(upd) Όταν η νέα πρωθυπουργός της Ιαπωνίας, Sanae Takaichi, ανέλαβε τα καθήκοντά της, δεσμεύτηκε ότι προτεραιότητά της θα είναι η βελτίωση της ιαπωνικής οικονομίας.
Ωστόσο, οι δηλώσεις της για την Ταϊβάν, που προηγήθηκαν, αλλά και ενδεχόμενα νέα λάθη χειρισμών, θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό κόστος όχι μόνο για την Ιαπωνία, αλλά και για την περιοχή Ασίας - Ειρηνικού, ακόμη και σε παγκόσμια κλίμακα.
Ο αναλυτής Dr. Dan Steinbock, στο άρθρο του στο Moderrn Diplomacy, σημειώνει ότι στις 21 Οκτωβρίου η Takaichi, πρόεδρος του κυβερνώντος Liberal Democratic Party (LDP), εξελέγη ως η 104η πρωθυπουργός της χώρας, η πρώτη γυναίκα που καταλαμβάνει το ανώτατο αξίωμα.
Μόλις έναν μήνα αργότερα, στην πρώτη της ομιλία στο Κοινοβούλιο, η Takaichi, 64 ετών, δήλωσε ότι η Ιαπωνία ενδέχεται να εμπλακεί στρατιωτικά σε μια σύγκρουση μεταξύ Κίνας και Ταϊβάν.
Οι τοποθετήσεις αυτές προκάλεσαν διπλωματική κρίση, με τις σχέσεις Ιαπωνίας–Κίνας να καταρρέουν στο χαμηλότερο σημείο των τελευταίων ετών.
Για τον Steinbock, αυτή η κρίση δεν ήρθε ξαφνικά.
Η Takaichi χρειάζεται μια γεωπολιτική σύγκρουση για να μετατοπίσει την προσοχή από τα βαθιά, διαχρονικά και δομικά οικονομικά προβλήματα της Ιαπωνίας.
Πολιτική στροφή στη σκληρή δεξιά
Αντί να διατηρήσει τη συνεργασία με το κεντρώο κόμμα Komeito, η Takaichi συγκρότησε κυβέρνηση συνασπισμού με το κεντροδεξιό κόμμα Nippon Ishin.
Έπειτα από 26 χρόνια, ο συνασπισμός του LDP με το Komeito έλαβε τέλος, οδηγώντας το LDP σε σαφή στρατηγική και ιδεολογική μετατόπιση προς τα δεξιά.
Αρχικά, η δημοτικότητα της κυβέρνησης της Takaichi βρέθηκε σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα αποδοχής, από 65% έως 85%, καταγράφοντας μια από τις καλύτερες εκκινήσεις ιαπωνικής κυβέρνησης τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ειδικά στις ηλικιακές ομάδες νέων και μεσαίων ψηφοφόρων.
Οι πολίτες δίνουν συντριπτική προτεραιότητα σε ζητήματα πληθωρισμού (84%), οικονομικής ενίσχυσης (64%), κοινωνικών παροχών και ασφάλειας (53%) και εθνικής ασφάλειας (47%).
Τα ζητήματα καθημερινότητας υπερτερούν κατά πολύ των στρατιωτικών θεμάτων.
Μόλις 17% των Ιαπώνων ενέκρινε τον διορισμό του Hagiuda Koichi στη θέση του εκτελεστικού αναπληρωτή γραμματέα της κυβέρνησης.
Στο παρελθόν είχε βρεθεί στο επίκεντρο σκανδάλου «μαύρων ταμείων», ενώ μετά τη δολοφονία του Abe, οι δεσμοί του LDP με την αμφιλεγόμενη Unification Church επανεξετάστηκαν.
Ο Hagiuda διατηρούσε στενές σχέσεις με την οργάνωση, γεγονός που προκάλεσε αρνητικές αντιδράσεις.
Παράλληλα, τόσο η Takaichi όσο και ο Hagiuda συμμετέχουν στον εθνικιστικό και ακροδεξιό μη κυβερνητικό οργανισμό Nippon Kaigi.
Ο οργανισμός προωθεί την αναθεώρηση της ιαπωνικής μεταπολεμικής ιστορίας, την επαναθεοποίηση του ρόλου του αυτοκράτορα, την υποβάθμιση της έμφυλης ισότητας, τις επίσημες επισκέψεις στο Yasukuni Shrine, αλλά και αρνείται ιστορικά εγκλήματα όπως η καταναγκαστική πορνεία των “comfort women” στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η Nippon Kaigi διαθέτει ισχυρή παρουσία στο ιαπωνικό κοινοβούλιο και έξι Ιάπωνες πρωθυπουργοί έχουν υπάρξει μέλη της.
Ο απώτερος στόχος της Takaichi είναι η πλήρης κανονικοποίηση της Nippon Kaigi και η εμβάθυνση στρατιωτικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ.
Sell off στα ιαπωνικά ομόλογα
Μετά από όλα αυτά, οι κλυδωνισμοί είναι μεγάλοι, ειδικά στα κρατικά ομόλογα της Ιαπωνίας, εν μέσω αυξανόμενων εικασιών για πρόωρη αύξηση επιτοκίων από την Bank of Japan.
Η απόδοση του 10ετούς κρατικού ομολόγου αυξήθηκε έως το 1,875%, το υψηλότερο επίπεδο από τις 17 Ιουνίου 2008.
Παράλληλα, το γεν ενισχύθηκε στα 155,37-37 ανά δολάριο, από 156,28-31 την ίδια ώρα την Παρασκευή.
Σε ομιλία του ο διοικητής της BOJ, Kazuo Ueda, τόνισε ότι η κεντρική τράπεζα θα λάβει «κατάλληλη απόφαση» για το αν θα αυξήσει τα επιτόκια στη συνεδρίαση πολιτικής της 18-19 Δεκεμβρίου.
Σε μετέπειτα συνέντευξη Τύπου, προειδοποίησε ότι η καθυστέρηση στην αύξηση των επιτοκίων θα μπορούσε να ενισχύσει τον πληθωρισμό και να προκαλέσει σύγχυση στην αγορά.
Δομική οικονομική ασθένεια
Πρόσφατα, η ιαπωνική κυβέρνηση ενέκρινε πακέτο στήριξης ύψους 135 δισεκατομμυρίων δολαρίων, για την αντιμετώπιση της ακρίβειας και την ενίσχυση της ανάπτυξης, με στρατηγικές επενδύσεις σε ημιαγωγούς και τεχνητή νοημοσύνη.
Η Takaichi πίεζε για μια «υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική», αλλά δεν είναι σαφές πώς θα ισορροπήσει τη δημοσιονομική σύνεση με νέες δαπάνες.
Η Ιαπωνία διαθέτει το μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στον κόσμο, που πλησιάζει τα 10 τρισεκατομμύρια δολάρια, υπερδιπλάσιο του μεγέθους της οικονομίας της.
Ο λόγος που δεν έχει καταρρεύσει μέχρι σήμερα η οικονομία, παρά το δυσθεώρητο δημόσιο χρέος, είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος του κατέχεται από εγχώριους επενδυτές και τα επιτόκια παρέμεναν χαμηλά. Παρότι ο δείκτης χρέους/ΑΕΠ μειώθηκε από την πρώτη φάση της πανδημίας μέχρι σήμερα, οι νέες δημοσιονομικές κινήσεις της Takaichi μπορεί να αναστρέψουν την τάση.
Η οικονομική στασιμότητα, η συρρίκνωση του πληθυσμού και η δημογραφική γήρανση, σε συνδυασμό με χρόνια πακέτα τόνωσης και αυξημένες κοινωνικές παροχές, αύξησαν περαιτέρω την πίεση του χρέους.
Για τον Steinbock, η νέα δημοσιονομική επέκταση ενέχει σοβαρούς κινδύνους: αύξηση των επιτοκίων και αδυναμία του γεν, με αποτέλεσμα νέο κύμα πληθωρισμού, απώλεια εμπιστοσύνης επενδυτών, ή ακόμη και φυγή κεφαλαίων, με ευρύτερες οικονομικές παρενέργειες.
Η επίμονη αντίφαση του LDP
Τα πρώτα σημάδια καταγράφουν αυξημένο άγχος στις ιαπωνικές αγορές.
Οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων JGBs ανέβηκαν πρόσφατα στο 1,835%, επίπεδο που έχει να καταγραφεί από το 2008.
Το γεν αποδυναμώθηκε προσωρινά στα 157,90 δολάρια έναντι του δολαρίου, ενώ τα στοιχήματα για αύξηση επιτοκίου από την BOJ δείχνουν αναβλητικότητα παρά τον πληθωρισμό στο 3%.
Εάν η αξιοπιστία της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής φθαρεί, η αποδυνάμωση του γεν πιθανόν να πυροδοτήσει νέο κύμα ανόδου τιμών, μειώνοντας την αποτελεσματικότητα των πακέτων στήριξης.
Αυτό θα ανάγκαζε την κυβέρνηση της Takaichi να προωθήσει περισσότερη τόνωση, πιέζοντας μεσο–μακροπρόθεσμα την οικονομική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Πρόκειται για τη μεγάλη αντίφαση που είχε καταφέρει να ελέγξει ο Abe, αλλά η Takaichi ξεκινάει από πλέον πιο εύθραυστη βάση, με εμφανή τα σημάδια αδυναμίας του νομίσματος.
Το υπερσυντηρητικό προφίλ της Takaichi
Η Takaichi, προερχόμενη από μεσοαστική οικογένεια με δύο εργαζόμενους γονείς, μεγάλωσε σε ιδιαίτερα συντηρητικό περιβάλλον. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο και εργάστηκε στις ΗΠΑ ως congress fellow για τη δημοκρατική βουλευτή Pat Schroeder.
Επιστρέφοντας στην Ιαπωνία ανέπτυξε καριέρα στην τηλεόραση TV Asahi και μπήκε στην πολιτική στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Παρότι αρχικά εκλεγμένη με φιλελεύθερη αφετηρία, μετά τις εκλογές μετακινήθηκε στο LDP.
Η υποστήριξή του Shinzo Abe την έφερε στη θέση της πολιτικής διαδοχής ήδη από το 2010.
Η δεξιά της ταυτότητα συνδέθηκε συμβολικά με επισκέψεις στο Yasukuni Shrine, ενώ το 2011 φωτογραφήθηκε ακόμη και με τον αρχηγό μικρού ιαπωνικού νεοναζιστικού κόμματος, Kazunari Yamada.
Ύστερα από τρεις αποτυχημένες διεκδικήσεις, η τέταρτη την κατέστησε την πρώτη γυναίκα πρωθυπουργό της Ιαπωνίας, σε μια συγκυρία όπου η συμμαχία ΗΠΑ–Ιαπωνίας θεωρείται για την Takaichi πυλώνας που μπορεί να εισέλθει σε «χρυσή εποχή», όπως η ίδια έχει δηλώσει στην αμερικανική ναυτική βάση της Yokosuka.
Τρία πιθανά σενάρια
Σήμερα η Takaichi βρίσκεται μπροστά σε τρεις πιθανές εξελίξεις.
Στο πρώτο σενάριο, θα επιδιώξει προσεκτική αποκλιμάκωση των εντάσεων μέσω διαλόγου.
Η Ιαπωνία παραμένει βαθιά εξαρτημένη από τον κινεζικό τουρισμό, τις εξαγωγές θαλασσινών και τις πρώτες ύλες όπως οι σπάνιες γαίες, ενώ η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το 20% των ιαπωνικών εμπορικών ροών το 2024.
Η αποκλιμάκωση θα στηριζόταν από τις ΗΠΑ για λόγους περιφερειακής σταθερότητας, αλλά δεν αποτελεί ιδεολογικό στόχο της Takaichi, παρά περισσότερο οικονομική ανάγκη της κοινής γνώμης.
Στο δεύτερο, η παρατεταμένη αστάθεια θα συντηρηθεί με κύματα μικρών εντάσεων και συγκρουσιακής ρητορικής χωρίς πλήρη ρήξη.
Αυτό θα επέτρεπε στην Κίνα να διατηρεί οικονομική πίεση, στην κυβέρνηση της Takaichi να κανονικοποιεί αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες και την ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον, ενώ οι αγορές θα τιμωρούσαν τη χώρα με επίμονη αβεβαιότητα και πιέσεις στο ΑΕΠ.
Το τρίτο σενάριο, η πλήρης κλιμάκωση, θα σήμαινε περαιτέρω διάρρηξη διπλωματικών σχέσεων και ενίσχυση στρατιωτικής παρουσίασης, με πιθανές ναυτικές επιχειρήσεις σε αμφισβητούμενα ύδατα.
Η Takaichi θα δεσμευόταν ακόμη βαθύτερα στο ζήτημα της Ταϊβάν, υπερβαίνοντας την κόκκινη γραμμή της Κίνας. Παρότι η κυβέρνηση Trump τείνει να περιφερειοποιεί τις συγκρούσεις, μια πλήρης κλιμάκωση θα έπληττε δραστικά την ιαπωνική ανάπτυξη, θα μείωνε την αποτελεσματικότητα του οικονομικού πακέτου, θα υπονόμευε την εμπιστοσύνη επιχειρήσεων και επενδυτών και θα αύξανε τον κίνδυνο φυγής κεφαλαίων.
Καθοριστικές εβδομάδες για τις αγορές και τη διπλωματία
Η απόφαση της Κίνας να μεταφέρει το ζήτημα στον ΟΗΕ αναγκάζει την κυβέρνηση της Takaichi σε αμυντική διπλωματική θέση.
Οι επόμενες εβδομάδες θα είναι κρίσιμες, καθώς νέα λάθη θα μπορούσαν να επιταχύνουν τη γεωπολιτική και οικονομική διάβρωση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών