Αρχικά, ο στόχος του 2% ήταν μια σύσταση που θεσπίστηκε το 2014 στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαλτική, αλλά για πολλά χρόνια μόνο μερικές χώρες κατάφεραν να τον υλοποιήσουν
Νέα δεδομένα που δημοσιεύθηκαν αυτήν την εβδομάδα αποκαλύπτουν ότι όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ αναμένεται να φτάσουν το στόχο του 2% του ΑΕΠ για αμυντικές δαπάνες το 2025, με τη συνολική αμυντική δαπάνη να αυξάνεται σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Αρχικά, ο στόχος του 2% ήταν μια σύσταση που θεσπίστηκε το 2014 στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαλτική, αλλά για πολλά χρόνια μόνο μερικές χώρες κατάφεραν να τον υλοποιήσουν.
Ωστόσο, η αυξανόμενη ανησυχία για νέους πολέμους, η αστάθεια στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή και η αβεβαιότητα σχετικά με τη συνεχιζόμενη στρατηγική στρατιωτικής ισχύος των ΗΠΑ υπό τον επανεκλεγέντα πρόεδρο Donald Trump ώθησαν τα κράτη-μέλη να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες.
Σημαντική νίκη Trump
Το 2025, όλες οι 31 χώρες μέλη του ΝΑΤΟ με ένοπλες δυνάμεις αναμένεται να πληρούν το όριο του 2%, σε σύγκριση με μόλις 10 από τα 30 κράτη μέλη το 2023.
Αξιοσημείωτο είναι ότι χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία, που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ το 2023 και το 2024 αντίστοιχα, υπερβαίνουν ήδη το 2% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες, αναγνωρίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας λόγω των νέων γεωπολιτικών απειλών.
Ψηλά βρίσκεται και η Ελλάδα με το 2,8% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες.
Αν και ο ορισμός του στόχου του 2% είναι αρκετά ασαφής, όπως συμφωνήθηκε κατά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαλτική το 2014, αυτή η ενίσχυση της στρατιωτικής δαπάνης θεωρείται πλέον δείκτης επιτυχίας της συμμαχίας, αλλά και αφορμή για έντονη συζήτηση στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και στη δημόσια σφαίρα.

Η ηγεσία των ΗΠΑ και οι μεγαλύτερες δαπάνες
Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες δαπάνες στο ΝΑΤΟ, ξοδεύοντας περισσότερα από όλα τα άλλα κράτη μέλη μαζί.
Η στρατιωτική δαπάνη των ΗΠΑ αντιπροσωπεύει το 3,2% του ΑΕΠ της, έναντι 2,5% που είναι ο μέσος όρος για τις χώρες εκτός των ΗΠΑ, οι οποίες παρουσίασαν εντυπωσιακή αύξηση των στρατιωτικών τους προϋπολογισμών την τελευταία δεκαετία.
Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη και η δέσμευσή τους για την ασφάλεια των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ έχουν παραμείνει σταθερές, παρά τις αμφιβολίες που υπήρξαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Trump, ο οποίος κατά την πρώτη του θητεία είχε ασκήσει κριτική σε αρκετές χώρες-μέλη, ιδιαίτερα τη Γερμανία, για τις αδυναμίες τους στο να εκπληρώσουν το στόχο του 2%.
Ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Jens Stoltenberg, δήλωσε το 2022 ότι η συμμαχία πραγματοποιεί την μεγαλύτερη αναθεώρηση της συλλογικής άμυνας και αποτροπής από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Η ρωσική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία κατέστησε το ΝΑΤΟ τον κύριο υποστηρικτή της Ουκρανίας στον αγώνα της για την άμυνά της, γεγονός που αύξησε την πίεση στους ευρωπαίους συμμάχους να ενισχύσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.
Ωστόσο, ακόμη και πριν από την έναρξη του πολέμου το 2022, υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις για την αδυναμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αποτροπής.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είχαν υιοθετήσει μια χαλαρή προσέγγιση στη χρηματοδότηση της άμυνας, καθώς πίστευαν ότι η απειλή ήταν περιορισμένη σε καιρούς ειρήνης.

Η Γερμανία και η στροφή στους εξοπλισμούς
Η Γερμανία, η οποία παραδοσιακά ήταν επιφυλακτική όσον αφορά τη στρατιωτική της ενίσχυση λόγω των ιστορικών της δεσμεύσεων, αναμένεται να έχει επιτύχει τον στόχο του 2% του ΑΕΠ το 2024, με σημαντική ανανέωση της στρατιωτικής της υποδομής.
Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία για το 2025 δεν είναι ακόμα διαθέσιμα στις αναφορές του ΝΑΤΟ, είναι σαφές ότι η Γερμανία κάνει σοβαρές προσπάθειες να αναβαθμίσει τις αμυντικές της δαπάνες και να ακολουθήσει την πολιτική ενίσχυσης της αποτροπής και της ασφάλειας στην Ευρώπη.
Η δήλωση του πρώην καγκελαρίου Angela Merkel, ότι αν η Γερμανία επιτύχει τους στόχους του ΝΑΤΟ, θα ήταν μεγάλη ανατροπή στην πολιτική του κράτους, αποτυπώνει την ένταση του πολιτικού κλίματος που είχε δημιουργηθεί γύρω από αυτό το ζήτημα.
www.bankingnews.gr
Αρχικά, ο στόχος του 2% ήταν μια σύσταση που θεσπίστηκε το 2014 στην Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαλτική, αλλά για πολλά χρόνια μόνο μερικές χώρες κατάφεραν να τον υλοποιήσουν.
Ωστόσο, η αυξανόμενη ανησυχία για νέους πολέμους, η αστάθεια στην παγκόσμια γεωπολιτική σκηνή και η αβεβαιότητα σχετικά με τη συνεχιζόμενη στρατηγική στρατιωτικής ισχύος των ΗΠΑ υπό τον επανεκλεγέντα πρόεδρο Donald Trump ώθησαν τα κράτη-μέλη να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες.
Σημαντική νίκη Trump
Το 2025, όλες οι 31 χώρες μέλη του ΝΑΤΟ με ένοπλες δυνάμεις αναμένεται να πληρούν το όριο του 2%, σε σύγκριση με μόλις 10 από τα 30 κράτη μέλη το 2023.
Αξιοσημείωτο είναι ότι χώρες όπως η Σουηδία και η Φινλανδία, που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ το 2023 και το 2024 αντίστοιχα, υπερβαίνουν ήδη το 2% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες, αναγνωρίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της άμυνας λόγω των νέων γεωπολιτικών απειλών.
Ψηλά βρίσκεται και η Ελλάδα με το 2,8% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες.
Αν και ο ορισμός του στόχου του 2% είναι αρκετά ασαφής, όπως συμφωνήθηκε κατά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στη Βαλτική το 2014, αυτή η ενίσχυση της στρατιωτικής δαπάνης θεωρείται πλέον δείκτης επιτυχίας της συμμαχίας, αλλά και αφορμή για έντονη συζήτηση στο εσωτερικό του ΝΑΤΟ και στη δημόσια σφαίρα.

Η ηγεσία των ΗΠΑ και οι μεγαλύτερες δαπάνες
Οι Ηνωμένες Πολιτείες συνεχίζουν να είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες δαπάνες στο ΝΑΤΟ, ξοδεύοντας περισσότερα από όλα τα άλλα κράτη μέλη μαζί.
Η στρατιωτική δαπάνη των ΗΠΑ αντιπροσωπεύει το 3,2% του ΑΕΠ της, έναντι 2,5% που είναι ο μέσος όρος για τις χώρες εκτός των ΗΠΑ, οι οποίες παρουσίασαν εντυπωσιακή αύξηση των στρατιωτικών τους προϋπολογισμών την τελευταία δεκαετία.
Η στρατιωτική παρουσία των ΗΠΑ στην Ευρώπη και η δέσμευσή τους για την ασφάλεια των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ έχουν παραμείνει σταθερές, παρά τις αμφιβολίες που υπήρξαν κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Trump, ο οποίος κατά την πρώτη του θητεία είχε ασκήσει κριτική σε αρκετές χώρες-μέλη, ιδιαίτερα τη Γερμανία, για τις αδυναμίες τους στο να εκπληρώσουν το στόχο του 2%.
Ο πρώην Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ, Jens Stoltenberg, δήλωσε το 2022 ότι η συμμαχία πραγματοποιεί την μεγαλύτερη αναθεώρηση της συλλογικής άμυνας και αποτροπής από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.
Η ρωσική στρατιωτική επιχείρηση στην Ουκρανία κατέστησε το ΝΑΤΟ τον κύριο υποστηρικτή της Ουκρανίας στον αγώνα της για την άμυνά της, γεγονός που αύξησε την πίεση στους ευρωπαίους συμμάχους να ενισχύσουν τις αμυντικές τους δαπάνες.
Ωστόσο, ακόμη και πριν από την έναρξη του πολέμου το 2022, υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις για την αδυναμία της Ευρώπης να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις της αποτροπής.
Οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες είχαν υιοθετήσει μια χαλαρή προσέγγιση στη χρηματοδότηση της άμυνας, καθώς πίστευαν ότι η απειλή ήταν περιορισμένη σε καιρούς ειρήνης.

Η Γερμανία και η στροφή στους εξοπλισμούς
Η Γερμανία, η οποία παραδοσιακά ήταν επιφυλακτική όσον αφορά τη στρατιωτική της ενίσχυση λόγω των ιστορικών της δεσμεύσεων, αναμένεται να έχει επιτύχει τον στόχο του 2% του ΑΕΠ το 2024, με σημαντική ανανέωση της στρατιωτικής της υποδομής.
Παρά το γεγονός ότι τα στοιχεία για το 2025 δεν είναι ακόμα διαθέσιμα στις αναφορές του ΝΑΤΟ, είναι σαφές ότι η Γερμανία κάνει σοβαρές προσπάθειες να αναβαθμίσει τις αμυντικές της δαπάνες και να ακολουθήσει την πολιτική ενίσχυσης της αποτροπής και της ασφάλειας στην Ευρώπη.
Η δήλωση του πρώην καγκελαρίου Angela Merkel, ότι αν η Γερμανία επιτύχει τους στόχους του ΝΑΤΟ, θα ήταν μεγάλη ανατροπή στην πολιτική του κράτους, αποτυπώνει την ένταση του πολιτικού κλίματος που είχε δημιουργηθεί γύρω από αυτό το ζήτημα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών