Από την αρχή το SKS σχεδιάστηκε ως ένα αυτόνομο σύστημα που διαθέτει όσα χρειάζεται ο στρατιώτης για να το λειτουργεί
Ένα από τα λίγα καλά του σοβιετικού συστήματος ήταν η έλλειψη ιδιωτικών συμφερόντων στον αμυντικό τομέα.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις καθόριζαν τις ανάγκες και προδιέγραφαν τα μέσα που θα τις ικανοποιούσαν. Κατόπιν ομάδες σχεδιαστών υπέβαλλαν τις ανεξάρτητες προτάσεις τους, τις σύγκριναν και δοκίμαζαν τα πρωτότυπα υπό την επίβλεψη των αντίστοιχων διευθύνσεων. Η διαδικασία αντιμετωπίζονταν ως Εθνικός Σκοπός και αρκετά συχνά οι ανταγωνιζόμενες ομάδες έκριναν και βοηθούσαν στη βελτίωση των ιδεών των “αντιπάλων”, οι οποίοι στην πραγματικότητα ήταν συνάδελφοι με κοινούς στόχους.
Το ασφαλές “PLAN B”
Σήμερα πλέον το Avtomat Kalashnikov θεωρείται δεδομένο, ίσως και απλοϊκό.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1940 όμως, όταν τα πρωτότυπα ΑΚ-46 και ΑΚ-47 έπαιρναν μορφή, η κατασκευή του ήταν τεχνολογική πρόκληση. Την ώρα που ο Μιχαήλ Καλάσνικωφ ενημερωνόταν για τις διαστάσεις του απόρητου “φυσιγγίου εφόδου Μ43” (7,62Χ39mm) για να ξεκινήσει τα σχέδια του, είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή ένα εναλλακτικό σχέδιο χαμηλού ρίσκου. Μια άλλη ομάδα υπό τον εδραιωμένο Σεργκεί Σιμόνωφ τελείωνε το πρωτότυπο μιας συμβατικότερης, ημιαυτόματης αραβίδας για το ίδιο πυρομαχικό.
Το όπλο μπήκε σε υπηρεσία ως SKS-45. Ήταν η εναλλακτική σε περίπτωση αποτυχίας και προοριζόταν για να οπλίσει στρατεύματα δεύτερης γραμμής.
Μεταξύ 1946 και 1959, τα κρατικά εργοστάσια TULA και IZMASH θα κατασκεύαζαν σχεδόν 5.000.000 αντίγραφα. Παράλληλα υιοθετήθηκε από όλο το ανατολικό μπλοκ. Χώρες όπως η Κίνα και η Γιουγκοσλαβία πρόσθεσαν αρκετά ακόμη εκατομμύρια όπλα δικής τους παραγωγής στο “λογαριασμό”.
Έχοντας συμμετάσχει σε κάθε σύρραξη από τον πόλεμο της Κορέας και του Βιετνάμ μέχρι τις ταραχές στην Αλβανία και την Υεμένη, παραμένει ένα από τα πλέον αξιόπιστα και αναγνωρίσιμα τυφέκια στις εμπόλεμες γωνιές του πλανήτη.
Ένα αυτόνομο σύστημα
Το SKS δεν ήταν το πρώτο ημιαυτόματο όπλο των σοβιετικών, η διάκριση ανήκει στο AVS-36 του ιδίου σχεδιαστή. Όμως ήταν το πρώτο επιτυχημένο και αξιόπιστο τουφέκι που γεφύρωσε την ημιαυτόματη λειτουργία με ένα νέο φυσίγγιο μέσης ισχύος.
Ο Σιμόνωφ χρησιμοποίησε ένα σύστημα αερίων με πιστόνι βραχείας οπισθοδρόμησης που είχε αναπτύξει το 1941 για το αντιαρματικό τυφέκιο PTRS. Αλλάζοντας τις διαστάσεις, κατέληξε σε ένα απλό και ελαφρό τουφέκι με λίγα απάρτια. Η τροφοδοσία γίνεται από το άνοιγμα του κλείστρου στο πάνω μέρος του κορμού. 10 φυσίγγια συγκρατούνται στον σταθερό γεμιστήρα και το κλείστρο μένει ανοικτό μετά την τελευταία βολή, επιταχύνοντας τη διαδικασία επαναγέμισης. Ο χειριστής το γεμίζει από κλιπς (μεταλλικούς συνδετήρες) που συγκρατούν 10 φυσίγγια μαζί είτε ένα-ένα.
Από την αρχή το SKS σχεδιάστηκε ως ένα αυτόνομο σύστημα που διαθέτει όσα χρειάζεται ο στρατιώτης για να το λειτουργεί. Εκτός από το γεμιστήρα που δεν αφαιρείται και η ξιφολόγχη είναι μόνιμα προσαρμοσμένη κάτω από την κάνη. Μπορεί να περιστραφεί κατά 180 μοίρες και να ασφαλίσει για χρήση. Μέσα στο ξύλινο κοντάκι φυλάσσεται ένα κιτ καθαρισμού που επιτρέπει στο στρατιώτη να λύσει, επιθεωρήσει και καθαρίσει το όπλο του χωρίς άλλα
εργαλεία, ενώ η ράβδος καθαρισμού της κάνης φυλάσεται μέσα στο χειροφυλακτήρα. Το μόνο “εργαλείο” που απαιτείται για την αποσυναρμολόγηση του SKS είναι ένα φυσίγγιο.
Ένα “ρεαλιστικό” τυφέκιο
Την εποχή που σχεδιάστηκε το SKS τα τυφέκια πεζικού είχαν “τερατώδεις” διαστάσεις. Το M1 Garand ζύγιζε σχεδόν 5 κιλά. Το ρωσικό SVT-40 είχε μήκος 1,2 μέτρα και ζύγιζε 3,9 κιλά κενό.
Συγκριτικά, το SKS ζυγίζει 3,85 κιλά (με ξιφολόγχη και καθαριστικά) και με μήκος ενός μέτρου είναι πολύ πιο βολικό.
Η διαφορά προέρχεται από τη ρεαλιστική διαπίστωση ότι οι συμπλοκές διεξάγονταν σε κοντινές αποστάσεις, οπότε δεν υπάρχει λόγος για βαριά και δύσχρηστα όπλα με βεληνεκές 1.000 μέτρων.
Οι διαστάσεις έκαναν το SKS αγαπητό στους στρατιώτες. Η απλότητα και η αντοχή του το διατήρησαν σε χρήση. Οι κάνες είναι χρωμιωμένες για να μη διαβρώνονται και τα απλα χειριστήρια περιορίζονται στο μοχλό όπλισης (στη δεξια πλευρά, όπως έκαναν αργότερα για το ΑΚ-47), το κουμπί της ασφάλειας και τη σκανδάλη.
Την εποχή που σχεδιάστηκε δεν υπήρχε πρόβλεψη για διόπτρες. Τα σκόπευτρα, απαράλλακτα σχεδόν από το Nagant 1895 ρυθμίζονται ως τα “αισιόδοξα” 1.000 μέτρα.
Όμως όπλο και πυρομαχικά βρίσκονται στο στοιχείο τους εντός 400 μέτρων από το στόχο. Εκεί, η χαμηλή ανάκρουση του Μ43 και η ευχρηστία του SKS πλεονεκτούν. Τα διδάγματα του πολέμου στη Φιλανδία το 1939-1940 και των οδομαχιών κατά των ναζί στην Ουκρανία ενσωματώθηκαν πλήρως στο όπλο.
Μεταβατικό στάδιο
Όταν το 1959 η τεχνογνωσία παραγωγής του ΑΚ παγιώθηκε στη μορφή του βελτιωμένου ΑΚΜ, το SKS πέρασε σε δεύτερη μοίρα.
Αλλά είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την επιρροή του στο νεώτερο όπλο. Ο τρόπος σύνδεσης του συστήματος αερίων, τα σκόπευτρα και ο μοχλός όπλισης είναι σχεδόν πανομοιότυπα, και ας μη λησμονήσουμε το κοινό φυσίγγιο.
Η Κίνα έλαβε τεχνική βοήθεια για να παράγει το δικό της μοντέλο 1956 και πολλά από τα 9.000.000 αντίγραφα του βρίσκονται πλέον στα χέρια ιδιωτών. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πρώην γιουγκοσλάβικα Μ59/66 ξεχωρίζουν από το μοναδικό φλογοκρύπτη- εκτοξευτή οπλοβομβίδων στο στόμιο της κάνης. Όντας ημιαυτόματα, αξιόπιστα και φθηνά, κατέληξαν στην πολιτική αγορά. Είναι εξαιρετικά κυνηγετικά όπλα για οπληφόρα τα οποία πριν κάποια χρόνια μπορούσαν να αγοραστούν για 400-500 ευρώ, κυριολεκτικά “στα γράσσα”.
www.bankingnews.gr
Οι Ένοπλες Δυνάμεις καθόριζαν τις ανάγκες και προδιέγραφαν τα μέσα που θα τις ικανοποιούσαν. Κατόπιν ομάδες σχεδιαστών υπέβαλλαν τις ανεξάρτητες προτάσεις τους, τις σύγκριναν και δοκίμαζαν τα πρωτότυπα υπό την επίβλεψη των αντίστοιχων διευθύνσεων. Η διαδικασία αντιμετωπίζονταν ως Εθνικός Σκοπός και αρκετά συχνά οι ανταγωνιζόμενες ομάδες έκριναν και βοηθούσαν στη βελτίωση των ιδεών των “αντιπάλων”, οι οποίοι στην πραγματικότητα ήταν συνάδελφοι με κοινούς στόχους.
Το ασφαλές “PLAN B”
Σήμερα πλέον το Avtomat Kalashnikov θεωρείται δεδομένο, ίσως και απλοϊκό.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1940 όμως, όταν τα πρωτότυπα ΑΚ-46 και ΑΚ-47 έπαιρναν μορφή, η κατασκευή του ήταν τεχνολογική πρόκληση. Την ώρα που ο Μιχαήλ Καλάσνικωφ ενημερωνόταν για τις διαστάσεις του απόρητου “φυσιγγίου εφόδου Μ43” (7,62Χ39mm) για να ξεκινήσει τα σχέδια του, είχε ήδη τεθεί σε εφαρμογή ένα εναλλακτικό σχέδιο χαμηλού ρίσκου. Μια άλλη ομάδα υπό τον εδραιωμένο Σεργκεί Σιμόνωφ τελείωνε το πρωτότυπο μιας συμβατικότερης, ημιαυτόματης αραβίδας για το ίδιο πυρομαχικό.
Το όπλο μπήκε σε υπηρεσία ως SKS-45. Ήταν η εναλλακτική σε περίπτωση αποτυχίας και προοριζόταν για να οπλίσει στρατεύματα δεύτερης γραμμής.
Μεταξύ 1946 και 1959, τα κρατικά εργοστάσια TULA και IZMASH θα κατασκεύαζαν σχεδόν 5.000.000 αντίγραφα. Παράλληλα υιοθετήθηκε από όλο το ανατολικό μπλοκ. Χώρες όπως η Κίνα και η Γιουγκοσλαβία πρόσθεσαν αρκετά ακόμη εκατομμύρια όπλα δικής τους παραγωγής στο “λογαριασμό”.
Έχοντας συμμετάσχει σε κάθε σύρραξη από τον πόλεμο της Κορέας και του Βιετνάμ μέχρι τις ταραχές στην Αλβανία και την Υεμένη, παραμένει ένα από τα πλέον αξιόπιστα και αναγνωρίσιμα τυφέκια στις εμπόλεμες γωνιές του πλανήτη.
Ένα αυτόνομο σύστημα
Το SKS δεν ήταν το πρώτο ημιαυτόματο όπλο των σοβιετικών, η διάκριση ανήκει στο AVS-36 του ιδίου σχεδιαστή. Όμως ήταν το πρώτο επιτυχημένο και αξιόπιστο τουφέκι που γεφύρωσε την ημιαυτόματη λειτουργία με ένα νέο φυσίγγιο μέσης ισχύος.
Ο Σιμόνωφ χρησιμοποίησε ένα σύστημα αερίων με πιστόνι βραχείας οπισθοδρόμησης που είχε αναπτύξει το 1941 για το αντιαρματικό τυφέκιο PTRS. Αλλάζοντας τις διαστάσεις, κατέληξε σε ένα απλό και ελαφρό τουφέκι με λίγα απάρτια. Η τροφοδοσία γίνεται από το άνοιγμα του κλείστρου στο πάνω μέρος του κορμού. 10 φυσίγγια συγκρατούνται στον σταθερό γεμιστήρα και το κλείστρο μένει ανοικτό μετά την τελευταία βολή, επιταχύνοντας τη διαδικασία επαναγέμισης. Ο χειριστής το γεμίζει από κλιπς (μεταλλικούς συνδετήρες) που συγκρατούν 10 φυσίγγια μαζί είτε ένα-ένα.
Από την αρχή το SKS σχεδιάστηκε ως ένα αυτόνομο σύστημα που διαθέτει όσα χρειάζεται ο στρατιώτης για να το λειτουργεί. Εκτός από το γεμιστήρα που δεν αφαιρείται και η ξιφολόγχη είναι μόνιμα προσαρμοσμένη κάτω από την κάνη. Μπορεί να περιστραφεί κατά 180 μοίρες και να ασφαλίσει για χρήση. Μέσα στο ξύλινο κοντάκι φυλάσσεται ένα κιτ καθαρισμού που επιτρέπει στο στρατιώτη να λύσει, επιθεωρήσει και καθαρίσει το όπλο του χωρίς άλλα
εργαλεία, ενώ η ράβδος καθαρισμού της κάνης φυλάσεται μέσα στο χειροφυλακτήρα. Το μόνο “εργαλείο” που απαιτείται για την αποσυναρμολόγηση του SKS είναι ένα φυσίγγιο.
Ένα “ρεαλιστικό” τυφέκιο
Την εποχή που σχεδιάστηκε το SKS τα τυφέκια πεζικού είχαν “τερατώδεις” διαστάσεις. Το M1 Garand ζύγιζε σχεδόν 5 κιλά. Το ρωσικό SVT-40 είχε μήκος 1,2 μέτρα και ζύγιζε 3,9 κιλά κενό.
Συγκριτικά, το SKS ζυγίζει 3,85 κιλά (με ξιφολόγχη και καθαριστικά) και με μήκος ενός μέτρου είναι πολύ πιο βολικό.
Η διαφορά προέρχεται από τη ρεαλιστική διαπίστωση ότι οι συμπλοκές διεξάγονταν σε κοντινές αποστάσεις, οπότε δεν υπάρχει λόγος για βαριά και δύσχρηστα όπλα με βεληνεκές 1.000 μέτρων.
Οι διαστάσεις έκαναν το SKS αγαπητό στους στρατιώτες. Η απλότητα και η αντοχή του το διατήρησαν σε χρήση. Οι κάνες είναι χρωμιωμένες για να μη διαβρώνονται και τα απλα χειριστήρια περιορίζονται στο μοχλό όπλισης (στη δεξια πλευρά, όπως έκαναν αργότερα για το ΑΚ-47), το κουμπί της ασφάλειας και τη σκανδάλη.
Την εποχή που σχεδιάστηκε δεν υπήρχε πρόβλεψη για διόπτρες. Τα σκόπευτρα, απαράλλακτα σχεδόν από το Nagant 1895 ρυθμίζονται ως τα “αισιόδοξα” 1.000 μέτρα.
Όμως όπλο και πυρομαχικά βρίσκονται στο στοιχείο τους εντός 400 μέτρων από το στόχο. Εκεί, η χαμηλή ανάκρουση του Μ43 και η ευχρηστία του SKS πλεονεκτούν. Τα διδάγματα του πολέμου στη Φιλανδία το 1939-1940 και των οδομαχιών κατά των ναζί στην Ουκρανία ενσωματώθηκαν πλήρως στο όπλο.
Μεταβατικό στάδιο
Όταν το 1959 η τεχνογνωσία παραγωγής του ΑΚ παγιώθηκε στη μορφή του βελτιωμένου ΑΚΜ, το SKS πέρασε σε δεύτερη μοίρα.
Αλλά είναι εύκολο να διακρίνει κανείς την επιρροή του στο νεώτερο όπλο. Ο τρόπος σύνδεσης του συστήματος αερίων, τα σκόπευτρα και ο μοχλός όπλισης είναι σχεδόν πανομοιότυπα, και ας μη λησμονήσουμε το κοινό φυσίγγιο.
Η Κίνα έλαβε τεχνική βοήθεια για να παράγει το δικό της μοντέλο 1956 και πολλά από τα 9.000.000 αντίγραφα του βρίσκονται πλέον στα χέρια ιδιωτών. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πρώην γιουγκοσλάβικα Μ59/66 ξεχωρίζουν από το μοναδικό φλογοκρύπτη- εκτοξευτή οπλοβομβίδων στο στόμιο της κάνης. Όντας ημιαυτόματα, αξιόπιστα και φθηνά, κατέληξαν στην πολιτική αγορά. Είναι εξαιρετικά κυνηγετικά όπλα για οπληφόρα τα οποία πριν κάποια χρόνια μπορούσαν να αγοραστούν για 400-500 ευρώ, κυριολεκτικά “στα γράσσα”.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών