Τελευταία Νέα
Νομικό Βήμα

Η απαλλαγή του πτωχού οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του στο νέο Πτωχευτικό Δίκαιο

Η απαλλαγή του πτωχού οφειλέτη από το υπόλοιπο των χρεών του στο νέο Πτωχευτικό Δίκαιο

Γράφει ο Ευάγγελος Κ. Τρανώρης Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω – Μέλος Συντακτικής Επιτροπής Νομικού Βήματος – Μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Εμπορικολόγων

Σχετικά Άρθρα

Ο Νόμος της «δεύτερης ευκαιρίας», μέσα από της διατάξεις περί απαλλαγής, οριζόμενες στα άρθρα 192 – 196 Ν. 4738/2020, δίνει πράγματι τη δυνατότητα σε οφειλέτες που έχουν πτωχεύσει να ξεκινήσουν σε λογικό χρονικό διάστημα χωρίς κανένα πρόβλημα εκ νέου επίσημα και νόμιμα νέα εμπορική δραστηριότητα στο όνομά τους, χωρίς να υφίσταται το υπόλοιπο των χρεών τους που δεν καλύπτονται από την εκποίηση της πτωχευτικής περιουσίας.
Συγκεκριμένα, το φυσικό πρόσωπο που πτωχεύει απαλλάσσεται πλήρως και αυτοδικαίως, από κάθε οφειλή του προς τους πτωχευτικούς του πιστωτές, ανεξαρτήτως αν έχουν αναγγελθεί ή όχι, με μόνη προϋπόθεση την παρέλευση τριάντα έξι (36) μηνών, από τον χρόνο κήρυξης της πτώχευσης ή της εγγραφής του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας.
Για την απαλλαγή, δηλαδή, αρκεί μόνον η παρέλευση του οριζόμενου στο Νόμο χρονικού διαστήματος, ανεξαρτήτως ύψους οφειλών, ανεξαρτήτως ύπαρξης περιουσίας προς εκποίηση. 
Εξάλλου, πρόσφατα δημοσιεύτηκε η υπ’ αριθμ. 280/2023 απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών, η οποία κήρυξε τον οφειλέτη σε κατάσταση πτώχευσης, με οφειλές που ανέρχονται σε 1.332.000,00 €, δίχως να διαθέτει πτωχευτική περιουσία. Διέταξε δε την εγγραφή του στο Ηλεκτρονικό Μητρώο Φερεγγυότητας, προκειμένου με την παρέλευση του εν λόγω χρονικού διαστήματος να επέλθει η απαλλαγή του.
Ωστόσο, εάν το πτωχευτικό δικαστήριο διαπιστώσει ότι η πτωχευτική περιουσία του οφειλέτη, περιλαμβάνει τη κύρια κατοικία του ή άλλα πάγια περιουσιακά στοιχεία που υπερβαίνουν σε αξία το 10% των συνολικών του οφειλών και η ελάχιστη αξία τους, δεν υπολείπεται των 100.000 ευρώ, τότε η πτωχευτική απαλλαγή επέρχεται σε ένα (1) έτος.
Η απαλλαγή από τις οφειλές νομικού προσώπου που πτωχεύει, προβλέπεται και για τους νομίμους εκπροσώπους αυτού (Προέδρους και Διευθύνοντες Συμβούλους, Διαχειριστές κλπ) οι οποίοι έχουν εκ του νόμου αλληλέγγυα ευθύνη με το νομικό πρόσωπο και απαλλάσσονται από κάθε ευθύνη με την παρέλευση είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την κήρυξη της πτώχευσης του νομικού προσώπου, ή με την παρέλευση τριάντα έξι (36) μηνών από την υποβολή της αίτησης πτώχευσης.
Σημειωτέο, ότι εντός των ως άνω προθεσμιών, οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει  προσφυγή ΚΑΤΑ της απαλλαγής του πτωχού.
Η εν θέματι προσφυγή σημαίνει την αίτηση ή αγωγή αμφισβήτησης του νόμιμου υπέρ του οφειλέτη, πτωχού, αλλά υπολανθάνοντος –εμμέσως, συναγόμενου– τεκμηρίου ότι ο οφειλέτης, πτωχός, έχοντας περιέλθει σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών, χωρίς δόλο και χωρίς να βαρύνεται με δίωξη ή καταδίκη για διάπραξη οικονομικών εγκλημάτων, επέδειξε, κατά την ακολουθούσα διαδικασία, καλή πίστη και διάθεση συνεργασίας, εμφανίζοντας και όλα τα περιουσιακά του στοιχεία.
Με την προσφυγή του, επομένως, ο προσφεύγων, που έχει έννομο, προς τούτο, συμφέρον (πιστωτής ή ο σύνδικος ή και ο Εισαγγελέας), οφείλει να ισχυριστεί και να αποδείξει τα αντίθετα των ανωτέρω, ανατρέποντας το τεκμήριο και ζητώντας από το επιλαμβανόμενο της υπόθεσης πτωχευτικό δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ασκεί την προσφυγή, να αναγνωρίσει, την εκ του λόγου αυτού αδυναμία επέλευσης της απαλλαγής, την οποία προβλέπει ο νόμος ως αυτοδίκαιη συνέπεια της παρόδου απλώς της ορισμένης προθεσμίας.
Επί της προσφυγής αυτής το Πτωχευτικό Δικαστήριο, εκτιμώντας τα αίτια και τις συνθήκες της πτώχευσης, ύστερα από σχετική έκθεση του εισηγητή, στην οποία πρέπει να έχουν καταχωρηθεί και οι τυχόν παρατηρήσεις του οφειλέτη και των πιστωτών, και αφού ακούσει το σύνδικο, αποφαίνεται υπέρ της απαλλαγής, εάν το φυσικό πρόσωπο (εκπρόσωπος):
α) έχει επιδείξει καλή πίστη, τόσο κατά την κήρυξη της πτώχευσης, όσο και κατά τη διάρκεια της,
β) ήταν και είναι συνεργάσιμος με τα όργανα της πτώχευσης,
γ) δεν βαρύνεται με πράξεις ή παραλείψεις πρόκλησης ή παρέλκυσης της πτώχευσης (αρ. 127 ΠτΚ) και
δ) η πτώχευση δεν οφείλεται σε δόλιες ενέργειες του.
Όσον αφορά δε στην προβλεπόμενη στη διάταξη του άρθρου 195 του Ν.4738/2020 απαλλαγή των εκπροσώπων του νομικού προσώπου, τα πρόσωπα αυτά φέρουν αλληλέγγυα προς το νομικό πρόσωπο ευθύνη έναντι του δημοσίου, για την πληρωμή οφειλόμενων, φόρου εισοδήματος, τόκων και προστίμων, και για την απόδοση των παρακρατούμενων και μη φόρων, Φ.Π.Α. και όλων των επιρριπτόμενων φόρων, ανεξάρτητα από το χρόνο βεβαίωσης τους, καθώς και για οφειλές του εκπροσωπούμενου από αυτά νομικού προσώπου προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης (βλ. ΠΠρΠατρ 395/2022 ΤΝΠ Ισοκράτης, Ψυχομάνη Σ., Πτωχευτικό Δίκαιο, 9η έκδοση, 2021, σ. 572 επ, 18/2022 ΠΠρ Χίου).
Εν κατακλείδι, η πτωχευτική απαλλαγή είναι μία πολύ δραστική λύση, καθώς οδηγεί σε απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών μετά την εκποίηση της πτωχευτικής περιουσίας και «ελαφρύνει» τον «έντιμο» πτωχό οφειλέτη, ο οποίος παρά την όποια οικονομική αποτυχία του παρελθόντος, μπορεί να εκκινήσει εκ νέου την επιχειρηματική του προσπάθεια, δίχως να καθίσταται εσαεί δέσμιος των χρεών του.

www.bankingnews.gr 

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης