Οι τάσεις και τα εθνικά συμφέροντα αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου
Σε μία περίοδο που τα κράτη προσπαθούν να θωρακιστούν απέναντι στις διεθνείς κρίσεις και προκλήσεις, η Kamala Harris υπόσχεται χαλαρή μεταναστευτική, εμπορική πολιτική και υπερφορολόγηση, σχολιάζει σε σημειώμά του ο αναλυτής της Rabobank, Michael Every, ενόψει των κρίσιμων προεδρικών εκλογών της 5ης Νοεμβρίου 2024 στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η νυν αντιπρόεδρος και υποψήφια πρόεδρος προτείνει αμνηστία για όσους έφτασαν στις ΗΠΑ παράνομα, κάτι που θα έδινε κίνητρο για περισσότερες αφίξεις. Σε αντίθετο κλίμα, ο πρώην πρόεδρος και νυν υποψήφιος Trump προτείνει να απελαθούν όλοι οι παράνομοι μετανάστες και να εφαρμοστεί μια σκληρή στάση στα σύνορα της χώρας.
«Από τη μία πλευρά, θα είχαμε το μεγαλύτερο, ανεπίσημο εργατικό δυναμικό των ΗΠΑ και τις συνέπειες μιας παρόμοιας τάσης μπροστά μας. Από την άλλη, θα είχαμε πιθανή πτώση του εργατικού δυναμικού. Οι οικονομολόγοι της αγοράς και η Fed άρχισαν πολύ καθυστερημένα να συνειδητοποιούν ότι η μετανάστευση χωρίς έγγραφα μπορεί να επηρεάζει τα μακροοικονομικά δεδομένα. Υπάρχει ελάχιστη συζήτηση για τις διαφορετικές προσεγγίσεις της μετεκλογικής συνοριακής πολιτικής σχετικά με την αύξηση των μισθών, τον πληθωρισμό, τη στέγαση, τους προϋπολογισμούς και την παραγωγικότητα», σχολιάζει ο αναλυτής της Rabobank.
Παράλληλα, υπάρχει ένα διευρυνόμενο χάσμα πολιτικής μεταξύ Harris και Trump όσον αφορά τη φορολογία. Η Δημοκρατική υποψήφια υποστηρίζει το σχέδιο του Joe Biden για φόρο κερδών 44,6% και φόρο 25% -στα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη κεφαλαίου- για όσους έχουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 100 εκατ. δολαρίων. Αυτό θεωρητικά θα περιόριζε το δημοσιονομικό έλλειμμα και θα δρούσε ενάντια στην επικίνδυνη ανισότητα, ομως πρακτικά μπορεί να προκαλέσει μια μαζική πώληση περιουσιακών στοιχείων στις ΗΠΑ και μετακίνηση κεφαλαίων και πλουσίων εκτός συνόρων. Εν τω μεταξύ, σε αντίθετο κλίμα, ο D. Trump προτείνει χαμηλότερους φόρους.
Υπάρχει επίσης ένα χάσμα στις πολιτικές για το εμπόριο, με τον Ρεπουμολικάνο να τάσσεται υπέρ της αύξησης των δασμών. Επί αυτού, ο Michael Every επισημαίνει ότι οι σύγχρονες θεωρίες των οικονομολόγων για το αποτέλεσμα των δασμών στην εγχώρια οικονομία, ποικίλουν, αν και διαχρονικά η πλειοψηφία δεν υποστήριζε τους δασμούς. Παρόλα αυτά, υπάρχει μία σύγκλιση στο συμπέρασμα ότι οι φθηνές εισαγωγές βάζουν σε κίνδυνο τις εγχώριες βιομηχανίες και, συνεπώς, τις θέσεις εργασίας και ολόκληρη την οικονομία.
Σε γενικές γραμμές, σημειώνει ορθά ο αναλυτής, οι τάσεις και τα εθνικά συμφέροντα αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου και, πλέον, είναι πιο λογικό μία χώρα να στρέφεται στον προστατευτισμό σε σύγκριση με δύο δεκαετίες πριν, όταν η παγκοσμιοποίηση επικρατούσε. Ενδεικτικά, στην Ασία, ακόμη και στη φιλική προς την Κίνα, Ταϊλάνδη, η κυβέρνηση μπορεί να επιβάλει δασμούς καθώς ανησυχεί για την κατάρρευση της τοπικής βιομηχανίας λόγω των κινεζικών εισαγωγών, ενώνοντας τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τον Καναδά, το Μεξικό, τη Βραζιλία, την Ινδία και την Ινδονησία. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ και η ΕΕ πρόκειται να επιβάλουν υψηλούς δασμούς σε ηλιακούς συλλέκτες που κατασκευάζονται στη Μαλαισία, την Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ και την Καμπότζη από κινεζικές εταιρείες που παρακάμπτουν τους υφιστάμενους δασμούς 25% στην κινεζική παραγωγή, οι οποίοι ενδέχεται να αυξηθούν στο 50%.
«Το μοτίβο είναι σαφές!», υπογραμμίζει στη σημείωμά του ο Michael Every.
www.bankingnews.gr
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η νυν αντιπρόεδρος και υποψήφια πρόεδρος προτείνει αμνηστία για όσους έφτασαν στις ΗΠΑ παράνομα, κάτι που θα έδινε κίνητρο για περισσότερες αφίξεις. Σε αντίθετο κλίμα, ο πρώην πρόεδρος και νυν υποψήφιος Trump προτείνει να απελαθούν όλοι οι παράνομοι μετανάστες και να εφαρμοστεί μια σκληρή στάση στα σύνορα της χώρας.
«Από τη μία πλευρά, θα είχαμε το μεγαλύτερο, ανεπίσημο εργατικό δυναμικό των ΗΠΑ και τις συνέπειες μιας παρόμοιας τάσης μπροστά μας. Από την άλλη, θα είχαμε πιθανή πτώση του εργατικού δυναμικού. Οι οικονομολόγοι της αγοράς και η Fed άρχισαν πολύ καθυστερημένα να συνειδητοποιούν ότι η μετανάστευση χωρίς έγγραφα μπορεί να επηρεάζει τα μακροοικονομικά δεδομένα. Υπάρχει ελάχιστη συζήτηση για τις διαφορετικές προσεγγίσεις της μετεκλογικής συνοριακής πολιτικής σχετικά με την αύξηση των μισθών, τον πληθωρισμό, τη στέγαση, τους προϋπολογισμούς και την παραγωγικότητα», σχολιάζει ο αναλυτής της Rabobank.
Παράλληλα, υπάρχει ένα διευρυνόμενο χάσμα πολιτικής μεταξύ Harris και Trump όσον αφορά τη φορολογία. Η Δημοκρατική υποψήφια υποστηρίζει το σχέδιο του Joe Biden για φόρο κερδών 44,6% και φόρο 25% -στα μη πραγματοποιηθέντα κέρδη κεφαλαίου- για όσους έχουν περιουσιακά στοιχεία άνω των 100 εκατ. δολαρίων. Αυτό θεωρητικά θα περιόριζε το δημοσιονομικό έλλειμμα και θα δρούσε ενάντια στην επικίνδυνη ανισότητα, ομως πρακτικά μπορεί να προκαλέσει μια μαζική πώληση περιουσιακών στοιχείων στις ΗΠΑ και μετακίνηση κεφαλαίων και πλουσίων εκτός συνόρων. Εν τω μεταξύ, σε αντίθετο κλίμα, ο D. Trump προτείνει χαμηλότερους φόρους.
Υπάρχει επίσης ένα χάσμα στις πολιτικές για το εμπόριο, με τον Ρεπουμολικάνο να τάσσεται υπέρ της αύξησης των δασμών. Επί αυτού, ο Michael Every επισημαίνει ότι οι σύγχρονες θεωρίες των οικονομολόγων για το αποτέλεσμα των δασμών στην εγχώρια οικονομία, ποικίλουν, αν και διαχρονικά η πλειοψηφία δεν υποστήριζε τους δασμούς. Παρόλα αυτά, υπάρχει μία σύγκλιση στο συμπέρασμα ότι οι φθηνές εισαγωγές βάζουν σε κίνδυνο τις εγχώριες βιομηχανίες και, συνεπώς, τις θέσεις εργασίας και ολόκληρη την οικονομία.
Σε γενικές γραμμές, σημειώνει ορθά ο αναλυτής, οι τάσεις και τα εθνικά συμφέροντα αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου και, πλέον, είναι πιο λογικό μία χώρα να στρέφεται στον προστατευτισμό σε σύγκριση με δύο δεκαετίες πριν, όταν η παγκοσμιοποίηση επικρατούσε. Ενδεικτικά, στην Ασία, ακόμη και στη φιλική προς την Κίνα, Ταϊλάνδη, η κυβέρνηση μπορεί να επιβάλει δασμούς καθώς ανησυχεί για την κατάρρευση της τοπικής βιομηχανίας λόγω των κινεζικών εισαγωγών, ενώνοντας τις ΗΠΑ, την ΕΕ, τον Καναδά, το Μεξικό, τη Βραζιλία, την Ινδία και την Ινδονησία. Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ και η ΕΕ πρόκειται να επιβάλουν υψηλούς δασμούς σε ηλιακούς συλλέκτες που κατασκευάζονται στη Μαλαισία, την Ταϊλάνδη, το Βιετνάμ και την Καμπότζη από κινεζικές εταιρείες που παρακάμπτουν τους υφιστάμενους δασμούς 25% στην κινεζική παραγωγή, οι οποίοι ενδέχεται να αυξηθούν στο 50%.
«Το μοτίβο είναι σαφές!», υπογραμμίζει στη σημείωμά του ο Michael Every.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών