Η εφαρμογή του ισραηλινού νόμου σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Όχθης βάζει τέλος στο παλαιστινιακό κρατικό σχέδιο, καθιστώντας τον Netanyahu τον πρωθυπουργό που έθαψε την λύση των δύο κρατών, σύμφωνα με το Foreign Affairs
Το Ισραήλ θα μπορούσε σύντομα να ξεκινήσει την διαδικασία προσάρτησης ορισμένων τμημάτων της Δυτικής Όχθης καθώς, η δέσμευση του πρωθυπουργού, Benjamin Netanyahu, να εφαρμόσει μονομερώς τον ισραηλινό νόμο σε τμήματα του εδάφους –κάτι που ουσιαστικά εγγυάται τη μόνιμη διακράτησή τους από το Ισραήλ– βρίσκεται δίπλα σε έναν ακόμη μεγαλύτερο «ελέφαντα στο δωμάτιο»: ο Netanyahu βρίσκεται στην πορεία για να διασφαλίσει ότι ένα πραγματικό παλαιστινιακό κράτος βασισμένο στα σύνορα του Ιουνίου του 1967 με μια πρωτεύουσα στην Ανατολική Ιερουσαλήμ, θα πάει στις καλένδες.
Ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει με την προσάρτηση, αυτή θα είναι η κληρονομιά του -και πιθανότατα θα είναι μη αναστρέψιμη.
Οι ηγέτες εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής πρακτικά τώρα εκλιπαρούν τον Netanyahu να επιδείξει αυτοσυγκράτηση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η συζήτηση στο Ισραήλ έχει μετατοπιστεί από το αν θα γίνει η προσάρτηση στο πόσο [έδαφος] πρέπει να προσαρτηθεί, υπογραμμίζοντας τον βαθμό στον οποίο το παιχνίδι παίζεται υπό τους όρους του.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός αντιμετωπίζει δίκη για δωροδοκία, απάτη και παραβίαση εμπιστοσύνης˙ μια πρόκληση από τους απείθαρχους δεξιούς εταίρους του στον συνασπισμό˙ μια επανεμφάνιση του COVID-19˙ οικονομική ύφεση˙ και το διαρκές πρόβλημα του Ιράν.
Αλλά αν οι άμεσοι στόχοι του είναι να παραμείνει στην εξουσία και να κλείσει μόνιμα την πόρτα για την δημιουργία ενός πραγματικού παλαιστινιακού κράτους, τότε κερδίζει, με αρκετό άνεμο στα πανιά του.
Κάποια μέρα, ο Netanyahu θα ξεμείνει από μαγικά, αλλά προς το παρόν αξίζει την φήμη του ως πολιτικού μάγου.
Ανίκανος να εξασφαλίσει την πλειοψηφία μετά από τρεις εκλογές σε διάστημα ενός έτους, συνήψε μια συμφωνία συνασπισμού με τον αντίπαλό του, Benny Gantz, που όχι μόνο αποκατέστησε τον Netanyahu και το κόμμα του το Likud (το μόνο συνεκτικό πολιτικό κίνημα στο Ισραήλ σήμερα), αλλά ανάγκασε τον Gantz να καταστρέψει την ατελή κεντρο-αριστερή συμμαχία του.
Εάν και όταν συμβεί ποτέ η συμφωνημένη εναλλαγή της πρωθυπουργίας στον Gantz (πρόκειται να αναλάβει τον Νοέμβριο του 2021), ο Netanyahu θα διατηρήσει την πλειοψηφία στην Κνέσετ, αφήνοντας τον Gantz με μικρό αριθμό εδρών και την εικόνα ενός πολιτικού που έχει καθίσει με τον διάβολο και πρόδωσε τους υποστηρικτές του για να το κάνει.
Πράγματι, ο Gantz ακούγεται όλο και περισσότερο σαν παλιός δεξιός οπαδός του Likud που μπορεί και να είναι. Την περασμένη εβδομάδα, φάνηκε να υποστηρίζει το σχέδιο προσάρτησης του Netanyahu, λέγοντας στους δημοσιογράφους ότι εάν οι Παλαιστίνιοι λένε όχι στις διαπραγματεύσεις για πάντα, οι Ισραηλινοί θα προχωρήσουν χωρίς αυτούς.
Ο Netanyahu δεν έχει εντελώς ελευθερία κινήσεων όταν πρόκειται για την προσάρτηση.
Όμως, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας συνασπισμού, θα είναι σε θέση να προωθήσει το σχέδιό του προς συζήτηση στο υπουργικό συμβούλιο και την κυβέρνηση οποιαδήποτε στιγμή την 1η Ιουλίου ή μετά.
Και με προσάρτηση ή χωρίς προσάρτηση, ο Netanyahu μπορεί να βασίζεται στην ισχυρή λαϊκή υποστήριξη για την διακράτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη και των μεγάλων οικισμών της Δυτικής Όχθης υπό τον ισραηλινό έλεγχο, αενάως.
Αυτήν την στιγμή δεν υπάρχει σοβαρή πίεση στον Netanyahu να παραχωρήσει τίποτα -απλά να μην πάρει περισσότερα.
Ενα όνειρο γίνεται πραγματικότητα
Οι καλύτεροι σύμμαχοι του Netanyahu στην προσπάθειά του να εξαφανίσει τις παλαιστινιακές εθνικές φιλοδοξίες ήταν οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι.
Διχασμένο, δυσλειτουργικό και χωρίς κατεύθυνση, το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα μοιάζει με την κιβωτό του Νώε: οι αντιμαχόμενες Φατάχ και Χαμάς δημιούργησαν δύο εκδοχές των πάντων: κρατίδια, υπηρεσίες ασφαλείας, συντάγματα και πάτρωνες. Όσο για τον πολιορκημένο Παλαιστίνιο πρόεδρο, Mahmud Abbas, είναι παγιδευμένος ανάμεσα σε ένα status quo που προσφέρει μια συνεχιζόμενη κατοχή και μια αλλαγή που παίρνει τη μη ελκυστική μορφή του ένοπλου αγώνα, της διάλυσης της Παλαιστινιακής Αρχής, ή της αποδοχής ενός ειρηνευτικού σχεδίου του Trump που στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει κρατική υπόσταση.
Το κοινό έχει γίνει όλο και πιο περιφρονητικό απέναντι στην ηγεσία του Abbas, που τον πιστώνει για την επιτυχημένη διαχείριση της πανδημίας, αλλά για λίγα άλλα.
Οι απειλές του να κόψει όλους τους δεσμούς με το Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας, θεωρούνται κούφιες.
Το χειρότερο εξακολουθεί να είναι η εξάρτηση της Παλαιστινιακής Αρχής από το Ισραήλ για τα πάντα, από τις άδειες ταξιδιού έως το νερό, την ηλεκτρική ενέργεια και την ιατρική περίθαλψη.
Μια οργανωμένη εκστρατεία βίας και τρόμου είναι απίθανη και θα έπαιζε προς όφελος της Χαμάς.
Ούτε μια αυθόρμητη ιντιφάντα φαίνεται επικείμενη.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η Φατάχ συγκέντρωσε χιλιάδες στους δρόμους της Ιεριχούς για να διαμαρτυρηθεί για την προσάρτηση. Αλλά στην Ραμάλα, αγωνίστηκε για να κάνει να φανούν 200 άτομα.
Ο Αμπάς αποτέλεσε για τον Netanyahu ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα.
Θέλοντας να συνεργαστεί με το Ισραήλ για την ασφάλεια και να αποφύγει τόσο την βία όσο και το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ο Abbas έχει κάνει πολλά για να προωθήσει την εκστρατεία του Netanyahu για να κλείσει την πόρτα για μια ουσιαστική παλαιστινιακή κρατική οντότητα.
Θεωρείται επίσης από την κυβέρνηση Trump ως η ενσάρκωση όλων όσων είναι λάθος με τους Παλαιστινίους, βοηθώντας να απελευθερωθεί ο Netanyahu από σοβαρές πιέσεις των ΗΠΑ.
Όχι ότι υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει ο Παλαιστίνιος πρόεδρος για να βελτιώσει την θέση της Παλαιστινιακής Αρχής.
Μερικοί τον έχουν παρακινήσει να καταρτίσει το δικό του σχέδιο ειρήνης.
Αλλά τι είδους σχέδιο θα ήταν αυτό;
Ο Abbas έχει κολλήσει ανάμεσα στην συνθηκολόγηση και τις προτάσεις που ο Netanyahu, ο Γκάντς και το ισραηλινό κοινό δεν θα αποδεχθούν ποτέ -όπως μια επιστροφή στα σύνορα του Ιουνίου 1967 με ανταλλαγές γης και την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως παλαιστινιακή πρωτεύουσα.
Οι φιλοδοξίες του Netanyahu έχουν πάρει μια επιπλέον ώθηση από τα αραβικά κράτη, ειδικά του Κόλπου, των οποίων την εύνοια επεδίωξε.
Ακόμη και όταν συνέχισε την οικοδόμηση οικισμών και κινήθηκε για να αποτρέψει τις παλαιστινιακές φιλοδοξίες, οι σχέσεις της κυβέρνησής του με την Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν άνθισαν.
Οράματα συμφωνιών μη-επιθετικότητας - ακόμη και ομαλοποίησης- χορεύουν στο κεφάλι του Netanyahu.
Και υπάρχουν καλοί λόγοι να πιστέψουμε ότι αυτή η ύφεση με τα κράτη του Αραβικού Κόλπου θα αντέξει: η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ που ανησυχούν για ένα ανερχόμενο Ιράν˙ η αραβική απογοήτευση και εξάντληση με τους Παλαιστίνιους˙ και η επιθυμία, ειδικά στον Κόλπο, να διατηρηθούν στενοί δεσμοί με μια κυβέρνηση Trump που συμμερίζεται τις αντι-ιρανικές απόψεις του Ισραήλ, βοήθησαν στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων του Ισραήλ και των αραβικών κρατών, γεννώντας δημόσιες κινήσεις όπως επισκέψεις Ισραηλινών αθλητών, διπλωματών και επιχειρηματιών στον Κόλπο καθώς και πιο διακριτή συνεργασία για την ασφάλεια και τις πληροφορίες.
Τις τελευταίες εβδομάδες, το ζήτημα της προσάρτησης υπογράμμισε τόσο την υπόσχεση όσο και τους περιορισμούς αυτών των νέων σχέσεων.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η ισραηλινή εφημερίδα Yedioth Ahronoth δημοσίευσε ένα άνευ προηγουμένου άρθρο του Yousef al-Otaiba, του πρέσβη των ΗΑΕ στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και ένα βίντεο με το οποίο απευθύνθηκε απευθείας στο ισραηλινό κοινό, προειδοποιώντας για επιδείνωση των δεσμών εάν το Ισραήλ προχωρούσε την προσάρτηση και υποσχόμενος αναβαθμισμένους δεσμούς, αν καθυστερούσε.
Λίγο αργότερα, ο Nawaf Obaid, Σαουδάραβος πρώην πολιτικός σύμβουλος με δεσμούς με την βασιλική οικογένεια, έκανε μια παρόμοια έκκληση στις σελίδες της Haaretz.
Και ημέρες αργότερα, σε μια βιντεο-ενημέρωση της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής (American Jewish Committee), ο Anwar Gargash, Υπουργός Εξωτερικών των ΗΑΕ, εξέφρασε την αντίθεσή του στην προσάρτηση αλλά κατέστησε σαφές ότι οι πολιτικές διαφωνίες δεν πρέπει να αποκλείουν την συνεργασία με το Ισραήλ σε περιφερειακά θέματα.
Είναι σαφές, καθώς ο Netanyahu σκέφτεται αν και τι θα προσαρτήσει, ότι θα αναζητήσει τρόπους για να διατηρήσει τα εντυπωσιακά κέρδη του με τα κράτη του Κόλπου.
Και λαμβάνοντας υπόψη τα οφέλη που αποκομίζουν αυτές οι χώρες από την βελτιωμένη σχέση τους με το Ισραήλ, μπορεί να αναζητήσουν τρόπους να κάνουν το ίδιο.
Μεταξύ των υποστηρικτών του Netanyahu, ωστόσο, ένας εταίρος ξεχωρίζει.
Παρόλο που η κυβέρνηση Trump έστειλε πρόσφατα ανάμικτα μηνύματα σχετικά με το ζήτημα της προσάρτησης, ο πρόεδρος των ΗΠΑ και η ειρηνευτική ομάδα του έχουν κάνει πολλά για να υποστηρίξουν την αργή προσπάθεια του Netanyahu να σκοτώσει την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση.
Κατά τα τελευταία τρία χρόνια, η κυβέρνηση Trump δεν έχει επιδιώξει τίποτα λιγότερο από μια αναδιατύπωση της αμερικανικής πολιτικής για την λύση των δύο κρατών, ευθυγραμμίζοντάς την με τις επιθυμίες του Netanyahu: ένα παλαιστινιακό κράτος στο 70% της Δυτικής Όχθης, μια συμβολική πρωτεύουσα σε ένα προάστιο ή δύο της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, και μια σειρά από τόσο επαχθείς προϋποθέσεις που οι Παλαιστίνιοι θα έπρεπε να τηρήσουν, που ο ίδιος ο πρεσβευτής του Trump στο Ισραήλ αστειεύτηκε ότι θα έπρεπε να γίνουν μια δημοκρατία όπως ο Καναδάς για να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις.
Ναι, η υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών για την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση προξενεί στον Netanyahu καούρες με την δεξιά πτέρυγά του.
Αλλά ο μακρύς κατάλογος από καλούδια που του έδωσε η κυβέρνηση Trump - από το να κηρύξει την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του Ισραήλ και να ανοίξει την αμερικανική πρεσβεία εκεί μέχρι να κηρύξει τα Υψώματα του Γκολάν ως κυρίαρχο ισραηλινό έδαφος μέχρι το άνοιγμα της πόρτας για την προσάρτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη και μεγάλων τμημάτων της Δυτικής Όχθης με το ειρηνευτικό του σχέδιο- του έδωσε ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα.
Όχι μόνο αυτές οι κινήσεις επέτρεψαν στο Ισραήλ να επεκτείνει σταθερά την επικράτειά του˙ έχουν σχεδόν εγγυηθεί ότι οι Παλαιστίνιοι δεν θα έρθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ο θάνατος των δύο κρατών
Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί ο Netanyahu ρισκάρει να θέσει σε κίνδυνο όλα αυτά τα κέρδη προκειμένου να επεκτείνει τον ισραηλινό νόμο σε περιοχές που ήδη ελέγχει η χώρα του και που κανείς δεν την πιέζει να τις επιστρέψει. Γιατί να φουντώσει μια δυσλειτουργική παλαιστινιακή αιτία, να θυμώσει τα αραβικά κράτη (και ιδιαίτερα την Ιορδανία), να διακινδυνεύσει πιθανούς πονοκεφάλους με τους Ευρωπαίους και, σε περίπτωση νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ, να ξεκινήσει στραβά;
Η ιδέα της προσάρτησης πριν από τις τρεις τελευταίες εκλογές βοήθησε τον Netanyahu με την [εκλογική] βάση του.
Αλλά πώς τον βοηθά τώρα;
Η απάντηση θα μπορούσε να βρίσκεται στην κληρονομιά που ελπίζει να αφήσει πίσω του.
Η εφαρμογή του ισραηλινού νόμου σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Όχθης θα σήμαινε το μη αναστρέψιμο τέλος του παλαιστινιακού κρατικού σχεδίου, καθιστώντας τον, τον πρωθυπουργό που όχι μόνο έθαψε την λύση των δύο κρατών, αλλά προσάρτησε επιλεγμένα εδάφη της Δυτικής Όχθης.
Το 2014, η Knesset πέρασε έναν Βασικό Νόμο που απαιτεί μια υπερπλειοψηφία 80 εκ των 120 βουλευτών για να περάσει οποιαδήποτε νομοθεσία που θα ανέτρεπε την εδαφική εμβέλεια του ισραηλινού νόμου.
Με άλλα λόγια, θα ήταν σχεδόν αδύνατο για την Κνέσετ να περάσει ένα μέτρο παραχώρησης εδάφους στο οποίο είχε ήδη εφαρμοστεί ο ισραηλινός νόμος.
Εάν υπήρχε ένα δηλητηριώδες χάπι για την δολοφονία της λύσης δύο κρατών, αυτό ήταν ο βασικός νόμος του 2014.
Αυτό που θα κάνει ο Netanyahu την 1η Ιουλίου ή μετά, είναι αδύνατο να ειπωθεί.
Αλλά ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί τις επόμενες μέρες και εβδομάδες, οι προοπτικές για μια λύση δύο κρατών αποδεκτών και από τα δύο μέρη είναι ελάχιστες -σίγουρα υπό οποιεσδήποτε προβλέψιμες συνθήκες.
Ο Netanyahu δεν είναι ο μοναδικός αρχιτέκτονας αυτής της άσχημης κατάστασης.
Για σχεδόν τρεις δεκαετίες, η απουσία ισχυρών ηγετών και από τις δύο πλευρές˙ η βαθιά καχυποψία και δυσπιστία μεταξύ των πλευρών˙ τα ιστορικά τραύματα των συγκρουόμενων αφηγημάτων˙ η ακραία δυσκολία των ίδιων των ζητημάτων (συμπεριλαμβανομένων της Ιερουσαλήμ, των προσφύγων, των ισραηλινών οικισμών και της παλαιστινιακής τρομοκρατίας)˙ η αναποτελεσματικότητα της διαμεσολάβησης των ΗΠΑ˙ και η αδράνεια ενός status quo που θεωρήθηκε πολύ λιγότερο επικίνδυνο από όσο η αβέβαιη αλλαγή, έχουν τόσο ορίσει το τοπίο όσο και εμπόδισαν τα μέρη να φτάσουν σε κοινό έδαφος.
Αλλά έχοντας κάνει ό, τι μπορούσε για να σκοτώσει την λύση των δύο κρατών για το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, ο Netanyahu περιμένει τώρα, με το φτυάρι στο χέρι, να την θάψει.
Aaaron David Miller, συνεργάτης Carnegie Endowment, πρώην αναλυτής, σύμβουλος και διαπραγματευτής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε Δημοκρατικές και Ρεπουμπλικανικές διοικήσεις
Ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει με την προσάρτηση, αυτή θα είναι η κληρονομιά του -και πιθανότατα θα είναι μη αναστρέψιμη.
Οι ηγέτες εντός και εκτός της Μέσης Ανατολής πρακτικά τώρα εκλιπαρούν τον Netanyahu να επιδείξει αυτοσυγκράτηση.
Τις τελευταίες εβδομάδες, η συζήτηση στο Ισραήλ έχει μετατοπιστεί από το αν θα γίνει η προσάρτηση στο πόσο [έδαφος] πρέπει να προσαρτηθεί, υπογραμμίζοντας τον βαθμό στον οποίο το παιχνίδι παίζεται υπό τους όρους του.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός αντιμετωπίζει δίκη για δωροδοκία, απάτη και παραβίαση εμπιστοσύνης˙ μια πρόκληση από τους απείθαρχους δεξιούς εταίρους του στον συνασπισμό˙ μια επανεμφάνιση του COVID-19˙ οικονομική ύφεση˙ και το διαρκές πρόβλημα του Ιράν.
Αλλά αν οι άμεσοι στόχοι του είναι να παραμείνει στην εξουσία και να κλείσει μόνιμα την πόρτα για την δημιουργία ενός πραγματικού παλαιστινιακού κράτους, τότε κερδίζει, με αρκετό άνεμο στα πανιά του.
Κάποια μέρα, ο Netanyahu θα ξεμείνει από μαγικά, αλλά προς το παρόν αξίζει την φήμη του ως πολιτικού μάγου.
Ανίκανος να εξασφαλίσει την πλειοψηφία μετά από τρεις εκλογές σε διάστημα ενός έτους, συνήψε μια συμφωνία συνασπισμού με τον αντίπαλό του, Benny Gantz, που όχι μόνο αποκατέστησε τον Netanyahu και το κόμμα του το Likud (το μόνο συνεκτικό πολιτικό κίνημα στο Ισραήλ σήμερα), αλλά ανάγκασε τον Gantz να καταστρέψει την ατελή κεντρο-αριστερή συμμαχία του.
Εάν και όταν συμβεί ποτέ η συμφωνημένη εναλλαγή της πρωθυπουργίας στον Gantz (πρόκειται να αναλάβει τον Νοέμβριο του 2021), ο Netanyahu θα διατηρήσει την πλειοψηφία στην Κνέσετ, αφήνοντας τον Gantz με μικρό αριθμό εδρών και την εικόνα ενός πολιτικού που έχει καθίσει με τον διάβολο και πρόδωσε τους υποστηρικτές του για να το κάνει.
Πράγματι, ο Gantz ακούγεται όλο και περισσότερο σαν παλιός δεξιός οπαδός του Likud που μπορεί και να είναι. Την περασμένη εβδομάδα, φάνηκε να υποστηρίζει το σχέδιο προσάρτησης του Netanyahu, λέγοντας στους δημοσιογράφους ότι εάν οι Παλαιστίνιοι λένε όχι στις διαπραγματεύσεις για πάντα, οι Ισραηλινοί θα προχωρήσουν χωρίς αυτούς.
Ο Netanyahu δεν έχει εντελώς ελευθερία κινήσεων όταν πρόκειται για την προσάρτηση.
Όμως, σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας συνασπισμού, θα είναι σε θέση να προωθήσει το σχέδιό του προς συζήτηση στο υπουργικό συμβούλιο και την κυβέρνηση οποιαδήποτε στιγμή την 1η Ιουλίου ή μετά.
Και με προσάρτηση ή χωρίς προσάρτηση, ο Netanyahu μπορεί να βασίζεται στην ισχυρή λαϊκή υποστήριξη για την διακράτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη και των μεγάλων οικισμών της Δυτικής Όχθης υπό τον ισραηλινό έλεγχο, αενάως.
Αυτήν την στιγμή δεν υπάρχει σοβαρή πίεση στον Netanyahu να παραχωρήσει τίποτα -απλά να μην πάρει περισσότερα.
Ενα όνειρο γίνεται πραγματικότητα
Οι καλύτεροι σύμμαχοι του Netanyahu στην προσπάθειά του να εξαφανίσει τις παλαιστινιακές εθνικές φιλοδοξίες ήταν οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι.
Διχασμένο, δυσλειτουργικό και χωρίς κατεύθυνση, το παλαιστινιακό εθνικό κίνημα μοιάζει με την κιβωτό του Νώε: οι αντιμαχόμενες Φατάχ και Χαμάς δημιούργησαν δύο εκδοχές των πάντων: κρατίδια, υπηρεσίες ασφαλείας, συντάγματα και πάτρωνες. Όσο για τον πολιορκημένο Παλαιστίνιο πρόεδρο, Mahmud Abbas, είναι παγιδευμένος ανάμεσα σε ένα status quo που προσφέρει μια συνεχιζόμενη κατοχή και μια αλλαγή που παίρνει τη μη ελκυστική μορφή του ένοπλου αγώνα, της διάλυσης της Παλαιστινιακής Αρχής, ή της αποδοχής ενός ειρηνευτικού σχεδίου του Trump που στην καλύτερη περίπτωση προσφέρει κρατική υπόσταση.
Το κοινό έχει γίνει όλο και πιο περιφρονητικό απέναντι στην ηγεσία του Abbas, που τον πιστώνει για την επιτυχημένη διαχείριση της πανδημίας, αλλά για λίγα άλλα.
Οι απειλές του να κόψει όλους τους δεσμούς με το Ισραήλ, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας στον τομέα της ασφάλειας, θεωρούνται κούφιες.
Το χειρότερο εξακολουθεί να είναι η εξάρτηση της Παλαιστινιακής Αρχής από το Ισραήλ για τα πάντα, από τις άδειες ταξιδιού έως το νερό, την ηλεκτρική ενέργεια και την ιατρική περίθαλψη.
Μια οργανωμένη εκστρατεία βίας και τρόμου είναι απίθανη και θα έπαιζε προς όφελος της Χαμάς.
Ούτε μια αυθόρμητη ιντιφάντα φαίνεται επικείμενη.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η Φατάχ συγκέντρωσε χιλιάδες στους δρόμους της Ιεριχούς για να διαμαρτυρηθεί για την προσάρτηση. Αλλά στην Ραμάλα, αγωνίστηκε για να κάνει να φανούν 200 άτομα.
Ο Αμπάς αποτέλεσε για τον Netanyahu ένα όνειρο που έγινε πραγματικότητα.
Θέλοντας να συνεργαστεί με το Ισραήλ για την ασφάλεια και να αποφύγει τόσο την βία όσο και το τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ο Abbas έχει κάνει πολλά για να προωθήσει την εκστρατεία του Netanyahu για να κλείσει την πόρτα για μια ουσιαστική παλαιστινιακή κρατική οντότητα.
Θεωρείται επίσης από την κυβέρνηση Trump ως η ενσάρκωση όλων όσων είναι λάθος με τους Παλαιστινίους, βοηθώντας να απελευθερωθεί ο Netanyahu από σοβαρές πιέσεις των ΗΠΑ.
Όχι ότι υπάρχουν πολλά που μπορεί να κάνει ο Παλαιστίνιος πρόεδρος για να βελτιώσει την θέση της Παλαιστινιακής Αρχής.
Μερικοί τον έχουν παρακινήσει να καταρτίσει το δικό του σχέδιο ειρήνης.
Αλλά τι είδους σχέδιο θα ήταν αυτό;
Ο Abbas έχει κολλήσει ανάμεσα στην συνθηκολόγηση και τις προτάσεις που ο Netanyahu, ο Γκάντς και το ισραηλινό κοινό δεν θα αποδεχθούν ποτέ -όπως μια επιστροφή στα σύνορα του Ιουνίου 1967 με ανταλλαγές γης και την Ανατολική Ιερουσαλήμ ως παλαιστινιακή πρωτεύουσα.
Οι φιλοδοξίες του Netanyahu έχουν πάρει μια επιπλέον ώθηση από τα αραβικά κράτη, ειδικά του Κόλπου, των οποίων την εύνοια επεδίωξε.
Ακόμη και όταν συνέχισε την οικοδόμηση οικισμών και κινήθηκε για να αποτρέψει τις παλαιστινιακές φιλοδοξίες, οι σχέσεις της κυβέρνησής του με την Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το Μπαχρέιν άνθισαν.
Οράματα συμφωνιών μη-επιθετικότητας - ακόμη και ομαλοποίησης- χορεύουν στο κεφάλι του Netanyahu.
Και υπάρχουν καλοί λόγοι να πιστέψουμε ότι αυτή η ύφεση με τα κράτη του Αραβικού Κόλπου θα αντέξει: η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ που ανησυχούν για ένα ανερχόμενο Ιράν˙ η αραβική απογοήτευση και εξάντληση με τους Παλαιστίνιους˙ και η επιθυμία, ειδικά στον Κόλπο, να διατηρηθούν στενοί δεσμοί με μια κυβέρνηση Trump που συμμερίζεται τις αντι-ιρανικές απόψεις του Ισραήλ, βοήθησαν στην ευθυγράμμιση των συμφερόντων του Ισραήλ και των αραβικών κρατών, γεννώντας δημόσιες κινήσεις όπως επισκέψεις Ισραηλινών αθλητών, διπλωματών και επιχειρηματιών στον Κόλπο καθώς και πιο διακριτή συνεργασία για την ασφάλεια και τις πληροφορίες.
Τις τελευταίες εβδομάδες, το ζήτημα της προσάρτησης υπογράμμισε τόσο την υπόσχεση όσο και τους περιορισμούς αυτών των νέων σχέσεων.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η ισραηλινή εφημερίδα Yedioth Ahronoth δημοσίευσε ένα άνευ προηγουμένου άρθρο του Yousef al-Otaiba, του πρέσβη των ΗΑΕ στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και ένα βίντεο με το οποίο απευθύνθηκε απευθείας στο ισραηλινό κοινό, προειδοποιώντας για επιδείνωση των δεσμών εάν το Ισραήλ προχωρούσε την προσάρτηση και υποσχόμενος αναβαθμισμένους δεσμούς, αν καθυστερούσε.
Λίγο αργότερα, ο Nawaf Obaid, Σαουδάραβος πρώην πολιτικός σύμβουλος με δεσμούς με την βασιλική οικογένεια, έκανε μια παρόμοια έκκληση στις σελίδες της Haaretz.
Και ημέρες αργότερα, σε μια βιντεο-ενημέρωση της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής (American Jewish Committee), ο Anwar Gargash, Υπουργός Εξωτερικών των ΗΑΕ, εξέφρασε την αντίθεσή του στην προσάρτηση αλλά κατέστησε σαφές ότι οι πολιτικές διαφωνίες δεν πρέπει να αποκλείουν την συνεργασία με το Ισραήλ σε περιφερειακά θέματα.
Είναι σαφές, καθώς ο Netanyahu σκέφτεται αν και τι θα προσαρτήσει, ότι θα αναζητήσει τρόπους για να διατηρήσει τα εντυπωσιακά κέρδη του με τα κράτη του Κόλπου.
Και λαμβάνοντας υπόψη τα οφέλη που αποκομίζουν αυτές οι χώρες από την βελτιωμένη σχέση τους με το Ισραήλ, μπορεί να αναζητήσουν τρόπους να κάνουν το ίδιο.
Μεταξύ των υποστηρικτών του Netanyahu, ωστόσο, ένας εταίρος ξεχωρίζει.
Παρόλο που η κυβέρνηση Trump έστειλε πρόσφατα ανάμικτα μηνύματα σχετικά με το ζήτημα της προσάρτησης, ο πρόεδρος των ΗΠΑ και η ειρηνευτική ομάδα του έχουν κάνει πολλά για να υποστηρίξουν την αργή προσπάθεια του Netanyahu να σκοτώσει την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση.
Κατά τα τελευταία τρία χρόνια, η κυβέρνηση Trump δεν έχει επιδιώξει τίποτα λιγότερο από μια αναδιατύπωση της αμερικανικής πολιτικής για την λύση των δύο κρατών, ευθυγραμμίζοντάς την με τις επιθυμίες του Netanyahu: ένα παλαιστινιακό κράτος στο 70% της Δυτικής Όχθης, μια συμβολική πρωτεύουσα σε ένα προάστιο ή δύο της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, και μια σειρά από τόσο επαχθείς προϋποθέσεις που οι Παλαιστίνιοι θα έπρεπε να τηρήσουν, που ο ίδιος ο πρεσβευτής του Trump στο Ισραήλ αστειεύτηκε ότι θα έπρεπε να γίνουν μια δημοκρατία όπως ο Καναδάς για να πληρούν αυτές τις προϋποθέσεις.
Ναι, η υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών για την παλαιστινιακή κρατική υπόσταση προξενεί στον Netanyahu καούρες με την δεξιά πτέρυγά του.
Αλλά ο μακρύς κατάλογος από καλούδια που του έδωσε η κυβέρνηση Trump - από το να κηρύξει την Ιερουσαλήμ πρωτεύουσα του Ισραήλ και να ανοίξει την αμερικανική πρεσβεία εκεί μέχρι να κηρύξει τα Υψώματα του Γκολάν ως κυρίαρχο ισραηλινό έδαφος μέχρι το άνοιγμα της πόρτας για την προσάρτηση της Κοιλάδας του Ιορδάνη και μεγάλων τμημάτων της Δυτικής Όχθης με το ειρηνευτικό του σχέδιο- του έδωσε ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα.
Όχι μόνο αυτές οι κινήσεις επέτρεψαν στο Ισραήλ να επεκτείνει σταθερά την επικράτειά του˙ έχουν σχεδόν εγγυηθεί ότι οι Παλαιστίνιοι δεν θα έρθουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Ο θάνατος των δύο κρατών
Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί ο Netanyahu ρισκάρει να θέσει σε κίνδυνο όλα αυτά τα κέρδη προκειμένου να επεκτείνει τον ισραηλινό νόμο σε περιοχές που ήδη ελέγχει η χώρα του και που κανείς δεν την πιέζει να τις επιστρέψει. Γιατί να φουντώσει μια δυσλειτουργική παλαιστινιακή αιτία, να θυμώσει τα αραβικά κράτη (και ιδιαίτερα την Ιορδανία), να διακινδυνεύσει πιθανούς πονοκεφάλους με τους Ευρωπαίους και, σε περίπτωση νέας κυβέρνησης των ΗΠΑ, να ξεκινήσει στραβά;
Η ιδέα της προσάρτησης πριν από τις τρεις τελευταίες εκλογές βοήθησε τον Netanyahu με την [εκλογική] βάση του.
Αλλά πώς τον βοηθά τώρα;
Η απάντηση θα μπορούσε να βρίσκεται στην κληρονομιά που ελπίζει να αφήσει πίσω του.
Η εφαρμογή του ισραηλινού νόμου σε μεγάλο μέρος της Δυτικής Όχθης θα σήμαινε το μη αναστρέψιμο τέλος του παλαιστινιακού κρατικού σχεδίου, καθιστώντας τον, τον πρωθυπουργό που όχι μόνο έθαψε την λύση των δύο κρατών, αλλά προσάρτησε επιλεγμένα εδάφη της Δυτικής Όχθης.
Το 2014, η Knesset πέρασε έναν Βασικό Νόμο που απαιτεί μια υπερπλειοψηφία 80 εκ των 120 βουλευτών για να περάσει οποιαδήποτε νομοθεσία που θα ανέτρεπε την εδαφική εμβέλεια του ισραηλινού νόμου.
Με άλλα λόγια, θα ήταν σχεδόν αδύνατο για την Κνέσετ να περάσει ένα μέτρο παραχώρησης εδάφους στο οποίο είχε ήδη εφαρμοστεί ο ισραηλινός νόμος.
Εάν υπήρχε ένα δηλητηριώδες χάπι για την δολοφονία της λύσης δύο κρατών, αυτό ήταν ο βασικός νόμος του 2014.
Αυτό που θα κάνει ο Netanyahu την 1η Ιουλίου ή μετά, είναι αδύνατο να ειπωθεί.
Αλλά ανεξάρτητα από το τι θα συμβεί τις επόμενες μέρες και εβδομάδες, οι προοπτικές για μια λύση δύο κρατών αποδεκτών και από τα δύο μέρη είναι ελάχιστες -σίγουρα υπό οποιεσδήποτε προβλέψιμες συνθήκες.
Ο Netanyahu δεν είναι ο μοναδικός αρχιτέκτονας αυτής της άσχημης κατάστασης.
Για σχεδόν τρεις δεκαετίες, η απουσία ισχυρών ηγετών και από τις δύο πλευρές˙ η βαθιά καχυποψία και δυσπιστία μεταξύ των πλευρών˙ τα ιστορικά τραύματα των συγκρουόμενων αφηγημάτων˙ η ακραία δυσκολία των ίδιων των ζητημάτων (συμπεριλαμβανομένων της Ιερουσαλήμ, των προσφύγων, των ισραηλινών οικισμών και της παλαιστινιακής τρομοκρατίας)˙ η αναποτελεσματικότητα της διαμεσολάβησης των ΗΠΑ˙ και η αδράνεια ενός status quo που θεωρήθηκε πολύ λιγότερο επικίνδυνο από όσο η αβέβαιη αλλαγή, έχουν τόσο ορίσει το τοπίο όσο και εμπόδισαν τα μέρη να φτάσουν σε κοινό έδαφος.
Αλλά έχοντας κάνει ό, τι μπορούσε για να σκοτώσει την λύση των δύο κρατών για το μεγαλύτερο μέρος της τελευταίας δεκαετίας, ο Netanyahu περιμένει τώρα, με το φτυάρι στο χέρι, να την θάψει.
Aaaron David Miller, συνεργάτης Carnegie Endowment, πρώην αναλυτής, σύμβουλος και διαπραγματευτής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ σε Δημοκρατικές και Ρεπουμπλικανικές διοικήσεις
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών