
Κατηγορίες για υπονόμευση των δικαιωμάτων των εργαζομένων στην ΕΚΤ, δέχεται η πρόεδρος Christine Lagarde από τα πιο ισχυρά συνδικάτα της Ευρώπης, σε μια εξέλιξη που εντείνει μια μακροχρόνια και έντονη διαμάχη για τις εργασιακές σχέσεις.
Η τελευταία αυτή σύγκρουση αφορά τις αλλαγές που προτείνονται από την ηγεσία της ΕΚΤ στο Συμβούλιο Εργασίας της κεντρικής τράπεζας, μια ομάδα εκλεγμένων υπαλλήλων με μεγάλη επιρροή.
Σύμφωνα με το γερμανικό δίκαιο, οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι σε αυτά τα Betriebsräte (συμβούλια εργαζομένων) απαλλάσσονται από τις καθημερινές τους δουλειές για να αφοσιωθούν πλήρως στην εκπροσώπηση των συμφερόντων των εργαζομένων, λαμβάνοντας τους κανονικούς τους μισθούς. Τα νομικά προνόμια και η προστασία των συμβουλίων εργαζομένων είναι θεσμοθετημένα στο γερμανικό δίκαιο εδώ και περισσότερα από έναν αιώνα.
Σύμφωνα με τις προτάσεις της ΕΚΤ, ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εργασίας θα επιτρέπεται να αφιερώνει μόνο το 75% του χρόνου του στην εκπροσώπηση των εργαζομένων. Όλα τα υπόλοιπα μέλη του συμβουλίου θα πρέπει να αφιερώνουν το 50% του χρόνου τους στα κανονικά τους καθήκοντα.
Η στάση αυτών των επιτροπών σε γερμανικές εταιρείες και ιδρύματα είναι τέτοια, που τα συνδικάτα και τα μέλη των συμβουλίων εργαζομένων καταδικάζουν την κίνηση, κατηγορώντας την ηγεσία της κεντρικής τράπεζας σε εσωτερικό έγγραφο που είδε η Financial Times, ότι προσπαθεί να «μειώσει την ικανότητα των εκπροσώπων των εργαζομένων να εργάζονται για το προσωπικό».
Ωστόσο δεν είναι η πρώτη φορά που ξεσπά κόντρα μεταξύ της διοίκηση της ΕΚΤ και των εργαζομένων. Στο παρελθόν, αυτό έχει οδηγήσει σε δημόσιες αντιπαραθέσεις και μια σειρά από νομικές υποθέσεις.
Λόγω της ιδιομορφίας της νομικής της δομής ως ανεξάρτητος ευρωπαϊκός οργανισμός, οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου Εργασίας της ΕΚΤ ήδη απολαμβάνουν λιγότερο ευνοϊκούς όρους σε σχέση με αυτούς σε γερμανικές εταιρείες. Αυτή τη στιγμή, από τους εννέα υπαλλήλους της ΕΚΤ που έχουν εκλεγεί στο συμβούλιο, δύο εργάζονται πλήρως για θέματα που αφορούν το προσωπικό. Τρεις άλλοι αφιερώνουν το 70%-80% του χρόνου τους στην εκπροσώπηση των εργαζομένων, με τα υπόλοιπα μέλη να αφιερώνουν το 50% του χρόνου τους στο σώμα.
Η ΕΚΤ ισχυρίζεται ότι οι αλλαγές, που προγραμματίζονται να εφαρμοστούν μέχρι τα μέσα του 2026, θα είναι προς όφελος όλων των εργαζομένων. Οι κανόνες θα εξασφαλίσουν ότι οι εκπρόσωποι των εργαζομένων θα μπορούν «να ακολουθήσουν την επαγγελματική τους πορεία και να παραμείνουν στενά συνδεδεμένοι με την τρέχουσα εργασία και την αποστολή της κεντρικής τράπεζας», όπως δήλωσε η επικεφαλής ανθρώπινων πόρων της ΕΚΤ, Eva Murciano. Σύμφωνα με την ίδια, η ΕΚΤ προτείνει και άλλα μέτρα, συμπεριλαμβανομένης της προσθήκης ενός επιπλέον ατόμου στο Συμβούλιο Εργασίας για να «βελτιωθεί η εκπροσώπηση του προσωπικού».
Ωστόσο, οι εκπρόσωποι των εργαζομένων της ΕΚΤ έχουν κερδίσει την υποστήριξη δύο από τους πιο υψηλόβαθμους συνδικαλιστικούς ηγέτες της Ευρώπης.
Ο Jan Willem Goudriaan, γενικός γραμματέας του ευρωπαϊκού συνδικάτου του τομέα των υπηρεσιών EPSU με 8 εκατομμύρια μέλη, και ο Frank Werneke, πρόεδρος του γερμανικού συνδικάτου Verdi με 1,9 εκατομμύρια μέλη, έγραψαν ξεχωριστά στη Lagarde, προτρέποντάς την να εγκαταλείψει τις προτεινόμενες αλλαγές. Εάν εφαρμοστούν, θα «περιορίσουν σημαντικά τα δικαιώματα εκπροσώπησης των εργαζομένων και το πεδίο για ουσιαστικό κοινωνικό διάλογο», προειδοποίησε ο Wernekeστην επιστολή του, η οποία είδε η Financial Times, προσθέτοντας ότι τα δικαιώματα των εργαζομένων στην ΕΚΤ είναι ήδη υποδεέστερα. «Αυτή η ρύθμιση θα καθιστούσε αδύνατο να εκπροσωπηθούν επαρκώς τα συμφέροντα των εργαζομένων», δήλωσε ο Goudriaan της EPSU στην επιστολή του προς τη Lagarde, που εστάλη στα τέλη Φεβρουαρίου.
Ο Peter Krebühl, εργατολόγος με έδρα τη Φρανκφούρτη, δήλωσε στην Financial Times ότι ένας επαγγελματίας και αποτελεσματικός εκπρόσωπος εργαζομένων πρέπει να μπορεί να αφοσιωθεί πλήρως σε αυτήν την εργασία. «Η ΕΚΤ φαίνεται να έχει μια εξαιρετικά καταπιεστική στάση στις εσωτερικές εργασιακές σχέσεις της», δήλωσε ο Krebühl.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών