Η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τρεις βασικές προκλήσεις προκειμένου να διατηρήσει την αναπτυξιακή της ορμή και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητά της...
Να ταράξει τα νερά, παρά τη μέχρι τώρα θετική πορεία της ελληνικής οικονομίας έρχεται η νέα έκθεση της Goldman Sachs.
Μετά από χρόνια ανάκαμψης και εντυπωσιακών επιδόσεων, ο αμερικανικός οίκος προειδοποιεί ότι μια «τριπλή βόμβα» βρίσκεται πλέον σε πλήρη αντίστροφη μέτρηση: το αναποτελεσματικό δικαστικό σύστημα, η ασφυκτική κατάσταση στην αγορά ακινήτων και η σοβαρή αναντιστοιχία δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.
Τρεις αδυναμίες που, όπως υπογραμμίζει η Goldman Sachs, έχουν τη δυναμική να εκτροχιάσουν την ανάπτυξη, να περιορίσουν την ανταγωνιστικότητα και να ανατρέψουν τα κέρδη της τελευταίας εξαετίας.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα θετικά, σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, η οικονομική δραστηριότητα της Ελλάδας παραμένει ισχυρή, με τους βασικούς δείκτες να σηματοδοτούν συνεχιζόμενη ανάπτυξη.
Το ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολουθεί να αναπτύσσεται με ρυθμό ανώτερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ο δε Δείκτης Τρέχουσας Δραστηριότητας (CAI) της Goldman Sachs υποδηλώνει οικονομική ανθεκτικότητα, συμβατή με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2%.
Από το 2019, η παραγωγικότητα έχει σταθερά ανακάμψει. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει καταγράψει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στη Νότια Ευρώπη, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Επίσης, οι επενδύσεις, εξαιρουμένων των κατοικιών, έχουν επιστρέψει στα επίπεδα του 2009, 15 και πλέον χρόνια μετά την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση (GFC).
Όλες οι συνιστώσες του ακαθάριστου πάγιου κεφαλαίου έχουν αυξηθεί από το 2019.
Παράλληλα, το ποσοστό απασχόλησης βρίσκεται σε επίπεδα-ρεκόρ.
Δημοσιονομική Σύνεση
Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα, η δημοσιονομική πολιτική στην Ελλάδα παραμένει ιδιαίτερα συνετή, αντανακλώντας μια σταθερή προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης και σταθεροποίησης.
Το πρωτογενές ισοζύγιο της χώρας συγκαταλέγεται στα υψηλότερα μεταξύ των μικρών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βρίσκεται σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, επιβεβαιώνοντας την επιστροφή της οικονομίας σε τροχιά πλεονασμάτων.
Με την πρόοδο που έχει σημειωθεί και τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί σε βαθμό που, έως το 2028, θα διαμορφωθεί κάτω από εκείνον της Ιταλίας - μια εξέλιξη που θα σηματοδοτήσει σημαντική βελτίωση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας.
Παράλληλα, η Ελλάδα επωφελείται από το χαμηλότερο πραγματικό κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη, καθώς περίπου το 70% του δημόσιου χρέους παραμένει εξασφαλισμένο σε ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης πολύ μεγάλης διάρκειας.
Αυτή η ιδιαίτερη δομή χρηματοδότησης προσφέρει σταθερότητα, μειώνει τους κινδύνους αναχρηματοδότησης και ενισχύει την ανθεκτικότητα της οικονομίας σε περιόδους διεθνούς αβεβαιότητας.
Τρεις βασικές προκλήσεις
Παρά τις θετικές προοπτικές, σύμφωνα με την Goldman Sachs, η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τρεις βασικές προκλήσεις προκειμένου να διατηρήσει την αναπτυξιακή της ορμή και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητά της.
Πρώτον, η αγορά ακινήτων παραμένει κομβική.
Η πολυαναμενόμενη ανάκαμψη στον τομέα των κατοικιών και των γραφείων είναι αναγκαία τόσο για την αντιμετώπιση του έντονου ελλείμματος στέγασης όσο και για την αποτροπή περαιτέρω υπερθέρμανσης των τιμών, που ήδη ασκεί πιέσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Μια ισορροπημένη αγορά μπορεί να λειτουργήσει ως σταθεροποιητικός παράγοντας για την ευρύτερη οικονομία.
Δεύτερον, η αντιστοίχιση δεξιοτήτων αποτελεί σημαντικό αναπτυξιακό φραγμό. Παρά τα ιστορικά υψηλά επίπεδα απασχόλησης, ένα δυσανάλογο ποσοστό μορφωμένων εργαζομένων παραμένει υποαπασχολούμενο, φαινόμενο που υποδηλώνει ότι η αγορά εργασίας δεν αξιοποιεί πλήρως το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας.
Στοχευμένες πρωτοβουλίες επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων (reskilling και upskilling) είναι απαραίτητες για να γεφυρωθεί αυτό το κενό και να υποστηριχθεί η μετάβαση σε ένα πιο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης.
Τρίτον, το αναποτελεσματικό δικαστικό σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί ως τροχοπέδη στις επενδύσεις.
Ιδίως στις εμπορικές υποθέσεις, οι μεγάλες καθυστερήσεις και ο χρόνος επίλυσης αστικών και διοικητικών διαφορών -από τους υψηλότερους στην Ευρωζώνη- αποθαρρύνουν επιχειρήσεις και επενδυτές.
Η επιτάχυνση και ο εκσυγχρονισμός της δικαιοσύνης αποτελούν κρίσιμη μεταρρύθμιση για να συγκλίνουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα.







www.bankingnews.gr
Μετά από χρόνια ανάκαμψης και εντυπωσιακών επιδόσεων, ο αμερικανικός οίκος προειδοποιεί ότι μια «τριπλή βόμβα» βρίσκεται πλέον σε πλήρη αντίστροφη μέτρηση: το αναποτελεσματικό δικαστικό σύστημα, η ασφυκτική κατάσταση στην αγορά ακινήτων και η σοβαρή αναντιστοιχία δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.
Τρεις αδυναμίες που, όπως υπογραμμίζει η Goldman Sachs, έχουν τη δυναμική να εκτροχιάσουν την ανάπτυξη, να περιορίσουν την ανταγωνιστικότητα και να ανατρέψουν τα κέρδη της τελευταίας εξαετίας.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά τα θετικά, σημειώνει ο αμερικανικός οίκος, η οικονομική δραστηριότητα της Ελλάδας παραμένει ισχυρή, με τους βασικούς δείκτες να σηματοδοτούν συνεχιζόμενη ανάπτυξη.
Το ΑΕΠ της Ελλάδας εξακολουθεί να αναπτύσσεται με ρυθμό ανώτερο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Ο δε Δείκτης Τρέχουσας Δραστηριότητας (CAI) της Goldman Sachs υποδηλώνει οικονομική ανθεκτικότητα, συμβατή με ρυθμό ανάπτυξης άνω του 2%.
Από το 2019, η παραγωγικότητα έχει σταθερά ανακάμψει. Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει καταγράψει τη μεγαλύτερη ανάπτυξη στη Νότια Ευρώπη, ξεπερνώντας τον μέσο όρο της Ευρωζώνης.
Επίσης, οι επενδύσεις, εξαιρουμένων των κατοικιών, έχουν επιστρέψει στα επίπεδα του 2009, 15 και πλέον χρόνια μετά την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίση (GFC).
Όλες οι συνιστώσες του ακαθάριστου πάγιου κεφαλαίου έχουν αυξηθεί από το 2019.
Παράλληλα, το ποσοστό απασχόλησης βρίσκεται σε επίπεδα-ρεκόρ.
Δημοσιονομική Σύνεση
Σύμφωνα με την επενδυτική τράπεζα, η δημοσιονομική πολιτική στην Ελλάδα παραμένει ιδιαίτερα συνετή, αντανακλώντας μια σταθερή προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης και σταθεροποίησης.
Το πρωτογενές ισοζύγιο της χώρας συγκαταλέγεται στα υψηλότερα μεταξύ των μικρών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και βρίσκεται σημαντικά πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, επιβεβαιώνοντας την επιστροφή της οικονομίας σε τροχιά πλεονασμάτων.
Με την πρόοδο που έχει σημειωθεί και τις συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, ο δείκτης χρέους προς ΑΕΠ προβλέπεται να μειωθεί σε βαθμό που, έως το 2028, θα διαμορφωθεί κάτω από εκείνον της Ιταλίας - μια εξέλιξη που θα σηματοδοτήσει σημαντική βελτίωση της πιστοληπτικής αξιοπιστίας της χώρας.
Παράλληλα, η Ελλάδα επωφελείται από το χαμηλότερο πραγματικό κόστος δανεισμού στην Ευρωζώνη, καθώς περίπου το 70% του δημόσιου χρέους παραμένει εξασφαλισμένο σε ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης πολύ μεγάλης διάρκειας.
Αυτή η ιδιαίτερη δομή χρηματοδότησης προσφέρει σταθερότητα, μειώνει τους κινδύνους αναχρηματοδότησης και ενισχύει την ανθεκτικότητα της οικονομίας σε περιόδους διεθνούς αβεβαιότητας.
Τρεις βασικές προκλήσεις
Παρά τις θετικές προοπτικές, σύμφωνα με την Goldman Sachs, η Ελλάδα καλείται να διαχειριστεί τρεις βασικές προκλήσεις προκειμένου να διατηρήσει την αναπτυξιακή της ορμή και να ενισχύσει τη μακροπρόθεσμη ανταγωνιστικότητά της.
Πρώτον, η αγορά ακινήτων παραμένει κομβική.
Η πολυαναμενόμενη ανάκαμψη στον τομέα των κατοικιών και των γραφείων είναι αναγκαία τόσο για την αντιμετώπιση του έντονου ελλείμματος στέγασης όσο και για την αποτροπή περαιτέρω υπερθέρμανσης των τιμών, που ήδη ασκεί πιέσεις σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Μια ισορροπημένη αγορά μπορεί να λειτουργήσει ως σταθεροποιητικός παράγοντας για την ευρύτερη οικονομία.
Δεύτερον, η αντιστοίχιση δεξιοτήτων αποτελεί σημαντικό αναπτυξιακό φραγμό. Παρά τα ιστορικά υψηλά επίπεδα απασχόλησης, ένα δυσανάλογο ποσοστό μορφωμένων εργαζομένων παραμένει υποαπασχολούμενο, φαινόμενο που υποδηλώνει ότι η αγορά εργασίας δεν αξιοποιεί πλήρως το ανθρώπινο κεφάλαιο της χώρας.
Στοχευμένες πρωτοβουλίες επανεκπαίδευσης και αναβάθμισης δεξιοτήτων (reskilling και upskilling) είναι απαραίτητες για να γεφυρωθεί αυτό το κενό και να υποστηριχθεί η μετάβαση σε ένα πιο παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης.
Τρίτον, το αναποτελεσματικό δικαστικό σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί ως τροχοπέδη στις επενδύσεις.
Ιδίως στις εμπορικές υποθέσεις, οι μεγάλες καθυστερήσεις και ο χρόνος επίλυσης αστικών και διοικητικών διαφορών -από τους υψηλότερους στην Ευρωζώνη- αποθαρρύνουν επιχειρήσεις και επενδυτές.
Η επιτάχυνση και ο εκσυγχρονισμός της δικαιοσύνης αποτελούν κρίσιμη μεταρρύθμιση για να συγκλίνουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και να ενισχυθεί η οικονομική δραστηριότητα.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών