Τελευταία Νέα
Οικονομία

WSJ: Αυτούς που φοβούνται περισσότερο οι επενδυτές στην Ελλάδα είναι οι… αρχαιολόγοι

WSJ: Αυτούς που φοβούνται περισσότερο οι επενδυτές στην Ελλάδα είναι οι… αρχαιολόγοι
Η Ελλάδα προσπαθεί να προστατεύσει την πολιτιστική της κληρονομιά αλλά βρίσκεται υπό πίεση για να προσελκύσει επενδύσεις
Στα προβλήματα που έχουν αντιμετωπίσει αρκετές επενδύσεις στην Ελλάδα λόγω των… αρχαιολόγων αναφέρεται εκτενής ανάλυση της Wall Street Journal, παραθέτοντας μία σειρά από γεγονότα που το αποδεικνύουν.
Η εφημερίδα αναφέρεται στην περίπτωση ενός Έλληνο-Αμερικανού επιχειρηματία, του Mike Angeliades, ο οποίος κέρδισε έναν διαγωνισμό του Δημοσίου το 2014 προκειμένου να κατασκευάσει ένα resort γκολφ στη Ρόδο, αξίας 400 εκατ. ευρώ.
Δύο χρόνια αργότερα και ενώ είχε δαπανήσει 1,5 εκατ. ευρώ, η αρχαιολογική υπηρεσία «πάγωσε» το όλο εγχείρημα, καθώς η αρχαιολογική υπηρεσία ανακοίνωσε ότι το εν λόγω σημείο βρίσκεται κοντά στα ερείπια φρουρίου της Μυκηναϊκής περιόδου.
Το 2016 το ΤΑΙΠΕΔ υποσχέθηκε στον επενδυτή ότι θα προσλάβει ανεξάρτητους αρχαιολόγους για να επιθεωρήσουν την περιοχή, αλλά ο κ. Angeliades… ακόμη περιμένει.
Μία άλλη περίπτωση είναι αυτή του Μετρό της Θεσσαλονίκης αλλά και αυτή του Ελληνικού, δύο επενδύσεις που έχουν μείνει στάσιμες –αν και το Μετρό Θεσσαλονίκης έχει, επιτέλους, ξεκινήσει- εκ νέου λόγω των αρχαιολόγων.
Η ελληνική αρχαιολογική υπηρεσία είναι μεταξύ των υπηρεσιών που προκαλούν τον μεγαλύτερο… φόβο, γράφει η WSJ, καθώς μπορεί να «παγώσει» επενδυτικά σχέδια για χρόνια, με την υποψία και μόνον ότι στον χώρο της προτεινόμενης επένδυσης μπορεί να υπάρχουν αρχαία.
Παράλληλα η εφημερίδα παραδέχεται ότι η Ελλάδα προσπαθεί να προστατεύσει την πολιτιστική της κληρονομιά αλλά ταυτόχρονα βρίσκεται υπό ασφυκτικές πιέσεις προκειμένου να προσελκύσει επενδύσεις και να εξέλθει της κρίσης.
Μέρος της αδιαλλαξίας -όπως την χαρακτηρίζουν ορισμένοι- της αρχαιολογικής υπηρεσίας ίσως πηγάζει από τις δεκαετίες του 1980 και 1990, όταν υπήρξαν πολλές περιπτώσεις Ελλήνων που έκρυβαν ή έκλεβαν αρχαιότητες κατά τη διάρκεια κατασκευαστικών εργασιών.
Οι νόμοι αυστηροποιήθηκαν ώστε κανένα κατασκευαστικό έργο να μην μπορεί να προχωρήσει, χωρίς την έγκριση της αρχαιολογικής υπηρεσίας.
Όταν η οικονομική κρίση έπληξε την Ελλάδα, όπως δήλωσε στην WSJ η επικεφαλής της αρχαιολογικής υπηρεσίας, κ. Μαρία Βλαζάκη, οι αρχές ήταν πιθανότερο να δώσουν άκριτα το πράσινο φως για οποιοδήποτε έργο.
«Όλα γίνονταν βιαστικά, χωρίς να ακολουθούνται οι σωστές διαδικασίες, χρησιμοποιώντας την κρίση ως δικαιολογία».
Η WSJ σημειώνει πως άλλες χώρες με αρχαιολογικό πλούτο, όπως το Ισραήλ και η Ιταλία, ακολουθούν διαφορετική προσέγγιση.
Στο Ισραήλ, η νομοθεσία προβλέπει διαμοιρασμό του κόστους που αφορά στον χειρισμό των αρχαιοτήτων, μεταξύ του κράτους και του επενδυτή, ενώ η χώρα διαθέτει περισσότερα κονδύλια για αρχαιολόγους.
Στην Ελλάδα, όμως, δεν υπάρχει αυτή η οικονομική δυνατότητα του κράτους, όπως σημειώνει ο καθηγητής Ελληνικού πολιτισμού του Πανεπιστημίου Cambridge, κ. Paul Cartledge. Ενδεικτικά, στο ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού απασχολούνται 6.500 άτομα, ενώ στο αντίστοιχο Ιταλικό 18.500.
Στην Ιταλία, οι αρμόδιες αρχές έχουν προσπαθήσει να περιορίσουν τις μεγάλες καθυστερήσεις στα κατασκευαστικά έργα, επιτρέποντας την ενσωμάτωση αρχαιοτήτων στις νέες δομές. Όμως, σε περιπτώσεις εξαιρετικά σημαντικών ευρημάτων, οι κατασκευές επηρεάζονται και στην Ιταλία.



www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης