας διαφοροποιήσεις στην καταθετική πολιτική.
Σημειώνεται ότι ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Draghi έχει ήδη δώσει το σήμα στις αγορές ότι έρχονται νέα μέτρα, υποστηρίζοντας ότι τόσο η οικονομία, όσο και ο πληθωρισμός δέχονται νέες καθοδικές πιέσεις.
Επίσης, οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι ο πληθωρισμός της Ευρωζώνης θα διαμορφωθεί στο 0,6% το 2015 και στο 1% το 2016, ήτοι πολύ μακριά από το στόχο του 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ.
Βέβαια, οι δυσκολίες μιας επιπλέον απόφασης από την ΕΚΤ είναι τεράστιες, καθώς θα πρέπει να αντιμετωπίζει τους διαφορετικούς ρυθμούς των εθνικών οικονομιών.
Επίσης, σε περίπτωση που η Fed τροφοδοτήσει την άνοδο του δολαρίου, με ενδεχόμενη αύξηση του επιτοκίου της, θα πλήξει και τις δυναμικές του ευρωπαϊκού πληθωρισμού, οι οποίες έχουν, ούτως ή άλλως, εξασθενίσει, κυρίως λόγω των χαμηλότερων τιμών πετρελαίου και των καθυστερημένων επιδράσεων της ισχυρότερης ισοτιμίας του ευρώ που είδαμε νωρίτερα στο έτος.
Γνωρίζουμε άλλωστε ότι τα εμπορεύματα επηρεάζονται αντιστρόφως ανάλογα με την πορεία του δολαρίου (στο οποίο είναι εκφρασμένα), εξέλιξη που θα ασκήσει νέες πιέσεις στις τιμές -όπως από τις τιμές παραγωγού- οι οποίες παραμένουν πολύ υποτονικές.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, το εάν ένα επιπλέον πρόγραμμα θα ενισχύσει την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό είναι υπό αμφισβήτηση.
Παραδοσιακά τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης αυξάνουν τις τιμές των ακινήτων, αποδυναμώνουν τη συναλλαγματική ισοτιμία και δίνουν ώθηση στην οικονομία.
Τουλάχιστον θεωρητικά…
Μέχρι στιγμής ωστόσο δεν έχουμε δει κάτι τέτοιο στην Ευρώπη.
Το ευρώ βρίσκεται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από εκείνα που είχαν προβλέψει οι αναλυτές, ενώ η οικονομία εξακολουθεί να επιβραδύνεται και οι βασικοί δείκτες της περιοχής πασχίζουν να παραμείνουν σε θετικό έδαφος.

Federal Reserve

Η πρόεδρος της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, Janet Yellen,  στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου είχε αναφερθεί στις χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα εξελίξεις, όταν επέλεξε να μην προβεί σε αύξηση επιτοκίων.
Έκτοτε, όμως, αρκετοί αξιωματούχοι της Fed, έχουν δηλώσει πως παραμένει πιθανή μια αύξηση εντός του τρέχοντος έτους υπό την προϋπόθεση ότι οι διεθνείς εξελίξεις δεν θα θέσουν εν αμφιβόλω τις προβλέψεις περί υψηλότερου πληθωρισμού.
Όμως οι εκτιμήσεις συγκλίνουν στο ότι θα υπάρξει αύξηση του επιτοκίου, εξαιτίας της συνεχιζόμενης ήπιας ανάπτυξης της οικονομίας αλλά και της βελτίωσης της αμερικανικής αγοράς εργασίας, καθώς τα αιτήματα για επιδόματα ανεργίας έχουν υποχωρήσει τις τελευταίες τέσσερις εβδομάδες στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 και πλέον ετών.
Οι αγορές δίνουν πλέον πιθανότητες άνω του 60% στο σενάριο αύξησης επιτοκίων πριν το τέλος του έτους και οι αξιωματούχοι της Fed έχουν έξι εβδομάδες στη διάθεσή τους για να αναλύσουν τα στοιχεία και να αποφασίσουν εάν θα τραβήξουν τη... σκανδάλη στη συνεδρίαση της 15ης-16ης Δεκεμβρίου.

Η ΕΚΤ μπορεί να συμπεριλάβει το χρέος που έχουν εκδώσει δήμοι και περιφέρειες - Μπορεί να επεκταθεί έως το 2018

Αν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα συμπεριλάβει το χρέος που έχουν εκδώσει δήμοι και περιφέρειες στο πρόγραμμά της αγορών ομολόγων, θα μπορούσε να παρατείνει την ποσοτική χαλάρωση έως το δεύτερο εξάμηνο του 2018, δύο χρόνια μετά δηλαδή μετά το τέλος της ανακοινωθείσας καταληκτικής προθεσμίας του, αναφέρει δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters.
Ουσιαστικά, με την ενσωμάτωση στο πρόγραμμα ομολόγων που έχουν εκδώσει πόλεις και περιφέρειες, όπως το Παρίσι και η Βαυαρία, ανοίγει μία νέα μεγάλη αγορά για την ΕΚΤ, που θα τη βοηθήσει να αποφύγει τον κίνδυνο να μην υπάρχουν ομόλογα για να αγοράσει, με βάση τους κανόνες που θέτει για την αγορά τους.
Σύμφωνα με στοιχεία της Thomson Reuters IFR, βρίσκονται σε κυκλοφορία ομόλογα ευρωπαϊκών πόλεων και περιφερειών, ύψους σχεδόν 500 δισ. ευρώ, η μεγάλη πλειονότητα των οποίων είναι γερμανικά.

Επιπτώσεις στις αναδυόμενες αγορές

Οι συνέπειες, πάντως, σύμφωνα με τους αναλυτές, μιας πρώτης σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής από τη Fed μπορεί να έδινε τη χαριστική βολή σε υπερχρεωμένες τοπικές κυβερνήσεις και επιχειρήσεις της Κίνας, αλλά και να προκαλέσει αστάθεια στο σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας.
Το παγκοσμιοποιημένο οικονομικό πλαίσιο δεν επιτρέπει σε μια σημαντική κεντρική τράπεζα όπως η Fed να λαμβάνει υπόψη για τη λήψη αποφάσεων αποκλειστικά την εγχώρια οικονομία.
Άλλωστε, στο παρελθόν απλά και μόνο η ανακοίνωση της πρόθεσης της Fed να περιορίσει τις αγορές κρατικών ομολόγων αρκούσε για να προκαλέσει αναταράξεις στις χώρες με αναδυόμενες οικονομίες, καθώς αρκετοί επενδυτές άρχισαν να αποσύρουν τα χρήματά τους.
Τα νομίσματα υποτιμήθηκαν και υπήρξε ανησυχία στις χρηματαγορές αυτών των χωρών.
Σε περίπτωση λοιπόν που η Fed αποφασίσει να αλλάξει σταδιακά την εξαιρετικά χαλαρή νομισματική πολιτική της, θα υπάρξουν δύο βασικά προβλήματα για τις αναδυόμενες οικονομίες.
Πρώτον, τα δάνειά τους σε δολάρια θα γίνονταν ακριβότερα εξαιτίας της υποτίμησης των νομισμάτων τους, και, δεύτερο πρόβλημα είναι βεβαίως η πιθανότητα να ενταθεί σημαντικά η εκροή κεφαλαίων από αυτές τις χώρες, γεγονός που θα έθετε σε κίνδυνο τις εγχώριες επενδύσεις.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, μπορεί η Κίνα και η Ινδία να εμφανίζονται ελαφρώς πιο ισχυρές, αλλά υπάρχουν όμως άλλες χώρες που είναι εκτεθειμένες σε τέτοιου είδους σοκ.
Σε αυτές συγκαταλέγεται σε κάθε περίπτωση η Βραζιλία.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Λατινικής Αμερικής δεν έχει μόνο ένα μεγάλο δημοσιονομικό κενό που καλείται να καλύψει, αλλά καθίσταται ευπαθής και εξαιτίας του σημαντικού ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Συγκριτικά με τη Βραζιλία η Κίνα βρίσκεται σε εξαιρετικά προνομιακή θέση.
Ναι μεν ο ρυθμός ανάπτυξής της δεν είναι τόσο ραγδαίος, ωστόσο εξακολουθεί να είναι υψηλός.
Το εμπορικό της πλεόνασμα ανήλθε τον περασμένο Σεπτέμβριο στην ανώτατη τιμή του σε διάστημα ενός έτους.
Ως εκ τούτου, τα συναλλαγματικά αποθέματα δισεκατομμυρίων στην Κίνα εξακολουθούν να αυξάνονται.

Τέλος εποχής για το φθηνό χρήμα

Στο μεταξύ τόσο οι πολιτικοί όσο και οι παράγοντες των χρηματαγορών έχουν εξοικειωθεί πλήρως με τη λογική του φθηνού χρήματος, το οποίο λειτουργεί συχνά ως ανασταλτικός παράγοντας για πολιτικές μεταρρυθμίσεις ή «προκαλεί» τους επενδυτές να παραβλέπουν σε ορισμένες περιπτώσεις το επενδυτικό ρίσκο.
Ο κίνδυνος να δημιουργηθούν νέες, γιγάντιες χρηματοοικονομικές φούσκες αυξάνεται μέρα με τη μέρα.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης