Όπως δήλωσε ο κ. Αντιμησάρης, οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι ήδη παρούσες
Για τις νέες προκλήσεις που δημιουργεί η κλιματική κρίση, το πόσο έτοιμη είναι η ασφαλιστική αγορά να αναλάβει τους κινδύνους που απορρέουν από τις φυσικές καταστροφές και το πρόβλημα της χαμηλής ασφαλιστικής συνείδησης, μίλησε ο κ. Νίκος Αντιμησάρης, Διευθύνων Σύμβουλος της ERGO Ασφαλιστικής, από το βήμα του συνεδρίου CEO Initiative 2023.
Ο κ. Αντιμησάρης αναφερόμενος στις καταστροφές που προκάλεσε η κακοκαιρία «Daniel», τόνισε πως ο ασφαλιστικός κλάδος έθεσε σε προτεραιότητα την ανακούφιση των πληγέντων και ενεργοποίησε τους μηχανισμούς αυτοψίας και καταγραφής των ζημιών, με στόχο να προχωρήσουν οι αποζημιώσεις στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.
Όπως δήλωσε ο κ. Αντιμησάρης, οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι ήδη παρούσες, καθώς τα περιστατικά φυσικών καταστροφών έχουν αυξηθεί σημαντικά σε συχνότητα και σφοδρότητα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέγει η ΕΑΕΕ, τα τελευταία έξι χρόνια έχουν καταβληθεί 665 εκατ. ευρώ σε αποζημιώσεις για ζημιές από φυσικές καταστροφές, σε σύνολο 951 εκατ. ευρώ που είχαν καταβληθεί από το 1993 έως και σήμερα.
Σύμφωνα με τον κ. Αντιμησάρη, η παροχή κινήτρων (μείωση ΕΝΦΙΑ 10%) είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως και η υποχρεωτική ασφάλιση όλων των εταιρειών με τζίρο άνω των 2 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας αποτελείται από εταιρείες με τζίρο πολύ χαμηλότερο, οπότε, όπως ανέφερε, θα πρέπει να εξετασθεί μήπως το μέτρο της υποχρεωτικότητας επεκταθεί.
Στο ερώτημα κατά πόσο ο ασφαλιστικός κλάδος είναι έτοιμος να ανταποκριθεί στις καταβολές των αποζημιώσεων ο κ. Αντιμησάρης ανέφερε πως η καταβολή των αποζημιώσεων είναι η ώρα της αλήθειας για την ασφαλιστική βιομηχανία καθώς και ότι οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες διαθέτουν και την κεφαλαιακή επάρκεια και την τεχνογνωσία να αναλάβουν τους κινδύνους από τις φυσικές καταστροφές.
Συγκεκριμένα, τόνισε πως οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν κάτω από ένα πολύ αυστηρό ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο (Solvency II) και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι μπορούν να ανταποκριθούν στους κινδύνους που αναλαμβάνουν.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι διαθέτουν συνολικά εποπτικά ίδια κεφάλαια ύψους 3,8 δισ. ευρώ, διπλάσια των απαιτούμενων με βάση το θεσμικό πλαίσιο, με δείκτη φερεγγυότητας -από τους υψηλότερους στη Ευρώπη- στο 184,6%.
Στη συνέχεια ο κ. Αντιμησάρης σημείωσε ότι στην Ελλάδα παρατηρείται το εξής παράδοξο, παρά το πολύ υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης (70%), μόνο το 15% των 6,5 εκατ. κατοικιών είναι ασφαλισμένες και τόνισε ότι αν συγκρίνουμε το μηνιαίο κόστος ασφάλισης με το κόστος που θα κληθεί να καλύψει ο πολίτης για μια κατοικία, η οποία καταστράφηκε και δεν είναι ασφαλισμένη, καταλαβαίνουμε το πόσο χαμηλά βρίσκεται η ασφαλιστική συνείδηση στην Ελλάδα.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Αντιμησάρης πρόσθεσε πως σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που πλήττονται πιο συχνά από καύσωνες ή πλημμύρες, η Ελλάδα απέχει πολύ από το μοντέλο της υποχρεωτικής ασφάλισης, μια συζήτηση η οποία έχει πλέον ανοίξει με αφορμή την κακοκαιρία «Daniel» και φαίνεται ότι υπάρχει θετικό momentum και πολιτική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση.
www.bankingnews.gr
Ο κ. Αντιμησάρης αναφερόμενος στις καταστροφές που προκάλεσε η κακοκαιρία «Daniel», τόνισε πως ο ασφαλιστικός κλάδος έθεσε σε προτεραιότητα την ανακούφιση των πληγέντων και ενεργοποίησε τους μηχανισμούς αυτοψίας και καταγραφής των ζημιών, με στόχο να προχωρήσουν οι αποζημιώσεις στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.
Όπως δήλωσε ο κ. Αντιμησάρης, οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι ήδη παρούσες, καθώς τα περιστατικά φυσικών καταστροφών έχουν αυξηθεί σημαντικά σε συχνότητα και σφοδρότητα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που συλλέγει η ΕΑΕΕ, τα τελευταία έξι χρόνια έχουν καταβληθεί 665 εκατ. ευρώ σε αποζημιώσεις για ζημιές από φυσικές καταστροφές, σε σύνολο 951 εκατ. ευρώ που είχαν καταβληθεί από το 1993 έως και σήμερα.
Σύμφωνα με τον κ. Αντιμησάρη, η παροχή κινήτρων (μείωση ΕΝΦΙΑ 10%) είναι ένα βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, όπως και η υποχρεωτική ασφάλιση όλων των εταιρειών με τζίρο άνω των 2 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας αποτελείται από εταιρείες με τζίρο πολύ χαμηλότερο, οπότε, όπως ανέφερε, θα πρέπει να εξετασθεί μήπως το μέτρο της υποχρεωτικότητας επεκταθεί.
Στο ερώτημα κατά πόσο ο ασφαλιστικός κλάδος είναι έτοιμος να ανταποκριθεί στις καταβολές των αποζημιώσεων ο κ. Αντιμησάρης ανέφερε πως η καταβολή των αποζημιώσεων είναι η ώρα της αλήθειας για την ασφαλιστική βιομηχανία καθώς και ότι οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες διαθέτουν και την κεφαλαιακή επάρκεια και την τεχνογνωσία να αναλάβουν τους κινδύνους από τις φυσικές καταστροφές.
Συγκεκριμένα, τόνισε πως οι ασφαλιστικές εταιρείες λειτουργούν κάτω από ένα πολύ αυστηρό ευρωπαϊκό εποπτικό πλαίσιο (Solvency II) και εποπτεύονται από την Τράπεζα της Ελλάδος έτσι ώστε να διασφαλίζεται ότι μπορούν να ανταποκριθούν στους κινδύνους που αναλαμβάνουν.
Παράλληλα, υπογράμμισε ότι διαθέτουν συνολικά εποπτικά ίδια κεφάλαια ύψους 3,8 δισ. ευρώ, διπλάσια των απαιτούμενων με βάση το θεσμικό πλαίσιο, με δείκτη φερεγγυότητας -από τους υψηλότερους στη Ευρώπη- στο 184,6%.
Στη συνέχεια ο κ. Αντιμησάρης σημείωσε ότι στην Ελλάδα παρατηρείται το εξής παράδοξο, παρά το πολύ υψηλό ποσοστό ιδιοκατοίκησης (70%), μόνο το 15% των 6,5 εκατ. κατοικιών είναι ασφαλισμένες και τόνισε ότι αν συγκρίνουμε το μηνιαίο κόστος ασφάλισης με το κόστος που θα κληθεί να καλύψει ο πολίτης για μια κατοικία, η οποία καταστράφηκε και δεν είναι ασφαλισμένη, καταλαβαίνουμε το πόσο χαμηλά βρίσκεται η ασφαλιστική συνείδηση στην Ελλάδα.
Κλείνοντας την ομιλία του, ο κ. Αντιμησάρης πρόσθεσε πως σε αντίθεση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες που πλήττονται πιο συχνά από καύσωνες ή πλημμύρες, η Ελλάδα απέχει πολύ από το μοντέλο της υποχρεωτικής ασφάλισης, μια συζήτηση η οποία έχει πλέον ανοίξει με αφορμή την κακοκαιρία «Daniel» και φαίνεται ότι υπάρχει θετικό momentum και πολιτική βούληση προς αυτή την κατεύθυνση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών