Άρθρο που μας έστειλε ο κ. Ηλίας Ηλιόπουλος, Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Μονάχου. Διετέλεσε επί μακράν σειράν ετών Καθηγητής της Ναυτικής Σχολής Πολέμου και του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος – Deree. Τα τελευταία χρόνια διδάσκει στο Τμήμα Τουρκικών και Συγχρόνων Ασιατικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Από οκταετίας, η «Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας» εγκαινίασε πρόγραμμα αναπτύξεως Όπλων Μικροκυμάτων Υψηλής Ισχύος, τα οποία δύνανται να εκπέμπουν Ηλεκτρομαγνητικούς Παλμούς, ικανούς να παραλύουν ηλεκτρονικά συστήματα.
Έκτοτε, τα αποτελέσματα των προσπαθειών του Πεκίνου είναι εντυπωσιακά, δεδομένου ότι, συμφώνως προς μελέτη του αμερικανικού Ιδρύματος «RAND», περί το 90% των ευρεσιτεχνιών, παγκοσμίως, που αφορούν μικροκύματα υψηλής ισχύος, ανήκουν εις εταιρείες ευθέως συνδεόμενες με την Κίνα. Δυτικοί αναλυτές βλέπουν ενδείξεις διαρκούς βελτιώσεως της ισχύος και της ακριβείας των δυνατοτήτων, που διαθέτει η Κίνα στον τομέα αυτόν – δυνατότητες, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν από οχήματα, σκάφη, αεροσκάφη και κατευθυνομένους πυραύλους κατά χερσαίων στόχων, τύπου «Cruise».
Προσέτι, η Κίνα αναπτύσσει Ηλεκτρομαγνητικούς Παλμούς Υψηλής Στάθμης, ούτως ώστε μία πυρηνική κεφαλή να δύναται να εξαπολύσει κύματα ηλεκτρομαγνητικών παλμών, όταν εκρήγνυται ύπερθεν ενός στόχου. Η εξέλιξη αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο ενός ευρυτέρου προγράμματος εκσυγχρονισμού των πυρηνικών δυνατοτήτων της Κίνας, με στόχο τον διπλασιασμό τους μέχρι το 2035. Τα Όπλα Μικροκυμάτων Υψηλής Ισχύος διαθέτουν δυνατότητες παραλύσεως των ηλεκτρονικών συστημάτων, με τα οποία έχει εξοπλισθεί, πρακτικώς, πάσης μορφής κρίσιμη υποδομή κάθε συγχρόνου κοινωνίας – από την λειτουργία των τηλεπικοινωνιών και μεταφορών μέχρι την λειτουργία των σταθμών παραγωγής και δικτύων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος κ.ο.κ.
Τα όπλα αυτά έχουν καταστεί κρίσιμη παράμετρος της Στρατηγικής Κυβερνοπολέμου, η οποία διέπει το ολιστικόν Δόγμα Διεξαγωγής Πολέμου της Κίνας, συμφώνως προς τα κείμενα Στρατηγικής της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, η οποία είναι η υπάτη κρατική και κομματική Αρχή του ούτω καλουμένου «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού», ήτοι των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Συμφώνως προς το δόγμα αυτό, η χώρα, εν περιπτώσει συρράξεως στο Στενόν της Ταϊβάν, οφείλει να επιδιώξει Κυριαρχία επί του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου και επί του πεδίου του κυβερνοπολέμου, μέσω ταχίστης παραλύσεως των κρισίμων, στρατιωτικών και μη στρατιωτικών, ηλεκτρονικών συστημάτων του αντιπάλου.
Εάν δε τα ανωτέρω δεδομένα συνεκτιμηθούν με την πρόοδο, την οποίαν έχει σημειώσει η Κίνα στο πεδίον των υπερηχητικών πυραύλων «Cruise», δυναμένων να μεταφέρουν κεφαλές με ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς, καθίσταται σαφές ότι η Μείζων Χερσαία Ασιατική Δύναμις θα είναι συντόμως εις θέσιν να παραλύει κρίσιμες υποδομές της Ταϊβάν, διανοίγουσα τον δρόμο για την διενέργεια, στο αμέσως επόμενον στάδιον επιχειρήσεων, επιθέσεων «συμβατικού» τύπου.
Αντιμετωπίζοντας αυτού του είδους την Απειλή, η Ηγεσία της Ταϊβάν γνωρίζει ότι οφείλει να εκτιμήσει την Αντοχή («Resilience») της νησιωτικής πολιτείας σε επιθέσεις ηλεκτρομαγνητικών παλμών και την κατάσταση ετοιμότητος της χώρας, προκειμένου να αποκρούσει επιθέσεις ηλεκτρομαγνητικού πολέμου προερχόμενες εκ του Πεκίνου.
Η Ταϊβάν αντιπαρατάσσει ευρύ φάσμα Συστημάτων Βλημάτων Εδάφους-Αέρος («SAM») θεωρητικώς ικανών να ανακόψουν την πορεία των ηλεκτρομαγνητικών παλμών. Οι Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας της Κίνας (όπως είναι η επίσημη ονομασία των Ενόπλων Δυνάμεων της Ταϊβάν) διαθέτουν σήμερα τρεις τύπους βλημάτων εδάφους-αέρος εγχωρίου κατασκευής: τους «Tien Kung» 2, 3 και 4. Ειρήσθω εν παρόδω ότι ο παλαιότερος τύπος, «Tien Kung» 1, έχει αποσυρθεί πλέον. Κατά τους ερευνητές των γεωπολιτικών εξελίξεων στον Χώρο Ασίας-Ειρηνικού, εκατοντάδες πυραύλων τύπου Tien Kung 2 και 3 ευρίσκονται τοποθετημένοι κατά μήκος της δυτικής ακτής της κυρίως Ταϊβάν καθώς και των νήσων της περιμέτρου αυτής της νησιωτικής πολιτείας.
Αυτονοήτως, τα δεδομένα περί τις ακριβείς δυνατότητες των ανωτέρω βλημάτων είναι απόρρητα και, ως εκ τούτου, εκτιμήσεις μόνον μπορούν να γίνουν, ενίοτε διϊστάμενες. Κατά το «Open Nuclear Network» και το «Missile Defense Advocacy Alliance», η μεγίστη εμβέλεια αμφοτέρων των τύπων Tien Kung 2 και 3 κυμαίνεται μεταξύ 70 και 160 χιλιομέτρων. Επιπροσθέτως, ο πύραυλος τύπου Tien Kung 3 θεωρείται ότι δύναται να ανακόψει εισερχόμενο ηλεκτρομαγνητικό παλμό εις ύψος 30 χιλιομέτρων, ενώ, κατά το Εθνικόν Ινστιτούτον Επιστήμης και Τεχνολογίας Chung-Shan δύναται να ανακόψει εισερχόμενο ηλεκτρομαγνητικό παλμό εις ύψος 45 χλμ. Εξ άλλου, ο τύπος Tien Kung 4, που υπεβλήθη στις αρχικές δοκιμασίες μάχης προ διετίας, έχει ενταχθεί στο σύστημα βλημάτων εδάφους-αέρος της Ταϊβάν, σε κλίμακα άγνωστη στην Κοινή Γνώμη. Θεωρείται, πάντως, ότι είναι ικανός να ανακόψει εχθρική επίθεση εις ύψος 70 χιλιομέτρων.
Περαιτέρω, οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ταϊβάν παρατάσσουν εκτιμώμενον αριθμόν 380 αντιεροπορικών βλημάτων τύπου PAC-3 και 200 αντιεροπορικών βημάτων τύπου PAC-2, που έχουν προμηθευτεί από τις ΗΠΑ. Κατά τις εκτιμήσεις αναλυτών, η πλέον προηγμένη μορφή του πυραύλου PAC-3 έχει εμβέλειαν 70 χιλιομέτρων και μέγιστον ύψος ανακοπής εισερχομένου πλήγματος 24 χλμ.
Ωστόσο, συμφώνως προς Έκθεσιν της Υπηρεσίας Μειώσεως Απειλών κατά της Αμύνης των ΗΠΑ, ολίγοι μόνον από τους πυραύλους που διαθέτει σήμερα η Ταϊβάν είναι εις θέσιν να ανακόψουν ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς υψηλής στάθμης εξαπολυομένους από την Κίνα. Η έκθεση αναφέρει ότι η Κίνα έχει αναπτύξει σημαντικόν οπλοστάσιον ευελίκτων βλημάτων με δυνατότητα ελιγμών, τοποθετουμένων σε πολλαπλούς επανεισερχομένους φορείς, καθώς και πυραύλων «Cruise», ικανών να μεταφέρουν ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς και όπλα μικροκυμάτων υψηλής ισχύος. Διατυπούται δε η εκτίμησις ότι τα εν λόγω συστήματα θα μπορούσαν να καταβάλουν τους πυραύλους SAM της Αεραμύνης της Ταϊβάν.
Εξ άλλου, διαγενομένου του τρέχοντος έτους, η Κυβέρνησις της Ταϊπέϊ συνήψε συμφωνία ύψους 761.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ με την Ουάσιγκτων για την παραγωγή και αγορά ενός Εθνικού Προηγμένου Συστήματος Βλημάτων Επιφανείας Αέρος (NASAMS), με συμπεφωνημένον χρόνον παραδόσεως το 2030, όπως πληροφορούμεθα από έκθεση του Αμερικανικού Κογκρέσσου και από την δεξαμενή σκέψεως «Global Security».
Εν τούτοις, η πείρα εκ της Συγχρόνου Στρατιωτικής Ιστορίας διδάσκει ότι τα συστήματα βλημάτων εδάφους-αέρος δεν εγγυώνται ποτέ τελεία επιτυχία. Αυτό είναι ένα μάθημα, που ήντλησαν διάφορες Αραβικές Χώρες, βασιζόμενες στους σοβιετικής κατασκευής και προελεύσεως πυραύλους SAM που διέθεταν, κατά τους εκάστοτε πολέμους τους εναντίον του Ισραήλ. Πολλώ δε μάλλον, τέτοιες «συμβατικές» μορφές Αεραμύνης δεν θεωρούνται ως πανάκεια προκειμένου περί αντιμετωπίσεως επιθέσεων ηλεκτρομαγνητικών παλμών.
Προδήλως, απαιτούνται και άλλες, εναλλακτικές, δράσεις προς ενίσχυσιν της αντοχής της Ταϊβάν έναντι των νέων μορφών επιθέσεως. Εξ ου και η χώρα προβαίνει σε «σκλήρυνση» κρισίμων στρατιωτικών εγκαταστάσεων της. Η λήψη των μέτρων αυτών εγκαινιάσθηκε το τελευταίον έτος της Κυβερνήσεως της πρώην Προέδρου Tsai Ing-wen και συνεχίζεται επί Κυβερνήσεως τού από Μαΐου 2024 Προέδρου Δρος Lai Tsing-te.
Προφανώς, η ακριβής έκτασις αυτής της «σκληρύνσεως» («hardening») δεν είναι γνωστή στην Κοινή Γνώμη. Οι σχετικές πληροφορίες είναι διαβαθμισμένες. Συμφώνως προς ανοικτές πηγές, το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης της Ταϊβάν προέβη στην εγκατάσταση συστήματος ασφαλείας κατά ηλεκτρομαγνητικών παλμών στην Ναυτική Βάση Sanzhi, στην New Taipei City, συμπεριλαμβανομένων τεθωρακισμένων δωματίων, καταλλήλως κατασκευασθέντων ώστε να ανθέξουν ηλεκτρομαγνητική επίθεση ισχύος ενός gigahertz.
Παρεμπιπτόντως, η εν λόγω Ναυτική Βάσις υπάγεται στην Ταξιαρχία Haifeng, μίαν μονάδα προοριζομένη να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην απόκρουση αμφιβίου επιθέσεως του «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού», έχουσα προμηθευθεί βλήματα κατά σκαφών επιφανείας τύπου «Harpoon» αμερικανικής κατασκευής και προελεύσεως. Προσέτι, το Κέντρον Διοικήσεως του Στρατού ξηράς εις Heng Shan και η Διοίκησις Τακτικής Αεροπορίας, εδρεύουσα επί της Αεροπορικής Βάσεως Chiashan, φέρονται, επίσης, ως εγκαταστάσεις, των οποίων το επίπεδον «σκληρύνσεως» έχει αναβαθμισθεί.
Εξ άλλου, ως προς τον μη στρατιωτικό (civilian) τομέα, το Γραφείον Μέτρων, Σταθμών και Επιθεωρήσεως της Ταϊβάν ήδη επιθεωρεί άνω των 1065 ηλεκτρονικών ειδών κατασκευασθέντων ή διατιθεμένων υπό όλων των βιομηχανιών και επιχειρήσεων της χώρας, προκειμένου να είναι βέβαιον ότι άπαντα τα προϊόντα τηρούν τις προδιαγραφές ασφαλείας της Διεθνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC). Βεβαίως, το επίπεδον ασφαλείας των ανωτέρω ηλεκτρονικών αγαθών αντιστοιχεί στο ήμισυ περίπου του επιπέδου ασφαλείας του στρατιωτικού τομέως.
Ως μία κατ’ εξοχήν σύγχρονη και ανεπτυγμένη κοινωνία, η Ταϊβάν εξαρτάται τα μέγιστα από την ηλεκτρική ενέργεια και από την χρήση ηλεκτρονικών αγαθών, προκειμένου να διασφαλίσει την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία όλων των τομέων της οικονομίας της – και δη των πλέον προηγμένων –, των συστημάτων υγείας, προνοίας και παιδείας, του καθημερινού βίου των πολιτών και της κοινωνίας, εν γένει. Συνεπώς, είναι ευάλωτη σε πλήγματα κατά των κρισίμων υποδομών της, όπως και κάθε άλλη προηγμένη κοινωνία του καιρού μας.
Εν τούτοις, η νησιωτική πολιτεία διαθέτει και τις ιθύνουσες ελίτ και το ανθρώπινον κεφάλαιον και τις επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες, που θα της επιτρέψουν να ενισχύσει, έτι περαιτέρω, την ασφάλεια της, εκπέμπουσα το μήνυμα ότι δεν αποτελεί εύκολη λεία της Κομμουνιστικής Κίνας.
www.bankingnews.gr
Έκτοτε, τα αποτελέσματα των προσπαθειών του Πεκίνου είναι εντυπωσιακά, δεδομένου ότι, συμφώνως προς μελέτη του αμερικανικού Ιδρύματος «RAND», περί το 90% των ευρεσιτεχνιών, παγκοσμίως, που αφορούν μικροκύματα υψηλής ισχύος, ανήκουν εις εταιρείες ευθέως συνδεόμενες με την Κίνα. Δυτικοί αναλυτές βλέπουν ενδείξεις διαρκούς βελτιώσεως της ισχύος και της ακριβείας των δυνατοτήτων, που διαθέτει η Κίνα στον τομέα αυτόν – δυνατότητες, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν από οχήματα, σκάφη, αεροσκάφη και κατευθυνομένους πυραύλους κατά χερσαίων στόχων, τύπου «Cruise».
Προσέτι, η Κίνα αναπτύσσει Ηλεκτρομαγνητικούς Παλμούς Υψηλής Στάθμης, ούτως ώστε μία πυρηνική κεφαλή να δύναται να εξαπολύσει κύματα ηλεκτρομαγνητικών παλμών, όταν εκρήγνυται ύπερθεν ενός στόχου. Η εξέλιξη αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο ενός ευρυτέρου προγράμματος εκσυγχρονισμού των πυρηνικών δυνατοτήτων της Κίνας, με στόχο τον διπλασιασμό τους μέχρι το 2035. Τα Όπλα Μικροκυμάτων Υψηλής Ισχύος διαθέτουν δυνατότητες παραλύσεως των ηλεκτρονικών συστημάτων, με τα οποία έχει εξοπλισθεί, πρακτικώς, πάσης μορφής κρίσιμη υποδομή κάθε συγχρόνου κοινωνίας – από την λειτουργία των τηλεπικοινωνιών και μεταφορών μέχρι την λειτουργία των σταθμών παραγωγής και δικτύων διανομής ηλεκτρικού ρεύματος κ.ο.κ.
Τα όπλα αυτά έχουν καταστεί κρίσιμη παράμετρος της Στρατηγικής Κυβερνοπολέμου, η οποία διέπει το ολιστικόν Δόγμα Διεξαγωγής Πολέμου της Κίνας, συμφώνως προς τα κείμενα Στρατηγικής της Κεντρικής Στρατιωτικής Επιτροπής, η οποία είναι η υπάτη κρατική και κομματική Αρχή του ούτω καλουμένου «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού», ήτοι των Ενόπλων Δυνάμεων της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας. Συμφώνως προς το δόγμα αυτό, η χώρα, εν περιπτώσει συρράξεως στο Στενόν της Ταϊβάν, οφείλει να επιδιώξει Κυριαρχία επί του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου και επί του πεδίου του κυβερνοπολέμου, μέσω ταχίστης παραλύσεως των κρισίμων, στρατιωτικών και μη στρατιωτικών, ηλεκτρονικών συστημάτων του αντιπάλου.
Εάν δε τα ανωτέρω δεδομένα συνεκτιμηθούν με την πρόοδο, την οποίαν έχει σημειώσει η Κίνα στο πεδίον των υπερηχητικών πυραύλων «Cruise», δυναμένων να μεταφέρουν κεφαλές με ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς, καθίσταται σαφές ότι η Μείζων Χερσαία Ασιατική Δύναμις θα είναι συντόμως εις θέσιν να παραλύει κρίσιμες υποδομές της Ταϊβάν, διανοίγουσα τον δρόμο για την διενέργεια, στο αμέσως επόμενον στάδιον επιχειρήσεων, επιθέσεων «συμβατικού» τύπου.
Αντιμετωπίζοντας αυτού του είδους την Απειλή, η Ηγεσία της Ταϊβάν γνωρίζει ότι οφείλει να εκτιμήσει την Αντοχή («Resilience») της νησιωτικής πολιτείας σε επιθέσεις ηλεκτρομαγνητικών παλμών και την κατάσταση ετοιμότητος της χώρας, προκειμένου να αποκρούσει επιθέσεις ηλεκτρομαγνητικού πολέμου προερχόμενες εκ του Πεκίνου.
Η Ταϊβάν αντιπαρατάσσει ευρύ φάσμα Συστημάτων Βλημάτων Εδάφους-Αέρος («SAM») θεωρητικώς ικανών να ανακόψουν την πορεία των ηλεκτρομαγνητικών παλμών. Οι Ένοπλες Δυνάμεις της Δημοκρατίας της Κίνας (όπως είναι η επίσημη ονομασία των Ενόπλων Δυνάμεων της Ταϊβάν) διαθέτουν σήμερα τρεις τύπους βλημάτων εδάφους-αέρος εγχωρίου κατασκευής: τους «Tien Kung» 2, 3 και 4. Ειρήσθω εν παρόδω ότι ο παλαιότερος τύπος, «Tien Kung» 1, έχει αποσυρθεί πλέον. Κατά τους ερευνητές των γεωπολιτικών εξελίξεων στον Χώρο Ασίας-Ειρηνικού, εκατοντάδες πυραύλων τύπου Tien Kung 2 και 3 ευρίσκονται τοποθετημένοι κατά μήκος της δυτικής ακτής της κυρίως Ταϊβάν καθώς και των νήσων της περιμέτρου αυτής της νησιωτικής πολιτείας.
Αυτονοήτως, τα δεδομένα περί τις ακριβείς δυνατότητες των ανωτέρω βλημάτων είναι απόρρητα και, ως εκ τούτου, εκτιμήσεις μόνον μπορούν να γίνουν, ενίοτε διϊστάμενες. Κατά το «Open Nuclear Network» και το «Missile Defense Advocacy Alliance», η μεγίστη εμβέλεια αμφοτέρων των τύπων Tien Kung 2 και 3 κυμαίνεται μεταξύ 70 και 160 χιλιομέτρων. Επιπροσθέτως, ο πύραυλος τύπου Tien Kung 3 θεωρείται ότι δύναται να ανακόψει εισερχόμενο ηλεκτρομαγνητικό παλμό εις ύψος 30 χιλιομέτρων, ενώ, κατά το Εθνικόν Ινστιτούτον Επιστήμης και Τεχνολογίας Chung-Shan δύναται να ανακόψει εισερχόμενο ηλεκτρομαγνητικό παλμό εις ύψος 45 χλμ. Εξ άλλου, ο τύπος Tien Kung 4, που υπεβλήθη στις αρχικές δοκιμασίες μάχης προ διετίας, έχει ενταχθεί στο σύστημα βλημάτων εδάφους-αέρος της Ταϊβάν, σε κλίμακα άγνωστη στην Κοινή Γνώμη. Θεωρείται, πάντως, ότι είναι ικανός να ανακόψει εχθρική επίθεση εις ύψος 70 χιλιομέτρων.
Περαιτέρω, οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ταϊβάν παρατάσσουν εκτιμώμενον αριθμόν 380 αντιεροπορικών βλημάτων τύπου PAC-3 και 200 αντιεροπορικών βημάτων τύπου PAC-2, που έχουν προμηθευτεί από τις ΗΠΑ. Κατά τις εκτιμήσεις αναλυτών, η πλέον προηγμένη μορφή του πυραύλου PAC-3 έχει εμβέλειαν 70 χιλιομέτρων και μέγιστον ύψος ανακοπής εισερχομένου πλήγματος 24 χλμ.
Ωστόσο, συμφώνως προς Έκθεσιν της Υπηρεσίας Μειώσεως Απειλών κατά της Αμύνης των ΗΠΑ, ολίγοι μόνον από τους πυραύλους που διαθέτει σήμερα η Ταϊβάν είναι εις θέσιν να ανακόψουν ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς υψηλής στάθμης εξαπολυομένους από την Κίνα. Η έκθεση αναφέρει ότι η Κίνα έχει αναπτύξει σημαντικόν οπλοστάσιον ευελίκτων βλημάτων με δυνατότητα ελιγμών, τοποθετουμένων σε πολλαπλούς επανεισερχομένους φορείς, καθώς και πυραύλων «Cruise», ικανών να μεταφέρουν ηλεκτρομαγνητικούς παλμούς και όπλα μικροκυμάτων υψηλής ισχύος. Διατυπούται δε η εκτίμησις ότι τα εν λόγω συστήματα θα μπορούσαν να καταβάλουν τους πυραύλους SAM της Αεραμύνης της Ταϊβάν.
Εξ άλλου, διαγενομένου του τρέχοντος έτους, η Κυβέρνησις της Ταϊπέϊ συνήψε συμφωνία ύψους 761.000.000 δολλαρίων ΗΠΑ με την Ουάσιγκτων για την παραγωγή και αγορά ενός Εθνικού Προηγμένου Συστήματος Βλημάτων Επιφανείας Αέρος (NASAMS), με συμπεφωνημένον χρόνον παραδόσεως το 2030, όπως πληροφορούμεθα από έκθεση του Αμερικανικού Κογκρέσσου και από την δεξαμενή σκέψεως «Global Security».
Εν τούτοις, η πείρα εκ της Συγχρόνου Στρατιωτικής Ιστορίας διδάσκει ότι τα συστήματα βλημάτων εδάφους-αέρος δεν εγγυώνται ποτέ τελεία επιτυχία. Αυτό είναι ένα μάθημα, που ήντλησαν διάφορες Αραβικές Χώρες, βασιζόμενες στους σοβιετικής κατασκευής και προελεύσεως πυραύλους SAM που διέθεταν, κατά τους εκάστοτε πολέμους τους εναντίον του Ισραήλ. Πολλώ δε μάλλον, τέτοιες «συμβατικές» μορφές Αεραμύνης δεν θεωρούνται ως πανάκεια προκειμένου περί αντιμετωπίσεως επιθέσεων ηλεκτρομαγνητικών παλμών.
Προδήλως, απαιτούνται και άλλες, εναλλακτικές, δράσεις προς ενίσχυσιν της αντοχής της Ταϊβάν έναντι των νέων μορφών επιθέσεως. Εξ ου και η χώρα προβαίνει σε «σκλήρυνση» κρισίμων στρατιωτικών εγκαταστάσεων της. Η λήψη των μέτρων αυτών εγκαινιάσθηκε το τελευταίον έτος της Κυβερνήσεως της πρώην Προέδρου Tsai Ing-wen και συνεχίζεται επί Κυβερνήσεως τού από Μαΐου 2024 Προέδρου Δρος Lai Tsing-te.
Προφανώς, η ακριβής έκτασις αυτής της «σκληρύνσεως» («hardening») δεν είναι γνωστή στην Κοινή Γνώμη. Οι σχετικές πληροφορίες είναι διαβαθμισμένες. Συμφώνως προς ανοικτές πηγές, το Υπουργείον Εθνικής Αμύνης της Ταϊβάν προέβη στην εγκατάσταση συστήματος ασφαλείας κατά ηλεκτρομαγνητικών παλμών στην Ναυτική Βάση Sanzhi, στην New Taipei City, συμπεριλαμβανομένων τεθωρακισμένων δωματίων, καταλλήλως κατασκευασθέντων ώστε να ανθέξουν ηλεκτρομαγνητική επίθεση ισχύος ενός gigahertz.
Παρεμπιπτόντως, η εν λόγω Ναυτική Βάσις υπάγεται στην Ταξιαρχία Haifeng, μίαν μονάδα προοριζομένη να διαδραματίσει κρίσιμο ρόλο στην απόκρουση αμφιβίου επιθέσεως του «Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού», έχουσα προμηθευθεί βλήματα κατά σκαφών επιφανείας τύπου «Harpoon» αμερικανικής κατασκευής και προελεύσεως. Προσέτι, το Κέντρον Διοικήσεως του Στρατού ξηράς εις Heng Shan και η Διοίκησις Τακτικής Αεροπορίας, εδρεύουσα επί της Αεροπορικής Βάσεως Chiashan, φέρονται, επίσης, ως εγκαταστάσεις, των οποίων το επίπεδον «σκληρύνσεως» έχει αναβαθμισθεί.
Εξ άλλου, ως προς τον μη στρατιωτικό (civilian) τομέα, το Γραφείον Μέτρων, Σταθμών και Επιθεωρήσεως της Ταϊβάν ήδη επιθεωρεί άνω των 1065 ηλεκτρονικών ειδών κατασκευασθέντων ή διατιθεμένων υπό όλων των βιομηχανιών και επιχειρήσεων της χώρας, προκειμένου να είναι βέβαιον ότι άπαντα τα προϊόντα τηρούν τις προδιαγραφές ασφαλείας της Διεθνούς Ηλεκτροτεχνικής Επιτροπής (IEC). Βεβαίως, το επίπεδον ασφαλείας των ανωτέρω ηλεκτρονικών αγαθών αντιστοιχεί στο ήμισυ περίπου του επιπέδου ασφαλείας του στρατιωτικού τομέως.
Ως μία κατ’ εξοχήν σύγχρονη και ανεπτυγμένη κοινωνία, η Ταϊβάν εξαρτάται τα μέγιστα από την ηλεκτρική ενέργεια και από την χρήση ηλεκτρονικών αγαθών, προκειμένου να διασφαλίσει την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία όλων των τομέων της οικονομίας της – και δη των πλέον προηγμένων –, των συστημάτων υγείας, προνοίας και παιδείας, του καθημερινού βίου των πολιτών και της κοινωνίας, εν γένει. Συνεπώς, είναι ευάλωτη σε πλήγματα κατά των κρισίμων υποδομών της, όπως και κάθε άλλη προηγμένη κοινωνία του καιρού μας.
Εν τούτοις, η νησιωτική πολιτεία διαθέτει και τις ιθύνουσες ελίτ και το ανθρώπινον κεφάλαιον και τις επιστημονικές και τεχνολογικές δυνατότητες, που θα της επιτρέψουν να ενισχύσει, έτι περαιτέρω, την ασφάλεια της, εκπέμπουσα το μήνυμα ότι δεν αποτελεί εύκολη λεία της Κομμουνιστικής Κίνας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών