Τελευταία Νέα
Οικονομία

Στουρνάρας: Τα προγράμματα προσαρμογής αντέστρεψαν τις δυσμενείς τάσεις και βελτίωσαν τις αναπτυξιακές δυνατότητες

Στουρνάρας: Τα προγράμματα προσαρμογής αντέστρεψαν τις δυσμενείς τάσεις και βελτίωσαν τις αναπτυξιακές δυνατότητες
«Το 2008-2009 ήταν φανερό ότι η διάρθρωση και η δομή της ελληνικής οικονομίας δεν επέτρεπαν την ταχεία αντίδραση που απαιτούσαν οι επερχόμενες προκλήσεις»
Τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν από το 2010 στη χώρα μας πέτυχαν, σε μεγάλο βαθμό, να αντιστρέψουν τις ιδιαίτερα δυσμενείς τάσεις που επικρατούσαν και να βελτιώσουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας, υποστήριξε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Μιλώντας στον Ελληνικό Σύνδεσμο Βιομηχανιών Επωνύμων Προϊόντων, ο κ. Στουρνάρας επισήμανε ότι το 2008-2009, στο κατώφλι της κρίσης, ήταν φανερό ότι η διάρθρωση και η δομή της ελληνικής οικονομίας δεν επέτρεπαν την ταχεία αντίδραση που απαιτούσαν οι επερχόμενες προκλήσεις.
Η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων είχε μειωθεί σημαντικά και βρέθηκε στα χαμηλότερα επίπεδα όχι μόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), αλλά και στις χώρες του ΟΟΣΑ.
Ειδικότερα, το μοναδιαίο κόστος εργασίας το 2009 ήταν αυξημένο κατά περίπου 30% σε σχέση με το 2002, επιδεινώνοντας δραματικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και ασκώντας αρνητικές επιδράσεις στις εξαγωγές.
Παράλληλα, η ελληνική οικονομία, μετά από 36 χρόνια ένταξης στην ΕΕ, δεν είχε ανοιχτεί επαρκώς στο διεθνή ανταγωνισμό.
Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών δεν υπερέβαιναν το 19% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με 35% στη ζώνη του ευρώ.
Κυριαρχούσε η πολύ μικρή επιχείρηση, με μέσο μέγεθος που δεν υπερέβαινε τα 5 άτομα, σε σύγκριση με τα 15 άτομα στην ΕΕ.
Τέλος, αγορές, που στις περισσότερες χώρες της ΕΕ και στο σύνολο των χωρών της ευρωζώνης είχαν προ πολλού απελευθερωθεί, παρέμεναν κλειστές».
Ο διοικητή της ΤτΕ απέδωσε τα παραπάνω σε αδυναμία στο σχεδιασμό των προγραμμάτων, λανθασμένες εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις τους, διστακτικότητα των κυβερνήσεων να οικειοποιηθούν και να εφαρμόσουν με συνέπεια τα προγράμματα αυτά και ένα συγκρουσιακό κοινωνικό και πολιτικό κλίμα που πολώθηκε από την απουσία συναίνεσης κυβέρνησης-αντιπολίτευσης, συναίνεση που επιτεύχθηκε σε όλες τις άλλες χώρες όπου εφαρμόστηκαν ανάλογα προγράμματα.
Όπως τονίζει, με την εμφάνιση της κρίσης, αυτές οι ίδιες υστερήσεις δεν επέτρεψαν στην οικονομία να αντιδράσει έγκαιρα και αποτελεσματικά, ώστε να περιορισθούν οι συσταλτικές επιπτώσεις των προγραμμάτων.
Ωστόσο, συνέχισε ο κ. Στοιυρνάρας, παρά τα προβλήματα και τις οπισθοδρομήσεις, παρά το υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος της κρίσης, τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν από το 2010 και έπειτα, πέτυχαν, σε μεγάλο βαθμό, να αντιστρέψουν τις ιδιαίτερα δυσμενείς τάσεις που επικρατούσαν και να βελτιώσουν τις αναπτυξιακές δυνατότητες της οικονομίας.
«Ειδικότερα επιτεύχθηκαν:

• Ταχύτατη και πρωτοφανής δημοσιονομική προσαρμογή.
Την περίοδο 2013-2015 το πρωτογενές έλλειμμα εξαλείφτηκε και καταγράφηκαν μικρά πρωτογενή πλεονάσματα της γενικής κυβέρνησης, για πρώτη φορά από το 2001.
Για το 2016, η σημαντική υπερκάλυψη του δημοσιονομικού στόχου εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ περίπου.

• Ανάκτηση των μεγάλων απωλειών της ανταγωνιστικότητας, ιδιαίτερα ως προς το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος αλλά και - σε μικρότερο βαθμό - ως προς τις σχετικές τιμές.

• Εξάλειψη του ελλείμματος του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών, που το 2008 είχε ξεπεράσει το 15% του ΑΕΠ.

• Αύξηση του ποσοστού των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών στο ΑΕΠ από 19% το 2008 σε 32% σήμερα, ενώ το ποσοστό των εξαγωγών αγαθών στο ΑΕΠ διπλασιάστηκε στο ίδιο διάστημα (από 8,5% το 2009 σε 16,5% σήμερα).

• Ανακεφαλαιοποίηση και εξυγίανση του τραπεζικού τομέα.

• Μεταρρυθμίσεις κυρίως στην αγορά εργασίας, αλλά και στην αγορά αγαθών και υπηρεσιών καθώς και στη δημόσια διοίκηση.

Ως αποτέλεσμα όλων αυτών των αλλαγών, η εξισορρόπηση της οικονομίας και η διαφαινόμενη αναδιάρθρωση στην κατεύθυνση ενός νέου, εξωστρεφούς αναπτυξιακού προτύπου ήδη συντελείται».
Συνεχίζοντας, με αφορμή και το θέμα της εκδήλωσης «Προς ένα νέο βιώσιμο αναπτυξιακό πρότυπο με ονομασία προέλευσης», ο κ. Στουρνάρας παραλέχθηκε ότι παρά την ανάκτηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, οι εξαγωγές υπολείπονται του επιπέδου που θα αναμενόταν, με βάση τις ιστορικές συσχετίσεις μεταξύ των δύο αυτών μεγεθών.
Αυτό μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην έλλειψη ικανής χρηματοδότησης και το υψηλότερο κόστος δανεισμού, την αυξημένη αβεβαιότητα, καθώς και την υψηλότερη φορολογική επιβάρυνση, η οποία επιβραδύνει ή και ανακόπτει την πρόοδο προς την αποκατάσταση της συνολικής ανταγωνιστικότητας.
Επιπλέον, η υστέρηση των εξαγωγών οφείλεται εν μέρει και σε εγγενείς διαρθρωτικές αδυναμίες, που εμποδίζουν τη διείσδυση των ελληνικών προϊόντων στις διεθνείς αγορές και αφορούν άλλες πτυχές εκτός του κόστους, όπως η ποιότητα των προϊόντων, η προστατευόμενη ονομασία προέλευσης και η καθιέρωση επωνυμίας (branding), η γραφειοκρατία κ.λπ.
Όπως εξήγησε, δίνοντας brand name σε κάποιο προϊόν επιτυγχάνουμε δύο πράγματα: πρώτον, αυξάνουμε την ελκυστικότητά του προς τους καταναλωτές και, δεύτερον, προσθέτουμε αξία.
Η Ελλάδα κατατάσσεται σήμερα στην πέμπτη θέση της ΕΕ μετά την Ιταλία, τη Γαλλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία ως προς τον αριθμό των προϊόντων που έχουν κατοχυρωθεί στην ευρωπαϊκή λίστα των προϊόντων Προστατευόμενης Ονομασίας Προέλευσης ή Προστατευόμενης Γεωγραφικής Περιοχής, σημείωσε.
«Η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων θα πρέπει να στοχεύει σαφώς στην απελευθέρωση των αγορών αγαθών και υπηρεσιών, στην εξάλειψη των περιττών και στρεβλωτικών κανονισμών και στην ενίσχυση της ανεξαρτησίας των ρυθμιστικών φορέων.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές είναι ζωτικής σημασίας για τη βραχυπρόθεσμη και μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη και είναι κομβικής σημασίας για την αναδιάρθρωση της οικονομίας προς ένα εξωστρεφές πρότυπο διατηρήσιμης ανάπτυξης.
Η παρούσα συγκυρία, όπου τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας αρχίζουν και διαφαίνονται, αποτελεί και το βασικό στοιχείο διαφοροποίησης σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο, όπου η αστάθεια του οικονομικού περιβάλλοντος και η συρρίκνωση της εγχώριας ζήτησης δεν επέτρεψαν στις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν να αποτυπώσουν τα πραγματικά τους οφέλη στον καταναλωτή, στις επιχειρήσεις και στις αγορές.
Αυτό αποτελεί μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.
Κλείνοντας, με βάση τα παραπάνω, μπορεί βάσιμα να υποστηριχθεί ότι η ελληνική οικονομία έχει σήμερα τις δυνατότητες να περάσει, σχετικά σύντομα, σε μια νέα αναπτυξιακή τροχιά, βασιζόμενη σε ένα νέο, αναπτυξιακό πρότυπο με έμφαση στην υγιή επιχειρηματικότητα, τις επενδύσεις και την εξωστρέφεια.
Οι ενδείξεις στις οποίες αναφέρθηκα είναι πράγματι ενθαρρυντικές.
Σε καμία περίπτωση όμως δεν δικαιολογούν επανάπαυση και χαλάρωση των προσπαθειών.
Αντίθετα, χρειάζεται τώρα μεγαλύτερη επιμονή και συνέπεια.
Η οριστική έξοδος από την κρίση προϋποθέτει συνέχιση και επιτάχυνση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας για τη συνολική αναδιάρθρωση της οικονομίας και την αλλαγή του αναπτυξιακού προτύπου.
Στην προσπάθεια αυτή, πιστεύω ότι ο ρόλος της βιομηχανίας τροφίμων θα είναι καθοριστικός», κατέληξε ο διοικητής της ΤτΕ και πρώην υπουργός Οικονομικών.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης