Τελευταία Νέα
Αναλύσεις – Εκθέσεις

Scope: Αμετάβλητη στο BBB- η αξιολόγηση της Ελλάδας, αναβαθμίστηκε σε θετικό το outlook - Ανάπτυξη 2% το 2024

Scope: Αμετάβλητη στο BBB- η αξιολόγηση της Ελλάδας, αναβαθμίστηκε σε θετικό το outlook - Ανάπτυξη 2% το 2024
Όπως φαίνεται, το χειραγωγούμενο πάρτι με τις αναβαθμίσεις συνεχίζεται
Σε «ΒΒΒ-» διατήρησε τη μακροπρόθεσμη πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας η Scope Ratings, μεταβάλλοντας τις προοπτικές επαναξιολόγησης (outlook) σε θετικές.... επιβεβαιώνοντας πλήρως το bankingnews που έγκαιρα είχε αποκαλύψει τους σχεδιασμούς τους γερμανικού οίκου αξιολόγησης.
Όπως φαίνεται λοιπόν, το χειραγωγούμενο πάρτι με τις αναβαθμίσεις συνεχίζεται, αφού δεν αντικατοπτρίζουν τις πραγματικές δυνατότητες της οικονομίας μας.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τον γερμανικό οίκο, η μείωση του δημόσιου χρέους, η βελτιωμένη ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος και η δυναμική των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι οι βασικοί λόγοι για την αναθεώρηση του Outlook.
Από την άλλη, το πολύ αυξημένο δημόσιο χρέος και οι διαρκείς διαρθρωτικές οικονομικές αδυναμίες παραμένουν πιστωτικοί περιορισμοί.
Ειδικότερα, η Scope Ratings επιβεβαίωσε την αξιολόγηση του αξιόχρεου της Ελλάδας σε BBB-, τόσο σε τοπικό όσο και σε ξένο νόμισμα, και αναθεώρησε τις προοπτικές σε θετικές από σταθερές. 
Η αναθεώρηση των προοπτικών σε θετικές αντανακλά την προσδοκία της Scope για περαιτέρω μείωση του δείκτη χρέους της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
Η εκτιμώμενη μείωση του ελληνικού χρέους, η οποία ήταν ένας από τους μοχλούς της αξιολόγησης του οίκου στην επενδυτική βαθμίδα τον περασμένο Αύγουστο, οφείλεται στην ευνοϊκή δυναμική και τον περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος, σε συνδυασμό με τα ισχυρότερα του αναμενομένου πρωτογενή πλεονάσματα.
Επιπλέον, η εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος, η μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, παράλληλα με τις ιδιωτικοποιήσεις των 4 συστημικών τραπεζών, αποτελούν πυλώνα στήριξης της ανθεκτικότητας του εγχώριου χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Τέλος, η εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων, που διευκολύνονται από τα ευρωπαϊκά προγράμματα ανάκαμψης, ενισχύουν την ανθεκτικότητα και την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.

Οδηγοί…

Συνεχής μείωση του δημόσιου χρέους και επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων: Όπως προαναφέρθηκε, σύμφωνα με τη Scope, η αναθεώρηση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, πρωτίστως, αντανακλά τη μείωση του δημόσιου χρέους, που οφείλεται στο μεσοπρόθεσμο outlook της ονομαστικής ανάπτυξης και στο χαμηλό μέσο κόστος των τόκων για την εξυπηρέτηση του ανεξόφλητου χρέους, καθώς επίσης και στην ισχυρή δέσμευση εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης για δημοσιονομική σύνεση.
Όπως σημειώνει o oίκος, το συνολικό χρέος της γενικής κυβέρνησης της Ελλάδας μειώθηκε, από 207% επί του ΑΕΠ ως το 2020, στο 161,9% έως το τέλος του 2023 - γεγονός το οποίο αντιπροσωπεύει σημαντική πτώση 45 π.μ., ήδη αρκετά κάτω από τα προ του Covid-19 επίπεδα (180,6% από τα τέλη του 2019).
Την ίδια στιγμή, η ισχυρή ανάκαμψη από το β’ τρίμηνο του 2020, παράλληλα με τον αυξημένο πληθωρισμό, οδήγησαν σε αξιοσημείωτη πτώση τον λόγο του δημόσιου χρέους προς ΑΕΠ, κάτι που καθιστά την πτώση του χρέους περισσότερο βιώσιμη.
Σε αυτό το περιβάλλον, λέει η Scope, ο δείκτης χρέους φαίνεται πως βαίνει προς μείωση στο 151,9% έως το τέλος του 2024 και στο 130,7% έως το 2029.
Αν η υπόθεση αυτή λάβει σάρκα και οστά, το ποσοστό αυτό θα είναι το χαμηλότερο αρχής γενομένης από την έναρξη της ελληνικής κρίσης (α' τρίμηνο του 2010).
Επίσης, θα είναι κάτω από το ποσοστό χρέους της Ιταλίας, με αξιολόγηση BBB+, έως το 2026.
Οι προβλέψεις του γερμανικού οίκου για το ελληνικό χρέος έχουν ενισχυθεί λόγω της συνεχιζόμενης δημοσιονομικής υπεραπόδοσης, δεδομένου ότι η κυβέρνηση θα επιτύχει κατά τις εκτιμήσεις -αν δεν υπερβεί- πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ το 2024.
Επίσης, η Scope έχει επικαιροποιήσει τις μεσοπρόθεσμες εκτιμήσεις για το πρωτογενές ισοζύγιο.
Πιο συγκεκριμένα, τώρα αναμένει από την ελληνική κυβέρνηση να επιτύχει πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ το 2025-2027 - μια αύξηση από την προηγούμενη συντηρητική υπόθεση μόνο 1%.
Η δημοσιονομική σύνεση που επιδεικνύουν επιμόνως οι Αρχές εμπνέει εμπιστοσύνη σε ό,τι αφορά την επίτευξη των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα ενόψει των επόμενων εκλογών, χωρίς απρόβλεπτους κλυδωνισμούς, σύμφωνα με τη Scope.
Σημειώνεται πως αυτό συμβαίνει παρά την ενισχυμένη ανεξαρτησία της χάραξης πολιτικής μετά την έξοδο της Ελλάδας από τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής και ενισχυμένης εποπτείας μετά τη διάσωσή της.
Τα πρωτογενή πλεονάσματα ευθυγραμμίζονται με τα μέτρια ονομαστικά δημοσιονομικά ελλείμματα που ανέρχονται κατά μέσο όρο στο 0,8% του ΑΕΠ την περίοδο 2024-29.
Οι προβλέψεις της Scope για το χρέος προϋποθέτουν επί του παρόντος ανάπτυξη κατά 2,0% φέτος, 1,8% το 2025 και κατά μέσο όρο 1,4% από το 2026 έως το 2029.
Ωστόσο, αυτή η πρόβλεψη είναι αισιόδοξη, αφού δεν αντικατοπτρίζει κάποια ύφεση επί του παρόντος σε μεσοπρόθεσμη βάση.
Επιπλέον, ο οίκος υποθέτει ότι ο πληθωρισμός του ΑΕΠ θα κυμαίνεται στο 2,2% την περίοδο 2024-2029, από μόλις -0,4% από το 2012-2021.
Σύμφωνα με τη Scope καθοδικοί κίνδυνοι είναι:

i)τυχόν απότομη οικονομική ύφεση.
ii) μια απροσδόκητη επιστροφή σε περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού.
iii) μια νέα σοβαρή αύξηση των επιτοκίων δανεισμού.
και/ή iv) απροσδόκητη και ουσιαστική αποδυνάμωση της δημοσιονομικής θέσης της Ελλάδας.
Για παράδειγμα, σε ένα δυσμενές οικονομικό σενάριο δύο συνεχόμενων ετών ύφεσης κατά την περίοδο 2024-25, το ελληνικό χρέος μπορεί να φτάσει το 172% του ΑΕΠ έως το 2025.

Βελτίωση ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος: Ο δεύτερος μοχλός της αναθεώρησης του Outlook σε θετικό είναι η συνεχιζόμενη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά τη μείωση των NPLs, που σε ενοποιημένη βάση μειώθηκαν σημαντικά: από 49,2% τον Ιούνιο του 2017 στο 7,0% τον Μάρτιο του 2024.
Αυτή η μείωση υποστηρίχθηκε από τιτλοποιήσεις οποίες υποστηρίζονται από το πρόγραμμα εγγυοδοσίας «Ηρακλής», το οποίο πήρε παράταση τον περασμένο Νοέμβριο και θα διαρκέσει τουλάχιστον μέχρι τον Δεκέμβριο του τρέχοντος έτους.
Η Scope αναμένει ότι ο δείκτης NPLs θα συνεχίσει να μειώνεται καθώς οι τράπεζες είναι αφοσιωμένες στη δέσμευσή τους για περαιτέρω εκκαθάριση των ισολογισμών τους.
Παρά ταύτα, πρέπει να σημειωθεί πως τα ελληνικά κόκκινα δάνεια σε αυτό το στάδιο παραμένουν πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (1,9% το πρώτο τρίμηνο του 2024).
Επιπλέον είναι στο σύστημα - ακόμη και αν δεν αναφέρονται από επίσημα στατιστικά στοιχεία.
Εν προκειμένω αξίζει να επισημανθεί πως από το τέλος του 2021 και εξής η κερδοφορία των τραπεζών έχει βελτιωθεί λόγω της μείωσης των προβλέψεων επί επισφαλών δανείων, των αυξημένων μη επαναλαμβανόμενων εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις και μέσων αντιστάθμισης κινδύνου, καθώς και της αύξησης των εσόδων από τόκους, που ενισχύονται από τα υψηλότερα επιτόκια δανεισμού.
Τα κεφάλαια κατηγορίας 1 (tier 1) σε όλο το σύστημα παρουσιάζονται ενισχυμένα λόγω των κερδών και της απομάκρυνσης επικίνδυνων περιουσιακών στοιχείων από τους τραπεζικούς ισολογισμούς.
Το πρώτο τρίμηνο του 2024 ανέρχονταν σε 16,2% επί των σταθμισμένων στον κίνδυνο στοιχείων ενεργητικού (risk-weighted assets), έναντι 13,0% το 2021.
Από την άλλη, τα εγχώρια κρατικά ομόλογα που είναι εγγεγραμμένα στους ισολογισμούς των τραπεζών, οι μετοχές που κατέχει η κυβέρνηση στις τράπεζες και οι κρατικές εγγυήσεις στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής υπογραμμίζουν τον εξαιρετικό δεσμό τραπεζών - κράτους, αντανακλώντας μια συνεχιζόμενη πιστωτική ανησυχία.
Όπως υπενθυμίζει η Scope, η Ελλάδα πούλησε το 22% της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) τον περασμένο Νοέμβριο και πιο πρόσφατα μερίδιο 27% στην Τράπεζα Πειραιώς.
Στην παρούσα φάση, το Δημόσιο, μέσω του Ελληνικού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), έχει απόεπενδύσει πλήρως από τις τρεις εκ των τεσσάρων συστημικών τραπεζών και κατέχει το υπόλοιπο 18% των μετοχών της Εθνικής και το 72,5% της μικρότερης Attica Bank.
Η ελληνική κυβέρνηση σχεδιάζει να πουλήσει τις υπόλοιπες μετοχές και να «κλείσει» το ΤΧΣ μέχρι το τέλος του 2024, πριν από την καταληκτική ημερομηνία του τέλους του 2025.
Οι ιδιωτικοποιήσεις των τραπεζών, παράλληλα με τη μείωση των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων, αμβλύνουν την οξεία και επώδυνη κληρονομιά της ελληνικής κρίσης και περικόπτουν, σε ένα βαθμό, τις διασυνδέσεις κράτους - τραπεζών υποστηρίζοντας την αλλαγή των προοπτικών επί το θετικότερον.

Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και ενισχυμένη μακροοικονομική σταθερότητα: Ο τελικός μοχλός αναθεώρησης του Outlook είναι η ενισχυμένη μακροοικονομική σταθερότητα μετά τις κρίσεις των τελευταίων 15 ετών, οι συνεχείς διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και οι επενδύσεις, που έχουν στηρίξει τις οικονομικές προοπτικές.
Διαπιστώνεται πρόοδος σε ό,τι αφορά τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις του «Ελλάδα 2.0», του ελληνικού σχεδίου ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και της πολιτικής της ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε πρόσφατα μια θετική προκαταρκτική αξιολόγηση σχετικά με το τέταρτο αίτημα πληρωμής δανείων ύψους 2,3 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της διευκόλυνσης ανάκαμψης και ανθεκτικότητας.
Το αναθεωρημένο ελληνικό πρόγραμμα ανάκαμψης και ανθεκτικότητας, που αντικατοπτρίζει το REPowerEU, ανέρχεται σε 35,95 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων 18,2 δισ. ευρώ σε επιχορηγήσεις και 17,7 δισ. ευρώ σε δάνεια.
Οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα (14% της παραγωγής από το έτος έως το πρώτο τρίμηνο του 2024) αλλά αυτό το ποσοστό είναι ισχυρότερο από το 11% του 2019.
Προϊόντος του χρόνου, λέει ο γερμανικός οίκος, η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων μπορεί να ενισχύσει τη δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας που σήμερα εκτιμάται σε 1,0% ετησίως, ποσοστό το οποίο αντικατοπτρίζει τη σύγχρονη οικονομική ιστορία της Ελλάδας παράλληλα με τα δημογραφικά στεγανά (-0,9% ετησίως οι μεταβολές του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας που προβλέπουν τα Ηνωμένα Έθνη για την περίοδο 2024-29.
Τα επόμενα χρόνια αναμένεται ενισχυμένη ονομαστική οικονομική ανάπτυξη, δεδομένου του εναρμονισμένου πληθωρισμού 2,7% το 2024 και 2,8% το 2025, μετά από 4,2% πέρυσι.
Η ανεργία μειώθηκε στο 10,6% του ενεργού εργατικού δυναμικού μέχρι τον Μάιο του τρέχοντος έτους –από τις κορυφές του 20,2% τον Ιούνιο του 2020–, ούσα στα χαμηλότερα επίπεδα από το 2009.
Ωστόσο εξακολουθεί να είναι πολύ πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ για 6,0% τον Μάιο του 2024.
Η Scope βλέπει τη διατήρηση της ανεργίας στο 10,6% για το τρέχον έτος και στη συνέχεια μείωση στο 10,2% έως το 2025, υποστηριζόμενη από τη συνεχιζόμενη οικονομική ανάπτυξη.

Θετικές και αρνητικές προοπτικές αξιολόγησης

Οι θετικές προοπτικές αντικατοπτρίζουν την άποψη της Scope ότι οι κίνδυνοι για τις αξιολογήσεις κλίνουν προς τα πάνω κατά τους επόμενους 12 έως 18 μήνες.
Τα ανοδικά σενάρια για τις μακροπρόθεσμες αξιολογήσεις προϋποθέτουν (μεμονωμένα ή συλλογικά):

1) Η ονομαστική ανάπτυξη και η δημοσιονομική εξυγίανση να οδηγούν σε ισχυρή και διατηρήσιμη πτωτική πορεία του δημόσιου χρέους μεσοπρόθεσμα,
2) Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα να περιοριστούν περαιτέρω, μέσω της ενίσχυσης της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών, της περαιτέρω μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και/ή του περιορισμού των δεσμών κράτους-τραπεζών και/ή
3) Να μειωθούν οι διαρθρωτικές-οικονομικές και εξωτερικές ανισορροπίες, αυξάνοντας το μεσοπρόθεσμο αναπτυξιακό δυναμικό και ενισχύοντας τη μακροοικονομική βιωσιμότητα.

 Αρνητικά σενάρια για την αξιολόγηση και/ή τις προοπτικές (μεμονωμένα ή συλλογικά) είναι:

1) Η στήριξη του Ευρωσυστήματος για το ελληνικό χρέος να μειωθεί σημαντικά, προκαλώντας την πραγματοποίηση των πιο σοβαρών σεναρίων της αγοράς,
2) Η δημοσιονομική πολιτική να παραμείνει χαλαρή για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ή να υπάρξει μια πιο σοβαρή οικονομική ύφεση, που θα εμποδίσει ή θα αντιστρέψει την τρέχουσα πορεία μείωσης του λόγου του δημόσιου χρέους,
3) Οι κίνδυνοι του τραπεζικού τομέα να ενταθούν εκ νέου, αυξάνοντας τον κίνδυνο πραγματοποίησης ενδεχόμενων υποχρεώσεων που επηρεάζουν τον κρατικό ισολογισμό-
4)και/ή βιωσιμότητα της μακροοικονομικής ανάπτυξης να αποδυναμωθεί ή/και οι μακροοικονομικές ανισορροπίες και οι ανισορροπίες του εξωτερικού τομέα να αυξηθούν.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης