Ο Economist επισημαίνει ότι είναι αναγκαία η μείωση του ελληνικού χρέους και η χαλάρωση των δημοσιονομικών στόχων για την Ελλάδα
Η Ελλάδα βρίσκεται στο επίκεντρο δύο άρθρων του Economist, τα οποία ασχολούνται τόσο με την «παράνοια» των στόχων για υψηλά πλεονάσματα όσο και των προοπτικών της νέας κυβέρνησης υπό τον Κυριάκο Μητσοτάκη.
Όπως τονίζεται και στα δύο άρθρα η νέα κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με πληθώρα προκλήσεων, ενώ ακόμη διέρχεται μία περίοδο «μήνα του μέλιτος» με τα δύσκολα να βρίσκονται μπροστά της.
Δημοσιονομικός μαζοχισμός ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα
«Δημοσιονομικό μαζοχισμό» χαρακτηρίζει ο Economist τους στόχους τους 3,5% για τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
Σε δημοσίευμα με τίτλο «η Οδύσσεια του χρέους στην Ελλάδα», ο Economist επισημαίνει «αν και η (ελληνική) οικονομία έχει αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι, η ανάπτυξη είναι χαλαρή και η παραγωγή είναι σχεδόν το ένα τέταρτο κάτω από το επίπεδο του 2007.
Η χώρα βγήκε από το τρίτο μνημόνιο πέρυσι με χρέος 180% επί του ΑΕΠ.
Τώρα υπόκειται στους όρους μιας συμφωνίας ανακούφισης του χρέους που έκλεισε με τους Ευρωπαίους πιστωτές της.
Η συμφωνία αυτή σχεδιάστηκε για να είναι σκληρή ώστε να είναι ευχάριστη για τους ψηφοφόρους στη Βόρεια Ευρώπη, οι οποίοι μισούν την ιδέα της διάσωσης των Νότιων, αλλά οι ειδικοί συμφωνούν ότι είναι μη ρεαλιστική» επισημαίνεται στο δημοσίευμα και τονίζεται ότι «ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να προσποιούμαστε και να διευθετήσουμε τις οικονομίες της Ελλάδας μια για πάντα».
Στο δημοσίευμα περιγράφονται οι όροι της συμφωνίας του 2018, όπου προβλέπεται επέκταση των ωριμάνσεων κάποιων δανείων της Ελλάδας και μείωση επιτοκίου.
Από την πλευρά της, η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει «δρακόντειους δημοσιονομικούς στόχους», θα πρέπει να εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022.
Το θέμα όμως του ελληνικού χρέους δεν θα εξεταστεί πριν το 2032.
«Ότι αυτοί οι στόχοι είναι υπερβολικοί είναι κοινό μυστικό (…) Το να περιμένει κάποιος ότι η Ελλάδα θα δεσμευτεί με τέτοιο δημοσιονομικό μαζοχισμό για τέσσερις 10ετίες είναι παράλογο.
Όπως αναφέρεται και το ΔΝΤ, τελικά θα χρειαστεί πραγματική ελάφρυνση χρέους.
Και καθώς η οικονομία είναι υποβαθμισμένη, υπάρχει μια ια ισχυρή περίπτωση για κάποια δημοσιονομική χαλάρωση τώρα» αναφέρει ο Economist.
Ο αρθρογράφος αφήνει αιχμές και κατά του ΣΥΡΙΖΑ σχολιάζοντας ότι αν και πέτυχε τους δημοσιονομικούς στόχους, οπισθοχώρησε όσον αφορά την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
«Οι τράπεζες είναι γεμάτες με κόκκινα δάνεια και το πλαίσιο για την αντιμετώπιση τους είναι ελλιπές.
Τα φορολογικά έσοδα βασίζεται σε πολύ μικρή βάση, με αποτέλεσμα να απαιτούνται υψηλές εισφορές που αποθαρρύνουν τις προσλήψεις» επισημαίνεται.
Υπάρχει διέξοδος
Σύμφωνα όμως με τον Economist υπάρχει διέξοδος, καθώς με τη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές, οι Έλληνες γύρισαν την πλάτη στον λαϊκισμό, κάτι που οι δανειστές θα έπρεπε να το εκλάβουν ως θετικό σημάδι.
Γι' αυτό και θα πρέπει να θέσουν έναν νέο στόχο: με αντάλλαγμα περισσότερες μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει μια μείωση χρέους αρκετά μεγάλη ώστε να της επιτρέψει να εξυπηρετεί τα χρέη της χωρίς να έχει πρωτογενές πλεόνασμα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, οι στόχοι δημοσιονομικών πλεονασμάτων θα πρέπει να χαλαρώσουν σταδιακά.
Όσον αφορά τον κ. Μητσοτάκη, στο δημοσίευμα τονίζεται ότι θα πρέπει να σηκώσει τα μανίκια του και να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις.
Θα τα καταφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Στο δεύτερο άρθρό του το περιοδικό αναφέρεται τόσο στα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας όσο και στις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η νέα κυβέρνηση.
Όπως τονίζεται: «Το πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό, λίγα μίλια νότια της Αθήνας, έκλεισε το 2001.
Αεροπλάνα που ανήκουν στον πρώην αποτυχημένο εθνικό αερομεταφορέα της Ελλάδας εξακολουθούν να υπάρχουν στον διάδρομο απογείωσης.
Σε κοντινή απόσταση ένα στάδιο που χτίστηκε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004 καταστρέφεται απαλά.
Σε μικρή απόσταση, μια μαρίνα συνορεύει με το αστραφτερό Αιγαίο.
Το 2011, όταν η Ελλάδα βρισκόταν σε κρίση κρατικού χρέους, η κυβέρνηση έβαλε προς πώληση την περιοχή, η οποία είναι τριπλάσια από αυτή του Μονακό.
Το 2014 καταλήφθηκε από μια κοινοπραξία που σχεδίαζε να χτίσει σπίτια, ξενοδοχεία και καζίνο. Με αναμενόμενο κόστος περίπου 8 δισ. ευρώ (8,7 δισ. δολάρια), ήταν το μεγαλύτερο επενδυτικό σχέδιο της Ελλάδας.
Πέντε χρόνια αργότερα, τίποτα δεν έχει γίνει
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα αριστερό κόμμα, σχημάτισε κυβέρνηση το 2015, ξανάνοιξε την όλη διαδικασία.
Όμως οι υπουργοί δεν έδιναν τις άδειες.
Οι αρχές ζήτησαν πολυάριθμες αρχαιολογικές έρευνες.
Σήμερα ο χώρος είναι έρημος.
Οι υπάλληλοι του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έφτασαν στο νέο αεροδρόμιο τον Σεπτέμβριο έχουν πληθώρα να παρουσιάσουν για το πόσο δύσκολη είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
www.bankingnews.gr
Όπως τονίζεται και στα δύο άρθρα η νέα κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με πληθώρα προκλήσεων, ενώ ακόμη διέρχεται μία περίοδο «μήνα του μέλιτος» με τα δύσκολα να βρίσκονται μπροστά της.
Δημοσιονομικός μαζοχισμός ο στόχος για τα πρωτογενή πλεονάσματα
«Δημοσιονομικό μαζοχισμό» χαρακτηρίζει ο Economist τους στόχους τους 3,5% για τα πρωτογενή πλεονάσματα της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια.
Σε δημοσίευμα με τίτλο «η Οδύσσεια του χρέους στην Ελλάδα», ο Economist επισημαίνει «αν και η (ελληνική) οικονομία έχει αρχίσει να αναπτύσσεται και πάλι, η ανάπτυξη είναι χαλαρή και η παραγωγή είναι σχεδόν το ένα τέταρτο κάτω από το επίπεδο του 2007.
Η χώρα βγήκε από το τρίτο μνημόνιο πέρυσι με χρέος 180% επί του ΑΕΠ.
Τώρα υπόκειται στους όρους μιας συμφωνίας ανακούφισης του χρέους που έκλεισε με τους Ευρωπαίους πιστωτές της.
Η συμφωνία αυτή σχεδιάστηκε για να είναι σκληρή ώστε να είναι ευχάριστη για τους ψηφοφόρους στη Βόρεια Ευρώπη, οι οποίοι μισούν την ιδέα της διάσωσης των Νότιων, αλλά οι ειδικοί συμφωνούν ότι είναι μη ρεαλιστική» επισημαίνεται στο δημοσίευμα και τονίζεται ότι «ήρθε η ώρα να σταματήσουμε να προσποιούμαστε και να διευθετήσουμε τις οικονομίες της Ελλάδας μια για πάντα».
Στο δημοσίευμα περιγράφονται οι όροι της συμφωνίας του 2018, όπου προβλέπεται επέκταση των ωριμάνσεων κάποιων δανείων της Ελλάδας και μείωση επιτοκίου.
Από την πλευρά της, η Ελλάδα θα πρέπει να πετύχει «δρακόντειους δημοσιονομικούς στόχους», θα πρέπει να εμφανίζει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022.
Το θέμα όμως του ελληνικού χρέους δεν θα εξεταστεί πριν το 2032.
«Ότι αυτοί οι στόχοι είναι υπερβολικοί είναι κοινό μυστικό (…) Το να περιμένει κάποιος ότι η Ελλάδα θα δεσμευτεί με τέτοιο δημοσιονομικό μαζοχισμό για τέσσερις 10ετίες είναι παράλογο.
Όπως αναφέρεται και το ΔΝΤ, τελικά θα χρειαστεί πραγματική ελάφρυνση χρέους.
Και καθώς η οικονομία είναι υποβαθμισμένη, υπάρχει μια ια ισχυρή περίπτωση για κάποια δημοσιονομική χαλάρωση τώρα» αναφέρει ο Economist.
Ο αρθρογράφος αφήνει αιχμές και κατά του ΣΥΡΙΖΑ σχολιάζοντας ότι αν και πέτυχε τους δημοσιονομικούς στόχους, οπισθοχώρησε όσον αφορά την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.
«Οι τράπεζες είναι γεμάτες με κόκκινα δάνεια και το πλαίσιο για την αντιμετώπιση τους είναι ελλιπές.
Τα φορολογικά έσοδα βασίζεται σε πολύ μικρή βάση, με αποτέλεσμα να απαιτούνται υψηλές εισφορές που αποθαρρύνουν τις προσλήψεις» επισημαίνεται.
Υπάρχει διέξοδος
Σύμφωνα όμως με τον Economist υπάρχει διέξοδος, καθώς με τη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές, οι Έλληνες γύρισαν την πλάτη στον λαϊκισμό, κάτι που οι δανειστές θα έπρεπε να το εκλάβουν ως θετικό σημάδι.
Γι' αυτό και θα πρέπει να θέσουν έναν νέο στόχο: με αντάλλαγμα περισσότερες μεταρρυθμίσεις, η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει μια μείωση χρέους αρκετά μεγάλη ώστε να της επιτρέψει να εξυπηρετεί τα χρέη της χωρίς να έχει πρωτογενές πλεόνασμα.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις, οι στόχοι δημοσιονομικών πλεονασμάτων θα πρέπει να χαλαρώσουν σταδιακά.
Όσον αφορά τον κ. Μητσοτάκη, στο δημοσίευμα τονίζεται ότι θα πρέπει να σηκώσει τα μανίκια του και να προχωρήσει στις μεταρρυθμίσεις.
Θα τα καταφέρει ο Κυριάκος Μητσοτάκης;
Στο δεύτερο άρθρό του το περιοδικό αναφέρεται τόσο στα επιτεύγματα της ελληνικής οικονομίας όσο και στις προκλήσεις με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπη η νέα κυβέρνηση.
Όπως τονίζεται: «Το πρώην αεροδρόμιο στο Ελληνικό, λίγα μίλια νότια της Αθήνας, έκλεισε το 2001.
Αεροπλάνα που ανήκουν στον πρώην αποτυχημένο εθνικό αερομεταφορέα της Ελλάδας εξακολουθούν να υπάρχουν στον διάδρομο απογείωσης.
Σε κοντινή απόσταση ένα στάδιο που χτίστηκε για τους Ολυμπιακούς Αγώνες το 2004 καταστρέφεται απαλά.
Σε μικρή απόσταση, μια μαρίνα συνορεύει με το αστραφτερό Αιγαίο.
Το 2011, όταν η Ελλάδα βρισκόταν σε κρίση κρατικού χρέους, η κυβέρνηση έβαλε προς πώληση την περιοχή, η οποία είναι τριπλάσια από αυτή του Μονακό.
Το 2014 καταλήφθηκε από μια κοινοπραξία που σχεδίαζε να χτίσει σπίτια, ξενοδοχεία και καζίνο. Με αναμενόμενο κόστος περίπου 8 δισ. ευρώ (8,7 δισ. δολάρια), ήταν το μεγαλύτερο επενδυτικό σχέδιο της Ελλάδας.
Πέντε χρόνια αργότερα, τίποτα δεν έχει γίνει
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα αριστερό κόμμα, σχημάτισε κυβέρνηση το 2015, ξανάνοιξε την όλη διαδικασία.
Όμως οι υπουργοί δεν έδιναν τις άδειες.
Οι αρχές ζήτησαν πολυάριθμες αρχαιολογικές έρευνες.
Σήμερα ο χώρος είναι έρημος.
Οι υπάλληλοι του ΔΝΤ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έφτασαν στο νέο αεροδρόμιο τον Σεπτέμβριο έχουν πληθώρα να παρουσιάσουν για το πόσο δύσκολη είναι η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ελλάδα.
Όταν η κρίση κρατικού χρέους έπληξε τη χώρα, διασώθηκε με την προϋπόθεση ότι θα εφαρμόσει βαθιές δημοσιονομικές περικοπές και εκτεταμένες δομικές μεταρρυθμίσεις.
Πέρυσι, η ΕΕ συμφώνησε σε μία διαδικασία ανακούφισης του ελληνικού χρέους, επιτρέποντας στην Ελλάδα να αποχωρήσει από το τρίτο και τελευταίο πρόγραμμα στήριξης, παρά το ότι το χρέος της φθάνει στο 180% του ΑΕΠ.
Οι δανειστές απαιτούν από την Ελλάδα να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, επιτυγχάνοντας στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος (δηλαδή πριν από την καταβολή τόκων) 3,5% μέχρι το 2022 και εν συνεχεία 2,2% μέχρι το 2060.
Σε αντάλλαγμα προσέφεραν κάποια μείωση του επιτοκίου και επέκταση της λήξης ορισμένων δανείων.
Η κεντροδεξιά κυβέρνηση υπό την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ανέλαβε τον Ιούλιο του 2019, προετοιμάζεται να παρουσιάσει το σχέδιο προϋπολογισμού στο κοινοβούλιο στις 7 Οκτωβρίου.
Ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% φέτος φαίνεται ότι θα επιτευχθεί.
Ωστόσο, η κυβέρνηση ελπίζει να διαπραγματευτεί μία μείωσή του το 2020, ώστε να έχει δημοσιονομικό χώρο για να μειώσει τους φόρους. Ολοκληρώνοντας την ετήσια αποστολή του στην Ελλάδα στις 26 Σεπτεμβρίου, το ΔΝΤ τάχθηκε υπέρ χαμηλότερων δημοσιονομικών στόχων, επισημαίνοντας ότι οι υψηλοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα πλήττουν δημόσιες επενδύσεις και κοινωνικές δαπάνες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο νέος πρωθυπουργός, θέλει να μετατρέψει το Ελληνικό σε ένα σύμβολο όχι των εμποδίων στην επιχειρηματική δραστηριοποίηση στην Ελλάδα, αλλά του νέου ανοίγματος της χώρας στις επενδύσεις.
Η διαδικασία εκδόσεων των αδειών έχει επιταχυνθεί και όλοι ελπίζουν ότι το 2020 θα ξεκινήσουν οι εργασίες.
Αλλά θα χρειαστεί πολύ περισσότερο από την έγκριση ενός μεγάλου έργου για την ανάκαμψη της οικονομίας της Ελλάδας.
Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να αντιμετωπίσει τις δίδυμες κληρονομιές της κρίσης: προβληματικές τράπεζες και ιδιαίτερα αυστηρή δημοσιονομική πολιτική.
Πρέπει επίσης να προσπαθήσει να πατάξει τη γραφειοκρατία η οποία βρίσκεται σε επίπεδα παρόμοια με αυτά μίας αναπτυσσόμενης και όχι μίας εξελιγμένης οικονομίας.
Ανάδυση από τον Άδη
Η οικονομία της Ελλάδας άρχισε να αναπτύσσεται το 2016, μετά από χρόνια ύφεσης.
Ωστόσο, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν αναιμικός, στο 1-2%.
Η ανεργία εξακολουθεί να είναι 17%, με την ανεργία των νέων να είναι τουλάχιστον διπλάσια.
Ακόμη και όταν οι επενδύσεις σε άλλες περιοχές της Νότιας Ευρώπης έχουν ανακάμψει, λέει ο Kathrin Muehlbronner της Moody's, έχουν καταρρεύσει στην Ελλάδα.
Παραμένουν κατά 60% χαμηλότερα σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2007, όταν είχαν φθάσει στο ζενίθ τους.
Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPLs) μειώθηκαν σταθερά από το 2016, αλλά παραμένουν στο υψηλό επίπεδο των 80 δισ. ευρώ.
Δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν αναγκαστεί να προβλέπουν τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού και στερούνται έσοδα από τόκους, ο δανεισμός έχει παγώσει.
Οι πιστώσεις παραμένουν χαμηλές από το 2010, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια για παραγωγικά έργα.
Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να μειώσει το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό μέχρι το 2021.
Με μία αντιγραφή του ιταλικού μοντέλου, θέλει να δημιουργήσει ένα νέο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών από τα NPLs.
Όμως δεν αρκεί αυτό.
Ακόμη και αν οι επιχειρήσεις έχουν εύκολη πρόσβαση στην πίστωση, μια πληθώρα κανονισμών εμποδίζει την επέκταση.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να βελτιώσει την εικόνα της Ελλάδας.
Τα πρώτα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις είναι η εγγραφή ακινήτων, τα οποία, σύμφωνα με την έκθεση Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας, είναι τόσο περίπλοκα στην Ελλάδα όσο και στη Σομαλία.
Ορισμένες από τις καθυστερήσεις στο Ελληνικό, για παράδειγμα, οφείλονταν σε αμφιλεγόμενες ιδιοκτησίες χρήσης γης.
Το κτηματολόγιο μόλις έχει ξεκινήσει να φτιάχνεται.
Όμως στο μέλλον σαφώς θα υπάρξουν αντεκδικήσεις για θέματα περιουσιών και όλα δείχνουν ότι οι δικαστικές αντιδικίες θα διαρκέσουν πολλά χρόνια.
Τα δικαστήρια έχουν γεμίσει ασφυκτικά από υποθέσεις.
Κατά μέσο όρο, η επίλυση μιας επιχειρηματικής διαφοράς διαρκεί τέσσερα χρόνια.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη αγωνία των επιχειρήσεων έχει να κάνει με τους φορολογικούς συντελεστές.
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει ότι οι περισσότερες από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις είναι "κερδοφόρες".
Ο προϋπολογισμός θα περιλαμβάνει περικοπές φόρου εταιρειών και εισοδημάτων, και ελπίζει ότι η ΕΕ θα του δώσει κάποιο δημοσιονομικό χώρο για να το πράξει.
Αλλά η λιτότητα δεν είναι η μόνη υπεύθυνη για τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές.
Οφείλονται και στις επιλογές των διαδοχικών κυβερνήσεων.
Αν και τα ποσοστά του εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας είναι υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ, τα εισπραχθέντα έσοδα είναι χαμηλότερα, χάρη σε αυτό που το ΔΝΤ ονομάζει με ειλικρίνεια μια «αδυναμία καλλιέργειας κουλτούρας πληρωμών» και μια στενή φορολογική βάση.
Το χάσμα μεταξύ των αναμενόμενων εσόδων από τους φόρους προστιθέμενης αξίας και του πραγματικού ποσού που αντλήθηκε ήταν περίπου 30% το 2018.
Το αφορολόγητο όριο φόρου εισοδήματος ορίζεται στο 60% της μέσης αμοιβής, σχεδόν τριπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ.
Το αποτέλεσμα, λέει η Miranda Xafa του Κέντρου Διεθνούς Διακυβέρνησης Καινοτομίας, think-tank, είναι ότι πάνω από το ήμισυ των Ελλήνων δεν πληρώνουν καθόλου φόρο εισοδήματος.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει ελάχιστο ενδιαφέρον για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Αντ 'αυτού, όπως και αρκετοί από τους προκατόχους, έχει θεσπίσει ένα σύστημα φοροδιαφυγής, το οποίο επιτρέπει στους φορολογούμενους που πλησιάζουν στο παρελθόν να μην πληρώνουν καθυστερημένα τα δάνειά τους για να αυξήσουν τα έσοδά τους.
Η κυβέρνηση του κ. Μιτσοτάκη εξακολουθεί να βρίσκεται στον… μήνα του μέλιτος.
Οι επιχειρήσεις δηλώνουν ευχαριστημένες από μία κεντροδεξιά κυβέρνηση.
Το οικονομικό κλίμα άγγιξε υψηλό 12 ετών.
Οι επενδυτές είναι χαρούμενοι, καθώς το spread μεταξύ των αποδόσεων των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αποδόσεων των γερμανικών ομόλογων έχει μειωθεί στο ήμισυ από την αρχή του έτους.
Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς ότι η αισιοδοξία ξεκινάει έναν ενάρετο κύκλο.
Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, οι μεταρρυθμίσεις γίνονται ευκολότερες.
Η είσοδος στο φορολογικό δίκτυο είναι λιγότερο επώδυνη όταν η αμοιβή σας αυξάνεται.
Ομοίως, η επανεξισορρόπηση των δημόσιων δαπανών με την εκτόνωση των παροχών σε ηλικία εργασίας σε υψηλότερο ποσοστό από τις συντάξεις θα ήταν πιο πολιτικά ευχάριστη από τη μείωση των συντάξεων.
Αλλά αν ήταν εύκολο να «καθαρίσει» η χώρα, η Ελλάδα θα είχε ήδη προλάβει την υπόλοιπη ΕΕ.
Και η περίοδος του μέλιτος μιας κυβέρνησης μπορεί να σπαταληθεί - ειδικά όταν τα αποτελέσματα πολλών από τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις θα χρειαστεί χρόνια να φανούν - σαν την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου στο Ελληνικό.
Η κυβέρνηση του κ. Μιτσωτάκη κατάφερε να βάλει την οικονομία της Ελλάδας στον διάδρομο απογείωσης.
Αλλά εάν θα κατορθώσει και να την απογειώσει, μένει να αποδειχθεί…».
Πέρυσι, η ΕΕ συμφώνησε σε μία διαδικασία ανακούφισης του ελληνικού χρέους, επιτρέποντας στην Ελλάδα να αποχωρήσει από το τρίτο και τελευταίο πρόγραμμα στήριξης, παρά το ότι το χρέος της φθάνει στο 180% του ΑΕΠ.
Οι δανειστές απαιτούν από την Ελλάδα να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις, επιτυγχάνοντας στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος (δηλαδή πριν από την καταβολή τόκων) 3,5% μέχρι το 2022 και εν συνεχεία 2,2% μέχρι το 2060.
Σε αντάλλαγμα προσέφεραν κάποια μείωση του επιτοκίου και επέκταση της λήξης ορισμένων δανείων.
Η κεντροδεξιά κυβέρνηση υπό την ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας, η οποία ανέλαβε τον Ιούλιο του 2019, προετοιμάζεται να παρουσιάσει το σχέδιο προϋπολογισμού στο κοινοβούλιο στις 7 Οκτωβρίου.
Ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% φέτος φαίνεται ότι θα επιτευχθεί.
Ωστόσο, η κυβέρνηση ελπίζει να διαπραγματευτεί μία μείωσή του το 2020, ώστε να έχει δημοσιονομικό χώρο για να μειώσει τους φόρους. Ολοκληρώνοντας την ετήσια αποστολή του στην Ελλάδα στις 26 Σεπτεμβρίου, το ΔΝΤ τάχθηκε υπέρ χαμηλότερων δημοσιονομικών στόχων, επισημαίνοντας ότι οι υψηλοί στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα πλήττουν δημόσιες επενδύσεις και κοινωνικές δαπάνες.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο νέος πρωθυπουργός, θέλει να μετατρέψει το Ελληνικό σε ένα σύμβολο όχι των εμποδίων στην επιχειρηματική δραστηριοποίηση στην Ελλάδα, αλλά του νέου ανοίγματος της χώρας στις επενδύσεις.
Η διαδικασία εκδόσεων των αδειών έχει επιταχυνθεί και όλοι ελπίζουν ότι το 2020 θα ξεκινήσουν οι εργασίες.
Αλλά θα χρειαστεί πολύ περισσότερο από την έγκριση ενός μεγάλου έργου για την ανάκαμψη της οικονομίας της Ελλάδας.
Ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να αντιμετωπίσει τις δίδυμες κληρονομιές της κρίσης: προβληματικές τράπεζες και ιδιαίτερα αυστηρή δημοσιονομική πολιτική.
Πρέπει επίσης να προσπαθήσει να πατάξει τη γραφειοκρατία η οποία βρίσκεται σε επίπεδα παρόμοια με αυτά μίας αναπτυσσόμενης και όχι μίας εξελιγμένης οικονομίας.
Ανάδυση από τον Άδη
Η οικονομία της Ελλάδας άρχισε να αναπτύσσεται το 2016, μετά από χρόνια ύφεσης.
Ωστόσο, ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ ήταν αναιμικός, στο 1-2%.
Η ανεργία εξακολουθεί να είναι 17%, με την ανεργία των νέων να είναι τουλάχιστον διπλάσια.
Ακόμη και όταν οι επενδύσεις σε άλλες περιοχές της Νότιας Ευρώπης έχουν ανακάμψει, λέει ο Kathrin Muehlbronner της Moody's, έχουν καταρρεύσει στην Ελλάδα.
Παραμένουν κατά 60% χαμηλότερα σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2007, όταν είχαν φθάσει στο ζενίθ τους.
Τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPLs) μειώθηκαν σταθερά από το 2016, αλλά παραμένουν στο υψηλό επίπεδο των 80 δισ. ευρώ.
Δεδομένου ότι οι τράπεζες έχουν αναγκαστεί να προβλέπουν τα εν λόγω στοιχεία ενεργητικού και στερούνται έσοδα από τόκους, ο δανεισμός έχει παγώσει.
Οι πιστώσεις παραμένουν χαμηλές από το 2010, με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν διαθέσιμα κεφάλαια για παραγωγικά έργα.
Ο κ. Μητσοτάκης θέλει να μειώσει το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων σε μονοψήφιο ποσοστό μέχρι το 2021.
Με μία αντιγραφή του ιταλικού μοντέλου, θέλει να δημιουργήσει ένα νέο σχέδιο διάσωσης των τραπεζών από τα NPLs.
Όμως δεν αρκεί αυτό.
Ακόμη και αν οι επιχειρήσεις έχουν εύκολη πρόσβαση στην πίστωση, μια πληθώρα κανονισμών εμποδίζει την επέκταση.
Η κυβέρνηση προσπαθεί να βελτιώσει την εικόνα της Ελλάδας.
Τα πρώτα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις είναι η εγγραφή ακινήτων, τα οποία, σύμφωνα με την έκθεση Doing Business της Παγκόσμιας Τράπεζας, είναι τόσο περίπλοκα στην Ελλάδα όσο και στη Σομαλία.
Ορισμένες από τις καθυστερήσεις στο Ελληνικό, για παράδειγμα, οφείλονταν σε αμφιλεγόμενες ιδιοκτησίες χρήσης γης.
Το κτηματολόγιο μόλις έχει ξεκινήσει να φτιάχνεται.
Όμως στο μέλλον σαφώς θα υπάρξουν αντεκδικήσεις για θέματα περιουσιών και όλα δείχνουν ότι οι δικαστικές αντιδικίες θα διαρκέσουν πολλά χρόνια.
Τα δικαστήρια έχουν γεμίσει ασφυκτικά από υποθέσεις.
Κατά μέσο όρο, η επίλυση μιας επιχειρηματικής διαφοράς διαρκεί τέσσερα χρόνια.
Ωστόσο, η μεγαλύτερη αγωνία των επιχειρήσεων έχει να κάνει με τους φορολογικούς συντελεστές.
Ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει ότι οι περισσότερες από τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις είναι "κερδοφόρες".
Ο προϋπολογισμός θα περιλαμβάνει περικοπές φόρου εταιρειών και εισοδημάτων, και ελπίζει ότι η ΕΕ θα του δώσει κάποιο δημοσιονομικό χώρο για να το πράξει.
Αλλά η λιτότητα δεν είναι η μόνη υπεύθυνη για τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές.
Οφείλονται και στις επιλογές των διαδοχικών κυβερνήσεων.
Αν και τα ποσοστά του εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας είναι υψηλότερα από τον μέσο όρο της ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ, τα εισπραχθέντα έσοδα είναι χαμηλότερα, χάρη σε αυτό που το ΔΝΤ ονομάζει με ειλικρίνεια μια «αδυναμία καλλιέργειας κουλτούρας πληρωμών» και μια στενή φορολογική βάση.
Το χάσμα μεταξύ των αναμενόμενων εσόδων από τους φόρους προστιθέμενης αξίας και του πραγματικού ποσού που αντλήθηκε ήταν περίπου 30% το 2018.
Το αφορολόγητο όριο φόρου εισοδήματος ορίζεται στο 60% της μέσης αμοιβής, σχεδόν τριπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ.
Το αποτέλεσμα, λέει η Miranda Xafa του Κέντρου Διεθνούς Διακυβέρνησης Καινοτομίας, think-tank, είναι ότι πάνω από το ήμισυ των Ελλήνων δεν πληρώνουν καθόλου φόρο εισοδήματος.
Ο κ. Μητσοτάκης έχει ελάχιστο ενδιαφέρον για τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
Αντ 'αυτού, όπως και αρκετοί από τους προκατόχους, έχει θεσπίσει ένα σύστημα φοροδιαφυγής, το οποίο επιτρέπει στους φορολογούμενους που πλησιάζουν στο παρελθόν να μην πληρώνουν καθυστερημένα τα δάνειά τους για να αυξήσουν τα έσοδά τους.
Η κυβέρνηση του κ. Μιτσοτάκη εξακολουθεί να βρίσκεται στον… μήνα του μέλιτος.
Οι επιχειρήσεις δηλώνουν ευχαριστημένες από μία κεντροδεξιά κυβέρνηση.
Το οικονομικό κλίμα άγγιξε υψηλό 12 ετών.
Οι επενδυτές είναι χαρούμενοι, καθώς το spread μεταξύ των αποδόσεων των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αποδόσεων των γερμανικών ομόλογων έχει μειωθεί στο ήμισυ από την αρχή του έτους.
Είναι εύκολο να φανταστεί κανείς ότι η αισιοδοξία ξεκινάει έναν ενάρετο κύκλο.
Καθώς η οικονομία αναπτύσσεται, οι μεταρρυθμίσεις γίνονται ευκολότερες.
Η είσοδος στο φορολογικό δίκτυο είναι λιγότερο επώδυνη όταν η αμοιβή σας αυξάνεται.
Ομοίως, η επανεξισορρόπηση των δημόσιων δαπανών με την εκτόνωση των παροχών σε ηλικία εργασίας σε υψηλότερο ποσοστό από τις συντάξεις θα ήταν πιο πολιτικά ευχάριστη από τη μείωση των συντάξεων.
Αλλά αν ήταν εύκολο να «καθαρίσει» η χώρα, η Ελλάδα θα είχε ήδη προλάβει την υπόλοιπη ΕΕ.
Και η περίοδος του μέλιτος μιας κυβέρνησης μπορεί να σπαταληθεί - ειδικά όταν τα αποτελέσματα πολλών από τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις θα χρειαστεί χρόνια να φανούν - σαν την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου στο Ελληνικό.
Η κυβέρνηση του κ. Μιτσωτάκη κατάφερε να βάλει την οικονομία της Ελλάδας στον διάδρομο απογείωσης.
Αλλά εάν θα κατορθώσει και να την απογειώσει, μένει να αποδειχθεί…».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών