
Η κυβέρνηση των ΗΠΑ επιδιώκει να αποδυναμώσει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα και να προκαλέσει οικονομικό χάος!
Οι προσπάθειες να εξηγηθεί η πρόσφατη πτώση στην αξία του δολαρίου επικεντρώνονται στην αυξανόμενη πιθανότητα ύφεσης στις ΗΠΑ: η προοπτική απότομης πτώσης στην ανάπτυξη, λέει το Chatham House, τείνει να απωθεί παρά να προσελκύει κεφαλαιακές εισροές, με αποτέλεσμα την υποτίμηση του νομίσματος.
Ωστόσο, ίσως υπάρχει μια βαθύτερη αιτία για την πτώση του δολαρίου, που σχετίζεται με την άποψη ορισμένων στελεχών της κυβέρνησης Trump ότι το καθεστώς αποθεματικού νομίσματος αποτελεί περισσότερο βάρος παρά ευλογία για την οικονομία των ΗΠΑ.
Η "θεραπεία" τους είναι να διαβρώσουν το καθεστώς του στο διεθνές νομισματικό σύστημα, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να το αποδυναμώσουν μόνιμα έναντι άλλων νομισμάτων, με την ελπίδα ότι ένα υποτιμημένο δολάριο θα μειώσει το εμπορικό έλλειμμα και θα προσελκύσει κατασκευαστές πίσω στις ΗΠΑ.
Αυτή η άποψη είναι δύσκολο να υποστηριχθεί. Αλλά αν η κυβέρνηση όντως στοχεύει να διαβρώσει το καθεστώς του δολαρίου, το διεθνές νομισματικό σύστημα μπορεί να εισέλθει σε μια μορφή αναρχίας που δεν έχει βιώσει από τότε που ο πρόεδρος Richard Nixon αποσύνδεσε την αξία του δολαρίου από τον χρυσό πριν από περισσότερα από 50 χρόνια.
Αν το διεθνές νομισματικό σύστημα δεν μπορεί να βασιστεί στην πλήρη μετατρεψιμότητα του δολαρίου ή στη διαθεσιμότητά του σε περιόδους κρίσης, τότε εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά.
Μια απότομη επιδείνωση του διεθνούς καθεστώτος του δολαρίου θα αύξανε απότομα το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα θα προσέφερε στην Κίνα έναν πολύ ευκολότερο δρόμο για τη διεθνοποίηση του δικού της νομίσματος.
Το «Ολλανδικό Σύνδρομο»;
Η άποψη ότι το καθεστώς αποθεματικού νομίσματος αποτελεί πρόβλημα πηγάζει από την ιδέα ότι ο κεντρικός του ρόλος στο διεθνές νομισματικό σύστημα αποτελεί μια μορφή του λεγόμενου «Ολλανδικού Συνδρόμου».
Αυτό το φαινόμενο περιγράφει πώς η εξάρτηση μιας χώρας από ένα μεγάλο εξαγώγιμο προϊόν –το φυσικό αέριο στην περίπτωση της Ολλανδίας τη δεκαετία του 1960– οδηγεί σε ανατίμηση του νομίσματος που καθιστά τις υπόλοιπες δραστηριότητες, ιδιαίτερα τη μεταποίηση, μη ανταγωνιστικές.
Κατά αναλογία, ορισμένοι στην κυβέρνηση Trump υποστηρίζουν ότι η ελκυστικότητα του δολαρίου ως διεθνούς καταφυγίου δημιούργησε υπερβολική ζήτηση, με αποτέλεσμα μια διαρθρωτική υπερτίμηση του συναλλάγματος και συνακόλουθη απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Για αυτούς, αυτός είναι βασικός παράγοντας για την πτώση του ποσοστού των εργαζομένων στη μεταποίηση στις ΗΠΑ – από 24% το 1974 σε μόλις 8% το 2024.
Ο αντιπρόεδρος JD Vance εξέφρασε μια εκδοχή αυτού του επιχειρήματος, όταν ως γερουσιαστής το 2023, αμφισβήτησε την αξία του αποθεματικού νομίσματος του δολαρίου, συγκρίνοντάς το με την «κατάρα των φυσικών πόρων» των Απαλαχίων.
Υποστήριξε ότι η σημασία του άνθρακα για την οικονομία της περιοχής οδήγησε στην αποβιομηχάνιση και τη μείωση της οικονομικής ποικιλομορφίας και δυναμικής.
Πιο πρόσφατα, ο Steve Miran, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Προέδρου Trump, υποστήριξε ότι η λειτουργία του δολαρίου προκαλεί «στρεβλώσεις στο συνάλλαγμα» που συνέβαλαν στο να επιβαρυνθεί η χώρα με μη βιώσιμα εμπορικά ελλείμματα, καθώς τα ξένα αγαθά έγιναν φθηνότερα από τα εγχώρια.
Είναι αλήθεια ότι το δολάριο βρίσκεται σήμερα σε υψηλά επίπεδα, πλησιάζοντας τα ισχυρότερα από το 1985.
Όμως δεν είναι καθόλου σαφές ότι αυτό οφείλεται στο καθεστώς αποθεματικού νομίσματος.
Τα τελευταία 50 χρόνια το δολάριο έχει τεράστιες διακυμάνσεις, με περιόδους ανατίμησης – όπως την τελευταία δεκαετία – και περιόδους υποτίμησης, όπως συνέβη για δέκα συνεχόμενα χρόνια από το 2002.
Κατά τη διάρκεια αυτών των κύκλων, το επίπεδο του δολαρίου άλλαζε χωρίς να επηρεάζει ιδιαίτερα το καθεστώς του.
Είναι, μάλιστα, περίεργο να υποστηρίζεται από μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης ότι η ισχύς του δολαρίου συνδέεται με τον ρόλο του ως αποθεματικoύ νομίσματος, τη στιγμή που την τελευταία δεκαετία αυτός ο ρόλος έχει ελαφρώς υποχωρήσει, παρά την ανατίμηση του δολαρίου.
Στο τέλος του 2024, το δολάριο αντιστοιχούσε στο 58% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων, έναντι 65% πριν από δέκα χρόνια.
Παράλληλα, το ποσοστό των αμερικανικών κρατικών ομολόγων που κατείχαν ξένοι επενδυτές μειώθηκε σημαντικά – από 50% το 2014 σε περίπου ένα τρίτο σήμερα.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το εμπορικό έλλειμμα του Ηνωμένου Βασιλείου έχει αυξηθεί παράλληλα με των ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες.
Δεν χρειάζεται να διαθέτει μια χώρα αποθεματικό νόμισμα για να εμφανίζει διαχρονική και διαρθρωτική επιδείνωση στο εμπορικό της ισοζύγιο – αυτό καθορίζεται κυρίως από τη διαφορά μεταξύ αποταμίευσης και επενδύσεων.
Ένας πολύ πιο εύλογος τρόπος να εξηγηθεί τόσο η ενίσχυση του δολαρίου όσο και η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία είναι απλώς ότι η αμερικανική οικονομία παρουσίασε μεγαλύτερη ζωτικότητα από πολλές ανταγωνιστικές.
Ήταν η δεκαετία του «αμερικανικού εξαιρετισμου», και είναι φυσικό το σχετικό δυναμικό της αμερικανικής οικονομίας να προσελκύει κεφάλαια στις αγορές μετοχών και νομισμάτων.
Η ισχυρή απόδοση της οικονομίας των ΗΠΑ, με άλλα λόγια, εξηγεί τόσο τη δύναμη του δολαρίου όσο και την άνοδο του εμπορικού ελλείμματος.
Κερδίζει έδαφος
Προς το παρόν, λέει το Chatham House, οι προσπάθειες υπονόμευσης του διεθνούς καθεστώτος του δολαρίου φαίνεται να ανακόπτονται από το γεγονός ότι υπάρχουν μέλη του επιτελείου του Προέδρου Trump – ο Υπουργός Οικονομικών Scott Bessent, για παράδειγμα – τα οποία φαίνεται να διαφωνούν με τις απόψεις των Vance και Miran.
Ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να αποκλειστεί αυτή η πιθανότητα, ιδίως επειδή η ιδέα δείχνει να αποκτά ευρύτερη δυναμική.
Φόροι στις ξένες τοποθετήσεις σε αμερικανικούς τίτλους, περιορισμοί στην ξένη ιδιοκτησία, επαχθείς διαδικασίες έγκρισης ή απαιτήσεις αναφοράς θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται σε ενδεχόμενες μελλοντικές προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να υπονομεύσει το δολάριο.
Πρόσθετο εργαλείο θα μπορούσε να είναι μια μονομερής απόφαση των ΗΠΑ να αναστείλουν τις ανοιχτές γραμμές ανταλλαγής συναλλάγματος (swap lines) που η Fed διατηρεί με τις κεντρικές τράπεζες του Καναδά, της Ευρωζώνης, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τον Πρόεδρο Trump τον Ιανουάριο του 2025, η κυριαρχία του δολαρίου φαινόταν ανθεκτική.
Το γεγονός ότι σχεδόν κάθε χώρα με αποθεματικό νόμισμα συμμετείχε στις κυρώσεις κατά της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας το 2022 σήμαινε ότι τα εχθρικά προς τη Δύση κράτη είχαν ελάχιστα κίνητρα να εγκαταλείψουν το δολάριο υπέρ άλλων μετατρέψιμων νομισμάτων, καθώς η έκθεσή τους στα υπόλοιπα δεν προσέφερε καμία γεωπολιτική προστασία.
Επιπλέον, η έντονη διάκριση μεταξύ του πλήρως μετατρέψιμου δολαρίου και του αυστηρά ελεγχόμενου γιουάν προσέφερε στο δολάριο ένα σαφές πλεονέκτημα: η κατοχή μεγάλου όγκου γιουάν είναι διαπανηρή, καθώς η έλλειψη μετατρεψιμότητας περιορίζει δραστικά τη διεθνή του χρησιμότητα.
Αν όμως το διεθνές νομισματικό σύστημα δεν μπορεί να βασίζεται στην πλήρη μετατρεψιμότητα του δολαρίου ή στη διαθεσιμότητά του σε συνθήκες κρίσης, τότε εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά.
Η υπονόμευση του παγκόσμιου καθεστώτος του δολαρίου δεν θα μετέδιδε μόνο τεράστιες δόσεις αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία, αλλά θα συνιστούσε και μια αχρείαστη πράξη αυτοτραυματισμού για τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τι σημαίνει το ασθενές δολάριο για την παγκόσμια οικονομία
Σε κάθε περίπτωση, εκτός από τις ΗΠΑ, η απροσδόκητη αποδυνάμωση του αμερικανικού δολαρίου αρχίζει ξαφνικά να γίνεται πρόβλημα για τον υπόλοιπο κόσμο.
Για ξένους πωλητές κάθε είδους προϊόντων –συμπεριλαμβανομένων αυτοκινήτων, κονιάκ και σκωτσέζικου τουίντ– η απότομη πτώση του δολαρίου είναι διπλό πλήγμα, επιδεινώνοντας τις απώλειες που προκαλούνται από τους εισαγωγικούς δασμούς του Προέδρου Trump.
Για τις κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, η ταχεία ενίσχυση των εθνικών νομισμάτων τους ασκεί πίεση για πιο επιθετικές μειώσεις επιτοκίων.
Το δολάριο συνέχισε την καθοδική του πορεία την Τετάρτη, αγγίζοντας νέα χαμηλά έναντι του ευρώ, της στερλίνας, του γεν και του ελβετικού φράγκου.
Η πτώση του έχει πάρει ιστορικές διαστάσεις, με τον δείκτη ICE U.S. Dollar Index –ο οποίος μετρά την απόδοση του δολαρίου έναντι καλαθιού νομισμάτων– να έχει υποχωρήσει κατά 8% φέτος, καταγράφοντας το χειρότερο ξεκίνημα έτους από το 1995.
Λόγω του ρόλου του για το παγκόσμιο εμπόριο και τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, οι διακυμάνσεις του δολαρίου έχουν σημαντικές παγκόσμιες επιπτώσεις.
«Για τους εξαγωγείς, η αποδυνάμωση του δολαρίου δεν λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στις επιπτώσεις των δασμών για τον τελικό Αμερικανό καταναλωτή», δήλωσε ο Derek Halpenny, επικεφαλής παγκόσμιας ερευνών αγορών της ιαπωνικής τράπεζας MUFG στο Λονδίνο. «Η αρνητική επίδραση είναι μεγαλύτερη».
Ένα ασθενές δολάριο μειώνει την αξία των κερδών που καταγράφουν οι ξένες εταιρείες στις ΗΠΑ όταν μετατρέπονται πίσω σε ευρώ ή γεν.
Επιπλέον, καθιστά τα προϊόντα τους ακριβότερα για τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Η ιαπωνική Toyota αναμένεται να δεχθεί πλήγμα στα κέρδη της λόγω της ανόδου του γεν από τις 157 στις 143 μονάδες ανά δολάριο.
Για χρόνια, η αδυναμία του γεν ενίσχυε την κερδοφορία της Toyota και άλλων μεγάλων Ιαπώνων εξαγωγέων.
Στην Ευρώπη, οι νομισματικές διακυμάνσεις αναμένεται να πλήξουν τα αποτελέσματα οίκων πολυτελείας όπως η Prada και η LVMH, καθώς και ποτοποιιών όπως η Campari και η Pernod Ricard, σύμφωνα με την UBS.
Η Deutsche Bank μείωσε τις προβλέψεις της για τα κέρδη των εταιρειών του δείκτη Stoxx Europe 600 στο 4% από 6%, επικαλούμενη την υποτονική ζήτηση και τη δύναμη του ευρώ.
Η τράπεζα προειδοποίησε ότι ενδέχεται να μειώσει περαιτέρω τις προβλέψεις της εάν το ευρώ παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα.
Η πτώση του δολαρίου εξέπληξε πολλούς. Σύμφωνα με τα οικονομικά εγχειρίδια, τα ξένα νομίσματα συνήθως αποδυναμώνονται όταν επιβάλλονται δασμοί, ώστε να αντισταθμιστεί το κόστος των επιβαρύνσεων.
Αντίθετα, οι επενδυτές αντιδρώντας στην αστάθεια των εμπορικών πολιτικών Trump, εγκατέλειψαν τα αμερικανικά στοιχεία ενεργητικού, ρευστοποιώντας τις τοποθετήσεις που είχαν κάνει τα προηγούμενα χρόνια, με την προσδοκία ότι οι ΗΠΑ θα ξεπερνούσαν οικονομικά τον υπόλοιπο κόσμο.
Η ρευστοποίηση των αμερικανικών assets μεταφράζεται σε ανακύκλωση κεφαλαίων σε τοπικά νομίσματα, ενισχύοντας την αξία τους.
Η καθοδική πορεία του δολαρίου έχει εντείνει τα ερωτήματα για το κατά πόσο η στροφή στην εμπορική πολιτική του Trump ζημιώνει την αμερικανική οικονομία και αν το δολάριο μπορεί να παραμείνει ασφαλές καταφύγιο για επενδυτές σε περιόδους κρίσεων.
Ο Λευκός Οίκος έχει δώσει αντικρουόμενα μηνύματα για την προτιμώμενη ισοτιμία του δολαρίου, αλλά ορισμένοι σύμβουλοι του Trump έχουν δείξει ότι επιθυμούν ένα ασθενέστερο νόμισμα.
Ο ίδιος ο Trump έχει στο παρελθόν υποστηρίξει ότι η ισχύς του δολαρίου καθιστά τους Αμερικανούς παραγωγούς μη ανταγωνιστικούς και διευρύνει τα ελλείμματα στο εμπόριο, τα οποία προσπαθεί να εξαλείψει με δασμούς.
Τα ισχυρά ξένα νομίσματα αναμένεται να πλήξουν την ήδη ασθενική ανάπτυξη στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία.
Η ανατροπή στην ισοτιμία θα μειώσει επίσης τις αφίξεις Αμερικανών τουριστών που, εκμεταλλευόμενοι το ισχυρό δολάριο τα προηγούμενα χρόνια, ενίσχυσαν την οικονομική δραστηριότητα σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιαπωνία.
Ο Shaan Raithatha, ανώτερος οικονομολόγος της Vanguard στο Λονδίνο, μείωσε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη για φέτος και το 2026.
Βλέπει ανάπτυξη μόλις 0,8% για το 2025 αντί για 1% προηγουμένως και 1% για το 2026 αντί για 1,6%. Τα ισχυρότερα νομίσματα και οι δασμοί αναμένεται επίσης να περιορίσουν τον πληθωρισμό στον υπόλοιπο κόσμο – σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου οι δασμοί έχουν ενισχύσει τις πληθωριστικές προσδοκίες.
«Πριν την πανδημία, η Ευρώπη αντιμετώπιζε μια ψυχολογία πολύ χαμηλού πληθωρισμού.
Ο κίνδυνος είναι να επιστρέψουμε σε αυτόν τον κόσμο και όχι στον υψηλό πληθωρισμό των τελευταίων ετών», σημείωσε ο Raithatha.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κεντρική Τράπεζα της Νότιας Κορέας αναμένεται να προχωρήσουν σε μειώσεις επιτοκίων κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες την Πέμπτη.
Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας δεν έχει προγραμματισμένη συνεδρίαση έως τον Ιούνιο, αλλά κάποιοι επενδυτές πιστεύουν ότι μπορεί να παρέμβει με έκτακτη μείωση για να περιορίσει την ισχύ του φράγκου.
Το ελβετικό νόμισμα έχει ενισχυθεί πάνω από 10% φέτος έναντι του δολαρίου, αυξάνοντας τον κίνδυνο αποπληθωρισμού και καθιστώντας ακριβότερες εξαγωγές όπως τα ρολόγια και τα μηχανήματα υψηλής ακρίβειας.
Η Τράπεζα της Ιαπωνίας ανέστειλε την πορεία αύξησης επιτοκίων τον Μάρτιο και οι επενδυτές μείωσαν τα στοιχήματά τους για περαιτέρω αυξήσεις.
Ο διοικητής Kazuo Ueda δήλωσε την Τετάρτη ότι οι δασμοί πλησιάζουν ένα «κακό σενάριο» που θα μπορούσε να οδηγήσει την κεντρική τράπεζα να παρέμβει.
Η Κίνα επέτρεψε στο γιουάν να υποχωρήσει κοντά στο ασθενέστερο επίπεδό του εδώ και χρόνια έναντι του δολαρίου.
Στη Wall Street επικρατεί ανησυχία ότι το Πεκίνο ίσως υποτιμήσει περαιτέρω το γιουάν για να αντισταθμίσει τις συνέπειες του εμπορικού πολέμου, κίνηση που θα μπορούσε να προκαλέσει αναταράξεις στις αγορές.
Για τις ξένες επιχειρήσεις, η αποδυνάμωση του δολαρίου επιδεινώνει ένα ήδη δυσοίωνο οικονομικό περιβάλλον.
Οι μικρές εταιρείες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Στο απομονωμένο σκωτσέζικο αρχιπέλαγος Outer Hebrides, η πτώση του δολαρίου έναντι της στερλίνας είναι άλλη μία πρόκληση για επιχειρήσεις που εξάγουν τουίντ, σολομό και σκωτσέζικο ουίσκι στις ΗΠΑ.
«Ως υφαντουργείο που βασίζεται στις εξαγωγές, η αποδυνάμωση του δολαρίου θα κάνει πιο δύσκολες τις εμπορικές μας σχέσεις με τις ΗΠΑ τους επόμενους μήνες», δήλωσε η Margaret Macleod, διευθύνουσα σύμβουλος της Harris Tweed Hebrides.
Τα προϊόντα της –όπως και οι περισσότερες αμερικανικές εισαγωγές– πλέον υπόκεινται σε δασμό 10%.
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, ίσως υπάρχει μια βαθύτερη αιτία για την πτώση του δολαρίου, που σχετίζεται με την άποψη ορισμένων στελεχών της κυβέρνησης Trump ότι το καθεστώς αποθεματικού νομίσματος αποτελεί περισσότερο βάρος παρά ευλογία για την οικονομία των ΗΠΑ.
Η "θεραπεία" τους είναι να διαβρώσουν το καθεστώς του στο διεθνές νομισματικό σύστημα, στο πλαίσιο μιας προσπάθειας να το αποδυναμώσουν μόνιμα έναντι άλλων νομισμάτων, με την ελπίδα ότι ένα υποτιμημένο δολάριο θα μειώσει το εμπορικό έλλειμμα και θα προσελκύσει κατασκευαστές πίσω στις ΗΠΑ.
Αυτή η άποψη είναι δύσκολο να υποστηριχθεί. Αλλά αν η κυβέρνηση όντως στοχεύει να διαβρώσει το καθεστώς του δολαρίου, το διεθνές νομισματικό σύστημα μπορεί να εισέλθει σε μια μορφή αναρχίας που δεν έχει βιώσει από τότε που ο πρόεδρος Richard Nixon αποσύνδεσε την αξία του δολαρίου από τον χρυσό πριν από περισσότερα από 50 χρόνια.
Αν το διεθνές νομισματικό σύστημα δεν μπορεί να βασιστεί στην πλήρη μετατρεψιμότητα του δολαρίου ή στη διαθεσιμότητά του σε περιόδους κρίσης, τότε εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά.
Μια απότομη επιδείνωση του διεθνούς καθεστώτος του δολαρίου θα αύξανε απότομα το κόστος δανεισμού των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα θα προσέφερε στην Κίνα έναν πολύ ευκολότερο δρόμο για τη διεθνοποίηση του δικού της νομίσματος.
Το «Ολλανδικό Σύνδρομο»;
Η άποψη ότι το καθεστώς αποθεματικού νομίσματος αποτελεί πρόβλημα πηγάζει από την ιδέα ότι ο κεντρικός του ρόλος στο διεθνές νομισματικό σύστημα αποτελεί μια μορφή του λεγόμενου «Ολλανδικού Συνδρόμου».
Αυτό το φαινόμενο περιγράφει πώς η εξάρτηση μιας χώρας από ένα μεγάλο εξαγώγιμο προϊόν –το φυσικό αέριο στην περίπτωση της Ολλανδίας τη δεκαετία του 1960– οδηγεί σε ανατίμηση του νομίσματος που καθιστά τις υπόλοιπες δραστηριότητες, ιδιαίτερα τη μεταποίηση, μη ανταγωνιστικές.
Κατά αναλογία, ορισμένοι στην κυβέρνηση Trump υποστηρίζουν ότι η ελκυστικότητα του δολαρίου ως διεθνούς καταφυγίου δημιούργησε υπερβολική ζήτηση, με αποτέλεσμα μια διαρθρωτική υπερτίμηση του συναλλάγματος και συνακόλουθη απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Για αυτούς, αυτός είναι βασικός παράγοντας για την πτώση του ποσοστού των εργαζομένων στη μεταποίηση στις ΗΠΑ – από 24% το 1974 σε μόλις 8% το 2024.
Ο αντιπρόεδρος JD Vance εξέφρασε μια εκδοχή αυτού του επιχειρήματος, όταν ως γερουσιαστής το 2023, αμφισβήτησε την αξία του αποθεματικού νομίσματος του δολαρίου, συγκρίνοντάς το με την «κατάρα των φυσικών πόρων» των Απαλαχίων.
Υποστήριξε ότι η σημασία του άνθρακα για την οικονομία της περιοχής οδήγησε στην αποβιομηχάνιση και τη μείωση της οικονομικής ποικιλομορφίας και δυναμικής.
Πιο πρόσφατα, ο Steve Miran, πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομικών Συμβούλων του Προέδρου Trump, υποστήριξε ότι η λειτουργία του δολαρίου προκαλεί «στρεβλώσεις στο συνάλλαγμα» που συνέβαλαν στο να επιβαρυνθεί η χώρα με μη βιώσιμα εμπορικά ελλείμματα, καθώς τα ξένα αγαθά έγιναν φθηνότερα από τα εγχώρια.
Είναι αλήθεια ότι το δολάριο βρίσκεται σήμερα σε υψηλά επίπεδα, πλησιάζοντας τα ισχυρότερα από το 1985.
Όμως δεν είναι καθόλου σαφές ότι αυτό οφείλεται στο καθεστώς αποθεματικού νομίσματος.
Τα τελευταία 50 χρόνια το δολάριο έχει τεράστιες διακυμάνσεις, με περιόδους ανατίμησης – όπως την τελευταία δεκαετία – και περιόδους υποτίμησης, όπως συνέβη για δέκα συνεχόμενα χρόνια από το 2002.
Κατά τη διάρκεια αυτών των κύκλων, το επίπεδο του δολαρίου άλλαζε χωρίς να επηρεάζει ιδιαίτερα το καθεστώς του.
Είναι, μάλιστα, περίεργο να υποστηρίζεται από μέλη της αμερικανικής κυβέρνησης ότι η ισχύς του δολαρίου συνδέεται με τον ρόλο του ως αποθεματικoύ νομίσματος, τη στιγμή που την τελευταία δεκαετία αυτός ο ρόλος έχει ελαφρώς υποχωρήσει, παρά την ανατίμηση του δολαρίου.
Στο τέλος του 2024, το δολάριο αντιστοιχούσε στο 58% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων, έναντι 65% πριν από δέκα χρόνια.
Παράλληλα, το ποσοστό των αμερικανικών κρατικών ομολόγων που κατείχαν ξένοι επενδυτές μειώθηκε σημαντικά – από 50% το 2014 σε περίπου ένα τρίτο σήμερα.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το εμπορικό έλλειμμα του Ηνωμένου Βασιλείου έχει αυξηθεί παράλληλα με των ΗΠΑ τις τελευταίες δεκαετίες.
Δεν χρειάζεται να διαθέτει μια χώρα αποθεματικό νόμισμα για να εμφανίζει διαχρονική και διαρθρωτική επιδείνωση στο εμπορικό της ισοζύγιο – αυτό καθορίζεται κυρίως από τη διαφορά μεταξύ αποταμίευσης και επενδύσεων.
Ένας πολύ πιο εύλογος τρόπος να εξηγηθεί τόσο η ενίσχυση του δολαρίου όσο και η αύξηση του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία είναι απλώς ότι η αμερικανική οικονομία παρουσίασε μεγαλύτερη ζωτικότητα από πολλές ανταγωνιστικές.
Ήταν η δεκαετία του «αμερικανικού εξαιρετισμου», και είναι φυσικό το σχετικό δυναμικό της αμερικανικής οικονομίας να προσελκύει κεφάλαια στις αγορές μετοχών και νομισμάτων.
Η ισχυρή απόδοση της οικονομίας των ΗΠΑ, με άλλα λόγια, εξηγεί τόσο τη δύναμη του δολαρίου όσο και την άνοδο του εμπορικού ελλείμματος.
Κερδίζει έδαφος
Προς το παρόν, λέει το Chatham House, οι προσπάθειες υπονόμευσης του διεθνούς καθεστώτος του δολαρίου φαίνεται να ανακόπτονται από το γεγονός ότι υπάρχουν μέλη του επιτελείου του Προέδρου Trump – ο Υπουργός Οικονομικών Scott Bessent, για παράδειγμα – τα οποία φαίνεται να διαφωνούν με τις απόψεις των Vance και Miran.
Ωστόσο, είναι πολύ νωρίς για να αποκλειστεί αυτή η πιθανότητα, ιδίως επειδή η ιδέα δείχνει να αποκτά ευρύτερη δυναμική.
Φόροι στις ξένες τοποθετήσεις σε αμερικανικούς τίτλους, περιορισμοί στην ξένη ιδιοκτησία, επαχθείς διαδικασίες έγκρισης ή απαιτήσεις αναφοράς θα μπορούσαν να περιλαμβάνονται σε ενδεχόμενες μελλοντικές προσπάθειες της αμερικανικής κυβέρνησης να υπονομεύσει το δολάριο.
Πρόσθετο εργαλείο θα μπορούσε να είναι μια μονομερής απόφαση των ΗΠΑ να αναστείλουν τις ανοιχτές γραμμές ανταλλαγής συναλλάγματος (swap lines) που η Fed διατηρεί με τις κεντρικές τράπεζες του Καναδά, της Ευρωζώνης, της Ιαπωνίας, της Ελβετίας και του Ηνωμένου Βασιλείου.
Μέχρι την ανάληψη της εξουσίας από τον Πρόεδρο Trump τον Ιανουάριο του 2025, η κυριαρχία του δολαρίου φαινόταν ανθεκτική.
Το γεγονός ότι σχεδόν κάθε χώρα με αποθεματικό νόμισμα συμμετείχε στις κυρώσεις κατά της κεντρικής τράπεζας της Ρωσίας το 2022 σήμαινε ότι τα εχθρικά προς τη Δύση κράτη είχαν ελάχιστα κίνητρα να εγκαταλείψουν το δολάριο υπέρ άλλων μετατρέψιμων νομισμάτων, καθώς η έκθεσή τους στα υπόλοιπα δεν προσέφερε καμία γεωπολιτική προστασία.
Επιπλέον, η έντονη διάκριση μεταξύ του πλήρως μετατρέψιμου δολαρίου και του αυστηρά ελεγχόμενου γιουάν προσέφερε στο δολάριο ένα σαφές πλεονέκτημα: η κατοχή μεγάλου όγκου γιουάν είναι διαπανηρή, καθώς η έλλειψη μετατρεψιμότητας περιορίζει δραστικά τη διεθνή του χρησιμότητα.
Αν όμως το διεθνές νομισματικό σύστημα δεν μπορεί να βασίζεται στην πλήρη μετατρεψιμότητα του δολαρίου ή στη διαθεσιμότητά του σε συνθήκες κρίσης, τότε εισέρχεται σε αχαρτογράφητα νερά.
Η υπονόμευση του παγκόσμιου καθεστώτος του δολαρίου δεν θα μετέδιδε μόνο τεράστιες δόσεις αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία, αλλά θα συνιστούσε και μια αχρείαστη πράξη αυτοτραυματισμού για τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τι σημαίνει το ασθενές δολάριο για την παγκόσμια οικονομία
Σε κάθε περίπτωση, εκτός από τις ΗΠΑ, η απροσδόκητη αποδυνάμωση του αμερικανικού δολαρίου αρχίζει ξαφνικά να γίνεται πρόβλημα για τον υπόλοιπο κόσμο.
Για ξένους πωλητές κάθε είδους προϊόντων –συμπεριλαμβανομένων αυτοκινήτων, κονιάκ και σκωτσέζικου τουίντ– η απότομη πτώση του δολαρίου είναι διπλό πλήγμα, επιδεινώνοντας τις απώλειες που προκαλούνται από τους εισαγωγικούς δασμούς του Προέδρου Trump.
Για τις κεντρικές τράπεζες παγκοσμίως, η ταχεία ενίσχυση των εθνικών νομισμάτων τους ασκεί πίεση για πιο επιθετικές μειώσεις επιτοκίων.
Το δολάριο συνέχισε την καθοδική του πορεία την Τετάρτη, αγγίζοντας νέα χαμηλά έναντι του ευρώ, της στερλίνας, του γεν και του ελβετικού φράγκου.
Η πτώση του έχει πάρει ιστορικές διαστάσεις, με τον δείκτη ICE U.S. Dollar Index –ο οποίος μετρά την απόδοση του δολαρίου έναντι καλαθιού νομισμάτων– να έχει υποχωρήσει κατά 8% φέτος, καταγράφοντας το χειρότερο ξεκίνημα έτους από το 1995.
Λόγω του ρόλου του για το παγκόσμιο εμπόριο και τις χρηματοοικονομικές συναλλαγές, οι διακυμάνσεις του δολαρίου έχουν σημαντικές παγκόσμιες επιπτώσεις.
«Για τους εξαγωγείς, η αποδυνάμωση του δολαρίου δεν λειτουργεί ως αντιστάθμισμα στις επιπτώσεις των δασμών για τον τελικό Αμερικανό καταναλωτή», δήλωσε ο Derek Halpenny, επικεφαλής παγκόσμιας ερευνών αγορών της ιαπωνικής τράπεζας MUFG στο Λονδίνο. «Η αρνητική επίδραση είναι μεγαλύτερη».
Ένα ασθενές δολάριο μειώνει την αξία των κερδών που καταγράφουν οι ξένες εταιρείες στις ΗΠΑ όταν μετατρέπονται πίσω σε ευρώ ή γεν.
Επιπλέον, καθιστά τα προϊόντα τους ακριβότερα για τους Αμερικανούς καταναλωτές.
Η ιαπωνική Toyota αναμένεται να δεχθεί πλήγμα στα κέρδη της λόγω της ανόδου του γεν από τις 157 στις 143 μονάδες ανά δολάριο.
Για χρόνια, η αδυναμία του γεν ενίσχυε την κερδοφορία της Toyota και άλλων μεγάλων Ιαπώνων εξαγωγέων.
Στην Ευρώπη, οι νομισματικές διακυμάνσεις αναμένεται να πλήξουν τα αποτελέσματα οίκων πολυτελείας όπως η Prada και η LVMH, καθώς και ποτοποιιών όπως η Campari και η Pernod Ricard, σύμφωνα με την UBS.
Η Deutsche Bank μείωσε τις προβλέψεις της για τα κέρδη των εταιρειών του δείκτη Stoxx Europe 600 στο 4% από 6%, επικαλούμενη την υποτονική ζήτηση και τη δύναμη του ευρώ.
Η τράπεζα προειδοποίησε ότι ενδέχεται να μειώσει περαιτέρω τις προβλέψεις της εάν το ευρώ παραμείνει στα τρέχοντα επίπεδα.
Η πτώση του δολαρίου εξέπληξε πολλούς. Σύμφωνα με τα οικονομικά εγχειρίδια, τα ξένα νομίσματα συνήθως αποδυναμώνονται όταν επιβάλλονται δασμοί, ώστε να αντισταθμιστεί το κόστος των επιβαρύνσεων.
Αντίθετα, οι επενδυτές αντιδρώντας στην αστάθεια των εμπορικών πολιτικών Trump, εγκατέλειψαν τα αμερικανικά στοιχεία ενεργητικού, ρευστοποιώντας τις τοποθετήσεις που είχαν κάνει τα προηγούμενα χρόνια, με την προσδοκία ότι οι ΗΠΑ θα ξεπερνούσαν οικονομικά τον υπόλοιπο κόσμο.
Η ρευστοποίηση των αμερικανικών assets μεταφράζεται σε ανακύκλωση κεφαλαίων σε τοπικά νομίσματα, ενισχύοντας την αξία τους.
Η καθοδική πορεία του δολαρίου έχει εντείνει τα ερωτήματα για το κατά πόσο η στροφή στην εμπορική πολιτική του Trump ζημιώνει την αμερικανική οικονομία και αν το δολάριο μπορεί να παραμείνει ασφαλές καταφύγιο για επενδυτές σε περιόδους κρίσεων.
Ο Λευκός Οίκος έχει δώσει αντικρουόμενα μηνύματα για την προτιμώμενη ισοτιμία του δολαρίου, αλλά ορισμένοι σύμβουλοι του Trump έχουν δείξει ότι επιθυμούν ένα ασθενέστερο νόμισμα.
Ο ίδιος ο Trump έχει στο παρελθόν υποστηρίξει ότι η ισχύς του δολαρίου καθιστά τους Αμερικανούς παραγωγούς μη ανταγωνιστικούς και διευρύνει τα ελλείμματα στο εμπόριο, τα οποία προσπαθεί να εξαλείψει με δασμούς.
Τα ισχυρά ξένα νομίσματα αναμένεται να πλήξουν την ήδη ασθενική ανάπτυξη στην Ευρώπη, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία.
Η ανατροπή στην ισοτιμία θα μειώσει επίσης τις αφίξεις Αμερικανών τουριστών που, εκμεταλλευόμενοι το ισχυρό δολάριο τα προηγούμενα χρόνια, ενίσχυσαν την οικονομική δραστηριότητα σε χώρες όπως η Ισπανία και η Ιαπωνία.
Ο Shaan Raithatha, ανώτερος οικονομολόγος της Vanguard στο Λονδίνο, μείωσε τις προβλέψεις του για την ανάπτυξη στην ευρωζώνη για φέτος και το 2026.
Βλέπει ανάπτυξη μόλις 0,8% για το 2025 αντί για 1% προηγουμένως και 1% για το 2026 αντί για 1,6%. Τα ισχυρότερα νομίσματα και οι δασμοί αναμένεται επίσης να περιορίσουν τον πληθωρισμό στον υπόλοιπο κόσμο – σε αντίθεση με τις ΗΠΑ, όπου οι δασμοί έχουν ενισχύσει τις πληθωριστικές προσδοκίες.
«Πριν την πανδημία, η Ευρώπη αντιμετώπιζε μια ψυχολογία πολύ χαμηλού πληθωρισμού.
Ο κίνδυνος είναι να επιστρέψουμε σε αυτόν τον κόσμο και όχι στον υψηλό πληθωρισμό των τελευταίων ετών», σημείωσε ο Raithatha.
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Κεντρική Τράπεζα της Νότιας Κορέας αναμένεται να προχωρήσουν σε μειώσεις επιτοκίων κατά 0,25 ποσοστιαίες μονάδες την Πέμπτη.
Η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας δεν έχει προγραμματισμένη συνεδρίαση έως τον Ιούνιο, αλλά κάποιοι επενδυτές πιστεύουν ότι μπορεί να παρέμβει με έκτακτη μείωση για να περιορίσει την ισχύ του φράγκου.
Το ελβετικό νόμισμα έχει ενισχυθεί πάνω από 10% φέτος έναντι του δολαρίου, αυξάνοντας τον κίνδυνο αποπληθωρισμού και καθιστώντας ακριβότερες εξαγωγές όπως τα ρολόγια και τα μηχανήματα υψηλής ακρίβειας.
Η Τράπεζα της Ιαπωνίας ανέστειλε την πορεία αύξησης επιτοκίων τον Μάρτιο και οι επενδυτές μείωσαν τα στοιχήματά τους για περαιτέρω αυξήσεις.
Ο διοικητής Kazuo Ueda δήλωσε την Τετάρτη ότι οι δασμοί πλησιάζουν ένα «κακό σενάριο» που θα μπορούσε να οδηγήσει την κεντρική τράπεζα να παρέμβει.
Η Κίνα επέτρεψε στο γιουάν να υποχωρήσει κοντά στο ασθενέστερο επίπεδό του εδώ και χρόνια έναντι του δολαρίου.
Στη Wall Street επικρατεί ανησυχία ότι το Πεκίνο ίσως υποτιμήσει περαιτέρω το γιουάν για να αντισταθμίσει τις συνέπειες του εμπορικού πολέμου, κίνηση που θα μπορούσε να προκαλέσει αναταράξεις στις αγορές.
Για τις ξένες επιχειρήσεις, η αποδυνάμωση του δολαρίου επιδεινώνει ένα ήδη δυσοίωνο οικονομικό περιβάλλον.
Οι μικρές εταιρείες είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Στο απομονωμένο σκωτσέζικο αρχιπέλαγος Outer Hebrides, η πτώση του δολαρίου έναντι της στερλίνας είναι άλλη μία πρόκληση για επιχειρήσεις που εξάγουν τουίντ, σολομό και σκωτσέζικο ουίσκι στις ΗΠΑ.
«Ως υφαντουργείο που βασίζεται στις εξαγωγές, η αποδυνάμωση του δολαρίου θα κάνει πιο δύσκολες τις εμπορικές μας σχέσεις με τις ΗΠΑ τους επόμενους μήνες», δήλωσε η Margaret Macleod, διευθύνουσα σύμβουλος της Harris Tweed Hebrides.
Τα προϊόντα της –όπως και οι περισσότερες αμερικανικές εισαγωγές– πλέον υπόκεινται σε δασμό 10%.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών