Το κράτος του Λιβάνου κήρυξε χρεοκοπία στις 4-4-2022 αλλά αυτό δεν πτόησε την Άβαξ που συνέχισε να γράφει απαιτήσεις από ένα έργο στο Λίβανο που δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Απλή περιέργεια;
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ρωτούσε στις 4/4/2023 την εταιρία για «το ύψος των απαιτήσεων του ομίλου της Εταιρίας σας από τον Λίβανο, την χρονική ενηλικίωσή τους, το ύψος των τυχόν προβλέψεων απομείωσης που έχουν λογιστικοποιηθεί ανά ημερομηνία αναφοράς (31.12.2021 και 30.6.2022), καθώς και τεκμηριωμένη εκτίμηση της Διοίκησης και των Νομικών Συμβούλων της Εταιρίας σας αναφορικά με την εισπραξιμότητα αυτών των απαιτήσεων, λαμβανομένης υπόψη της από 4.4.2022 αναγγελίας χρεοκοπίας του Λιβάνου».
Δεν γνωρίζουμε τι απάντηση πήρε αλλά φαίνεται ότι η κυρία Λαζαράκου και οι υπηρεσίες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς είχαν ικανοποιηθεί ή είχαν απλή περιέργεια και τώρα ήλθε το σοκ καθώς χθες η Άβαξ ανακοίνωσε ότι έχασε την προσφυγή που είχε κάνει και όχι μόνο δεν θα λάβει ούτε ένα ευρώ αλλά θα πληρώσει και από πάνω δικααστικά έξοδα 1,3 εκ ευρώ.
Από τα 470 εκ στο μηδέν
Η ιστορία ξεκινά με ένα προϋπολογισμού 470 εκατ. δολαρίων που ανέλαβε ο όμιλος από την κυβέρνηση του Λιβάνου το 2013.
Οι προστριβές με την κυβέρνηση του Λιβάνου αρχίζουν από το 2016 και η ΑΒΑΚ προσφεύγει στο Διεθνές Κέντρο Επίλυσης Επενδυτικών Διαφορών (το ICSID λειτουργεί υπό την αιγίδα της Παγκόσμιας Τράπεζας) ζητώντας αποζημίωση 370,6 εκατ. ευρώ.
Τελικά όπως χθες ανακοίνωσε η εταιρία το δικαστήριο απέρριψε την απαίτηση αποζημίωσης της Εταιρείας έναντι του κράτους του Λιβάνου στη βάση της Διμερούς Επενδυτικής Συμφωνίας Ελλάδας-Λιβάνου, σχετικά με την από 12.04.2013 υπογραφείσα σύμβαση μεταξύ των δύο πλευρών για την κατασκευή του θερμικού σταθμού παραγωγής ενέργειας Deir Aamar (Phase II), κοντά στην Τρίπολη του Λιβάνου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Άβαξ εξέδωσε δύο τιμολόγια για το συγκεκριμένο έργο τα οποία καταχώρησε ως έσοδο και απαιτήσεις στις οικονομικές της καταστάσεις ύψους 51,8 εκ ευρώ.
Οι απαιτήσεις απομειώθηκαν σταδιακά για να φτάσουν στα 14,8 εκ ευρώ στο τέλος του 2023.
Έτσι μετά την απόφαση του διεθνούς δικαστηρίου θα γράφει στη φετινή χρονιά ζημία ύψους 16,1 εκ ευρώ την οποία η ίδια χαρακτηρίζει λογιστική.
Βεβαίως δεν έλαβε υπό όψιν της καν τη χρεοκοπία του Λιβάνου που εδώ και δύο χρόνια ζει με ανθρωπιστική βοήθεια.
Οι αισιόδοξοι νομικοί
Η εταιρία στις τελευταίες οικονομικές της ανέφερε τα εξής
«Στις απαιτήσεις από πελάτες υπάρχει απαίτηση από το Λίβανο, η οποία βάσει της παρόδου του χρόνου, περιορίστηκε σε €14.788.000 την 31.12.2023.
Μετά την ολοκλήρωση της ακροαματικής διαδικασίας, η οποία σύμφωνα με τους δικηγόρους εξελίχθηκε ικανοποιητικά για την Εταιρεία, αναμένεται η απόφαση του δικαστηρίου εντός του 2024.
Σχετικά και με την εισπραξιμότητα της απαίτησης μετά από τυχόν απόφαση του Διεθνούς Διαιτητικού Κέντρου Επενδυτικών Διαφορών (ICSID), σε σχέση και με την από 04.04.2022 αναγγελία χρεωκοπίας του Λιβάνου, η Εταιρεία έλαβε υπόψιν την επιστολή του Νομικού Συμβούλου σύμφωνα με την οποία (συνοπτικά):
1) Το ICSID λειτουργεί υπό την αιγίδα της Παγκόσμιας Τράπεζας.
2) Η διαιτησία διέπεται από τη Σύμβαση για την Επίλυση Επενδυτικών Διαφορών μεταξύ Κρατών και Υπηκόων άλλου Κράτους (Σύμβαση Ουάσινγκτον 1965) και οι αποφάσεις του δικαστηρίου είναι τελικές και δεσμευτικές για τα μέρη, τα οποία υποχρεούνται να συμμορφωθούν με αυτήν.
Αν ένα κράτος δεν καταβάλλει την αποζημίωση βάσει της διαιτητικής απόφασης και άρα δε συμμορφωθεί με αυτήν, παραβιάζει διεθνή υποχρέωση που έχει αναλάβει βάσει διεθνούς συνθήκης και άρα υπέχει διεθνή ευθύνη.
3) Οι διαιτητικές αποφάσεις βάσει της Σύμβασης Ουάσινγκτον, ως τελικές και δεσμευτικές για τα μέρη, δεν προσβάλλονται παρά με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του ίδιου του ICSID ανεξαρτήτως της έδρας της διαιτησίας.
4) Σε περίπτωση που το κράτος του Λιβάνου δεν συμμορφωθεί οικειοθελώς με μια τέτοια απόφαση, η Εταιρεία δικαιούται να προβεί σε αναγνώριση και εκτέλεση αυτής όχι μόνο στο Λίβανο και στην Ελλάδα, βάσει της Σύμβασης Ουάσινγκτον, στην οποία αμφότερες χώρες είναι μέλη, αλλά και σε όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη αυτής, ήτοι σε 158 κράτη.
Επομένως, η Εταιρεία παραμένει στην εκτίμηση της ανακτησιμότητας (βάσει παρόδου του χρόνου μόνο), εφ' όσον με την αναγγελία χρεωκοπίας του Λιβάνου, βάσει και των ανωτέρω, δεν προκύπτει ανάγκη περαιτέρω απομείωσης».
Εκ των πραγμάτων όμως προκύπτει ότι οι δικηγόροι απλά ήταν αισιόδοξοι και τώρα έπεσαν από τα σύννεφα.
Οι παραδοξότητες
Το 2022 αναφέρονταν αναλυτικά τα χρονικό της διαμάχης και επαναλαμβάνονταν τα παραπάνω αλλά και μεταξύ άλλων τα εξής:
«Στις απαιτήσεις από πελάτες της Εταιρίας και του Ομίλου περιλαμβάνεται αναθεωρημένο ποσό €18,8εκ. το οποίο είναι σε καθυστέρηση πέραν των πέντε ετών.
Το ποσό αυτό αφορά μέρος τιμολογηθέντος ποσού στα πλαίσια σύμβασης που υπεγράφη με την Κυβέρνηση τουΛιβάνου στις 12.04.2013, για την κατασκευή του θερμικού σταθμού παραγωγής ενέργειας Deir Aamar (PhaseII), κοντά στην Τρίπολη του Λιβάνου, ο οποίος θα περιελάμβανε την κατασκευή μονάδας Συνδυασμένου Κύκλου ισχύος 590MW, με δυνατότητα λειτουργίας με φυσικό αέριο ,ελαφρύ και βαρύ πετρέλαιο, και θα αποτελείτο από 3 αεροστρόβιλους, 3 λέβητες και 1 ατμοστρόβιλο.
Μέχρι το 2015 ο Πελάτης δεν προχώρησε σε πληρωμή, ούτε παρέδωσε το εργοτάξιο το οποίο ήταν κοντά σε πολεμική ζώνη (Τρίπολη) και είχε καταλειφθεί από τον στρατό του Λιβάνου.
Η εταιρεία προχώρησε σε αναστολή των εργασιών κατασκευής του έργου, καθώς επίσης και υπέβαλε στο Κράτος του Λιβάνου ,όπως προέβλεπε το άρθρο 9.2 της BIT μεταξύ Ελλάδας-Λιβάνου, το αίτημα φιλικού διακανονισμού (Official Notice for Amicable Solution) στις 24.02.2015 και μετά, δεύτερο πιο λεπτομερές «Official Notice for Amicable Solution» στις 16.06.2015.
Η απαίτηση ανερχόταν σε €51.788.000.
Το 2016 η Εταιρεία μετά από την αποτυχία εξεύρεσης φιλικού διακανονισμού, τον Αύγουστο του 2016, ξεκίνησε ενώπιον του Διεθνούς Κέντρου Επίλυσης Επενδυτικών Διαφορών (ICSID), διαδικασία Διεθνούς Διαιτησίας έχοντας εγείρει απαίτηση αποζημίωσης έναντι της Κυβέρνησης του Λιβάνου, ποσού € 370.570.785 βάσει δικαιωμάτων που προέκυπταν από τη Σύμβαση.
Επειδή η διαδικασία, διαιτησίας ευρίσκετο σε αρχικό στάδιο με καθυστερήσεις 1- 2 έτη, η εκτίμηση ανακτησιμότητας από τη Διοίκηση περιορίστηκε μόνο στο τιμολογημένο μέρος, δηλαδή € 51.788.000»
Στη συνέχεια η εταιρία φαίνεται να επιχείρησε υπογράψει ένα PPA Agreement ώστε το έργο να χρηματοδοτηθεί από ιδιώτες.
Έτσι το 2019 αναμένοντας ότι θα πάρει και εγγυητική 30 εκ ευρώ μεταξύ άλλων ανέστειλε την προσφυγή στη διαιτησία και την επανάφερε το 2020 όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορεί να υπογραφεί τίποτα.
Το παράδοξο είναι ότι κάθε χρόνο απομείωνε την απαίτησή της λόγω παρέλευσης χρόνου. Και το ερώτημα είναι από πότε η παρέλευση χρόνου από τη δημιουργίας μιας απαίτησης δημιουργεί την ανάγκη απομείωσης αν όπως η εταιρία ισχυριζόταν ήταν θεμελιωμένη η απαίτηση.
Μήπως ήταν ένα τρικ για να εμφανίζονται διογκωμένοι ισολογισμοί και να αποφευχθεί το σοκ μια ζημιάς σχεδόν 52 εκ ευρώ;
Πέραν αυτού υπάρχει και το ερώτημα πως τιμολογήθηκαν 52 εκ ευρώ όταν η εταιρία καν δεν είχε πρόσβαση στο εργοτάξιο;
Τι ακριβώς έκανε εκτός εργοταξίου και δημιούργησε απαίτηση 52 εκ ευρώ η οποία απορρίφθηκε από το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο;
Νίκος Καρούτζος
nkaroutzos@gmail.com
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών