Τελευταία Νέα
Διεθνή

Το ρωσοτουρκικό ειδύλλιο τελείωσε – Έξαλλος ο Putin με Erdogan – Μετά τα drones, απειλείται σύγκρουση στη Μαύρη Θάλασσα…

Το ρωσοτουρκικό ειδύλλιο τελείωσε – Έξαλλος ο Putin με Erdogan – Μετά τα drones, απειλείται σύγκρουση στη Μαύρη Θάλασσα…
Το «παιχνίδι» με το ρωσικό αέριο και η απειλή του Παντουρκισμού που τινάζει την περιοχή στον αέρα
Στο παρελθόν ανήκει πλέον η περίοδος της στρατηγικής εγγύτητας ανάμεσα στη Μόσχα και την Άγκυρα.
Οι τελευταίες εξελίξεις, με αφορμή τη χρήση drones και την αμοιβαία καχυποψία στον χώρο της Μέσης Ανατολής, δύναται να φέρουν σε ανοιχτή σύγκρουση τον Vladimir Putin με τον Recep Tayyip Erdogan.
Αυτό που μέχρι πρότινος χαρακτηριζόταν ρωσοτουρκικό «ειδύλλιο» τώρα κινδυνεύει να μετατραπεί σε σύγκρουση, καθώς οι διαφορές των δύο ηγετών και των στρατηγικών τους συμφερόντων γίνονται όλο και πιο εμφανείς.
Ειδικότερα, σημαντική κλιμάκωση καταγράφεται στα περιστατικά παραβίασης του τουρκικού εναέριου χώρου με μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV), καθώς μέσα σε διάστημα μόλις πέντε ημερών η Τουρκία κατέρριψε ένα drone και εντόπισε ακόμη δύο συντριμμένα, σε επεισόδια που η Άγκυρα συνδέει άμεσα με τις επιπτώσεις του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία και τη γενικότερη αστάθεια στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου.
Την περασμένη Δευτέρα, τουρκικά μαχητικά F-16 κατέρριψαν μη επανδρωμένο αεροσκάφος που εισήλθε στον τουρκικό εναέριο χώρο από τη Μαύρη Θάλασσα, όπως ανακοίνωσε το Υπουργείο Εθνικής Άμυνας.
Το drone καταρρίφθηκε κοντά στην περιοχή Çankırı, περίπου 120 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Άγκυρας, αφού διαπιστώθηκε ότι πετούσε ανεξέλεγκτα.
Δύο ημέρες νωρίτερα, την Παρασκευή, οι αρχές εντόπισαν συντριμμένο drone κοντά στο Kocaeli, περίπου 30 χιλιόμετρα νότια της Κωνσταντινούπολης.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών, τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι πρόκειται για ρωσικής κατασκευής Orlan-10, τύπο που χρησιμοποιείται κυρίως για αποστολές αναγνώρισης και επιτήρησης.
Ένα ακόμη drone εντοπίστηκε το Σάββατο σε αγροτική περιοχή κοντά στο Balıkesir, περίπου τρεις ώρες νοτιοδυτικά της Κωνσταντινούπολης, σύμφωνα με τουρκικά μέσα ενημέρωσης.
Το μη επανδρωμένο αεροσκάφος βρέθηκε από αγρότες, οι οποίοι το παρέδωσαν στις αρχές.
Το drone μεταφέρθηκε στην Άγκυρα για τεχνική ανάλυση, ενώ η προέλευσή του παραμένει υπό διερεύνηση.
Το τουρκικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας ανέφερε ότι το drone που καταρρίφθηκε τη Δευτέρα εξουδετερώθηκε «στο πλέον κατάλληλο σημείο», αφού ολοκληρώθηκαν όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες.
Τα συντρίμμια διαλύθηκαν σε μικρά κομμάτια και διασκορπίστηκαν σε μεγάλη έκταση, γεγονός που δυσχέρανε τις προσπάθειες περισυλλογής.
Όπως τόνισε το υπουργείο, «λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου, έχουν γίνει σαφείς συστάσεις προς τους συνομιλητές μας ότι και οι δύο πλευρές οφείλουν να είναι πιο προσεκτικές σε ζητήματα που αφορούν την ασφάλεια στη Μαύρη Θάλασσα».
4375574.jpg
Τα αλλεπάλληλα περιστατικά προκάλεσαν ερωτήματα σχετικά με την ετοιμότητα της τουρκικής αεράμυνας, ιδίως μετά το γεγονός ότι το πρώτο drone διείσδυσε βαθιά στον τουρκικό εναέριο χώρο πριν αναχαιτιστεί.
Ο Namık Tan, βουλευτής της αντιπολίτευσης (CHP) και πρώην πρέσβης, έθεσε ζήτημα επάρκειας του ραντάρ της Τουρκίας, διερωτώμενος αν είναι δυνατόν ένα drone να πλησιάσει τόσο κοντά στην πρωτεύουσα και σε κρίσιμες αμυντικές εγκαταστάσεις χωρίς να εντοπιστεί εγκαίρως.
Το Υπουργείο Άμυνας απέρριψε τις επικρίσεις, τονίζοντας ότι ο έλεγχος του εναέριου χώρου της χώρας είναι συνεχής και βασίζεται σε πολυεπίπεδη αρχιτεκτονική που περιλαμβάνει ραντάρ, συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, ηλεκτρονικό πόλεμο και μέσα αναχαίτισης.
«Η διαδικασία που αφορούσε το συγκεκριμένο UAV διαχειρίστηκε με επιτυχία και ολοκληρώθηκε πλήρως», ανέφερε το υπουργείο, προσθέτοντας ότι οι ισχυρισμοί περί αδυναμίας της αεράμυνας «δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι το μικρό μέγεθος του drone καθιστά τον εντοπισμό του ιδιαίτερα δύσκολο, απαιτώντας διασταύρωση δεδομένων από πολλαπλά συστήματα αισθητήρων.

Κατά τη διάρκεια της επιχείρησης αναχαίτισης, τέσσερα επιβατικά αεροσκάφη που προσέγγιζαν το αεροδρόμιο Ankara Esenboğa εκτράπηκαν προληπτικά προς το Konya, στις 15 Δεκεμβρίου.
Τα περιστατικά με drones σημειώνονται σε μια περίοδο αυξημένων επιθέσεων κατά πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένων πλοίων τουρκικών συμφερόντων.
Στα τέλη Νοεμβρίου, ουκρανικές δυνάμεις έπληξαν δύο δεξαμενόπλοια που φέρονται να ανήκουν στον λεγόμενο «σκιώδη στόλο» της Ρωσίας, τα Virat και Kairos, σε θαλάσσια περιοχή κοντά στις τουρκικές ακτές.
Τουρκικές ομάδες διάσωσης απομάκρυναν τα πληρώματα και των δύο πλοίων.
Στις αρχές Δεκεμβρίου, το δεξαμενόπλοιο Midvolga-2, το οποίο μετέφερε ηλιέλαιο από τη Ρωσία στη Γεωργία, δέχθηκε επίθεση περίπου 130 χιλιόμετρα ανοικτά των τουρκικών ακτών.
Στις 12 Δεκεμβρίου, ρωσικός πύραυλος έπληξε το τουρκικών συμφερόντων πλοίο Cenk T, υπό σημαία Παναμά, ενώ βρισκόταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Οδησσού, σύμφωνα με τουρκικά μέσα ενημέρωσης.
Το πλοίο, που διαχειρίζεται η τουρκική εταιρεία Cenk Ro-Ro, εκτελεί δρομολόγια μεταφοράς επιβατών και φορτίου μεταξύ Τουρκίας και Ουκρανίας.
Ο Πρόεδρος της Τουρκίας Recep Tayyip Erdoğan απηύθυνε προειδοποίηση και προς τις δύο πλευρές, καλώντας να σταματήσουν οι επιθέσεις σε πολιτικά και εμπορικά πλοία.
«Η στοχοποίηση εμπορικών και πολιτικών πλοίων δεν ωφελεί κανέναν», δήλωσε, προσθέτοντας ότι η Άγκυρα μεταφέρει ξεκάθαρα το μήνυμα αυτό τόσο στη Μόσχα όσο και στο Κίεβο.
Η Μαύρη Θάλασσα αποτελεί κρίσιμο γεωπολιτικό κόμβο, καθώς συνδέει την Τουρκία με τη Ρωσία, την Ουκρανία, τη Γεωργία, τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Παράλληλα, η Άγκυρα ελέγχει τα Στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων, τις μοναδικές θαλάσσιες διόδους που συνδέουν τον Εύξεινο Πόντο με τη Μεσόγειο.
Turkey-Flag.jpg
Ανταγωνιστές και σύμμαχοι

Όπως γίνεται αντιληπτό, η σχέση ανάμεσα στην Τουρκία και τη Ρωσία κινείται σε ένα ευαίσθητο σημείο ισορροπίας, καθώς οι δύο χώρες λειτουργούν ταυτόχρονα ως ανταγωνιστές και συνεργάτες.
Η Άγκυρα, προκειμένου να περιορίσει τη ρωσική επέκταση στη Μαύρη Θάλασσα, παρέχει στρατιωτική υποστήριξη στην Ουκρανία και συνδέεται με συριακές πολιτοφυλακές που ανέτρεψαν τον Πρόεδρο Bashar al-Assad, βασικό σύμμαχο της Μόσχας στη Μέση Ανατολή.
Ταυτόχρονα, η Τουρκία αρνείται κατηγορηματικά να συμμετάσχει στις δυτικές κυρώσεις, ενώ η Ρωσία καλύπτει περίπου το 40% της κατανάλωσης φυσικού αερίου και πάνω από το 70% των αναγκών σε αργό πετρέλαιο της Τουρκίας.
Από το 2015, η στρατιωτική παρέμβαση της Ρωσίας απέτρεψε την τουρκική προώθηση κατά του Assad.
Αντιμέτωπος με οικονομική πίεση από τη Μόσχα, ο Erdogan επέλεξε συμβιβασμό με τον Putin, εξασφαλίζοντας έτσι την κατάληψη τμημάτων της Συρίας και τη δημιουργία ενός προστατευτικού διαδρόμου απέναντι στις κουρδικές δυνάμεις της Syrian Democratic Forces (SDF).
Η ξαφνική πτώση του Assad άλλαξε ριζικά τα δεδομένα.
Οι ρωσικές δυνάμεις έχουν αποσυρθεί στις δύο βάσεις στη Λατάκια, του μέλλον των οποίων παραμένει αβέβαιο.
Ο νέος ηγέτης της Συρίας, Ahmed al-Sharaa, καλωσόρισε την Τουρκία ως βασικό περιφερειακό εταίρο.
Η Άγκυρα διατηρεί μακροχρόνιες σχέσεις με την ισλαμιστική δύναμη Hayat Tahrir al-Sham (HTS), αν και οι σχέσεις αυτές δεν ήταν πάντα χωρίς προβλήματα.
Η Τουρκία αναμένεται να ωφεληθεί αν η ρωσική στρατιωτική παρουσία στη Συρία περιοριστεί περαιτέρω.
Παρ’ όλα αυτά, σε αντίθεση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η Άγκυρα παραμένει συγκρατημένη στις δημόσιες δηλώσεις της και εξακολουθεί να βλέπει έναν ρόλο για τη Μόσχα.
Ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Hakan Fidan συζήτησε την πολιτική μετάβαση στη Δαμασκό με τον Lavrov στις 12 Ιανουαρίου.
Η Τουρκία βλέπει ευκαιρίες με την ανάληψη της προεδρίας από τον Donald Trump, καθώς επιδιώκει την απομάκρυνση των SDF από τις περιοχές κατά μήκος των συνόρων με τη Συρία, διαδικασία που εξαρτάται από την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων, κύριου συμμάχου των Κούρδων.
Καθώς οι ρωσικές δυνάμεις απομακρύνθηκαν τον Δεκέμβριο, η Μόσχα έπαψε να επηρεάζει τις στρατηγικές κινήσεις του Erdogan.
Η Άγκυρα επεξεργάζεται επίσης συμβιβασμό σχετικά με τα συστήματα αεράμυνας S-400, που απέκτησε από τη Ρωσία το 2019.
Υπάρχει πιθανότητα τα συστήματα να μεταβιβαστούν στις αμερικανικές δυνάμεις στη βάση Incirlik, γεγονός που θα μπορούσε να επαναφέρει την Τουρκία στο πρόγραμμα F-35, με συνέπειες για τη ρωσο-τουρκική συνεργασία στην άμυνα.
Η αμερικανική πίεση έχει ήδη μειώσει τις εμπορικές σχέσεις Τουρκίας–Ρωσίας. Τουρκικές τράπεζες έχουν αυστηροποιήσει τους περιορισμούς σε ρωσικά φυσικά και νομικά πρόσωπα, ενώ η Άγκυρα έχει επιβάλει περιορισμούς στις άμεσες πωλήσεις στρατηγικών αγαθών, όπως μικροτσίπ, με αποτέλεσμα οι τουρκικές εξαγωγές προς τη Ρωσία να μειωθούν κατά περίπου 25% το 2024.
Επανειλημμένως, ο Erdogan τόνισε ότι η προτεραιότητά του παραμένει η επίτευξη «δικαίου ειρηνικού τερματισμού» του πολέμου στην Ουκρανία.
Η Τουρκία θεωρεί ότι μπορεί να διαδραματίσει ρόλο μεσολαβητή στη νέα φάση των ειρηνευτικών συνομιλιών, τώρα που έχει αναλάβει η διοίκηση Trump.
Ο Erdogan είχε προτείνει τη σύγκληση ειρηνευτικής συνόδου ήδη τον Μάρτιο του 2024, κατά την επίσκεψη του Volodymyr Zelensky στην Τουρκία.
Οι διαπραγματεύσεις για εκεχειρία πιθανότατα θα περιλαμβάνουν αίτημα της Ρωσίας για επαναλειτουργία των Στενών του Βοσπόρου και των Δαρδανελλίων για πλοία εκτός του ρωσικού στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Η Άγκυρα, όμως, μάλλον θα καθυστερήσει αποφάσεις, καθώς η ανοικτή διέλευση επιτρέπει σε μη μέλη του ΝΑΤΟ να επαναφέρουν τη ναυτική τους παρουσία στη Μαύρη Θάλασσα.

Ενεργειακές σχέσεις και διαμετακομιστικός ρόλος

Πέρα από τα παραπάνω, με τη λήξη του συμβολαίου μεταφοράς αερίου μεταξύ Gazprom και ουκρανικής Naftogaz στα τέλη του 2024, η Τουρκία παραμένει μοναδικός δίαυλος εξαγωγής ρωσικού αερίου προς την Ευρώπη.
Μέσω του TurkStream, περίπου 15,75 δισ. κυβικά μέτρα αερίου διοχετεύονται σε πελάτες όπως η Ουγγαρία και η Σερβία, ενώ τα ποσοστά αυτά ενδέχεται να αυξηθούν.
Η Τουρκία αξιοποιεί τον ρόλο της ως βασικής χώρας διέλευσης για να διαπραγματευτεί καλύτερους όρους με τη Gazprom.
Τα συμβόλαια για τον Blue Stream και το TurkStream λήγουν το 2025 και το 2026 αντίστοιχα, ενώ παράλληλα συνεχίζει να εισάγει σημαντικές ποσότητες ρωσικού αργού πετρελαίου, επεξεργάζοντάς το και εμπορεύοντάς το στην ΕΕ.
Η Τουρκία παραμένει ο κορυφαίος παγκοσμίως αγοραστής diesel και gasoil από τη Ρωσία, με τις εισαγωγές να αυξάνονται κατά 25% το 2024, φτάνοντας τους 16,8 εκατ. τόνους.
Ακόμη, η Τουρκία επωφελείται από τη στροφή της Αρμενίας προς τη Δύση, μετά την απώλεια του Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 2023 υπέρ του Αζερμπαϊτζάν.
Η συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας των ΗΠΑ με την Αρμενία και η αναστολή συμμετοχής στο Collective Security Treaty Organisation περιορίζουν την ρωσική στρατιωτική παρουσία στα τουρκο-αρμενικά σύνορα, μειώνοντας τη δυνατότητα της Μόσχας να υπονομεύσει τις διαπραγματεύσεις Άγκυρας–Γερεβάν για κανονικοποίηση σχέσεων και επαναλειτουργία των συνόρων.
Σημειωτέον πως επιπλέον νευρικότητα προκαλεί το θέμα των S-400...
Η Τουρκία, λοιπόν, κινείται σε έναν λεπτό άξονα συμφερόντων: ταυτόχρονα περιορίζει την ρωσική επιρροή, διατηρεί ισχυρούς ενεργειακούς δεσμούς και διεκδικεί περιφερειατική ηγεμονία μέσω στρατηγικών συμβιβασμών και διπλωματικών παιγνίων.

To Μεγάλο «Τουρκεστάν»

Πέρα από τα προαναφερθέντα, η Τουρκία παίζει και έναν ύπουλο ρόλο στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας: προχώρησε επισήμως στη μετονομασία της περιοχής της Κεντρικής Ασίας σε «Τουρκεστάν».
Το Υπουργείο Εθνικής Παιδείας της χώρας εισήγαγε τον νέο όρο στα προγράμματα σπουδών σχολείων και πανεπιστημίων, θεσμοθετώντας τη χρήση του σε ολόκληρο το εκπαιδευτικό σύστημα.
Ο υπουργός Παιδείας, Yusuf Tekin, εξήγησε ότι η απόφαση ελήφθη «με στόχο τη διασφάλιση ισχυρότερης ενότητας στον τουρκικό κόσμο», ενώ, όπως σημείωσε, εντάσσεται και στη συνολική πολιτική απομάκρυνσης τοπωνυμίων με «αυτοκρατορική ηχώ και σημασιολογικές συνδηλώσεις» από τα σχολικά εγχειρίδια.
Σε πρώτη ανάγνωση, η αλλαγή αυτή θα μπορούσε να εκληφθεί ως δευτερεύουσας σημασίας.
Πρόκειται, φαινομενικά, απλώς για την ονομασία μιας γεωγραφικής περιοχής, η οποία αφορά την τουρκική γλώσσα και δεν επεκτείνεται τυπικά πέρα από τα σύνορα της Τουρκίας.
Στην πραγματικότητα, όμως, τα γεωγραφικά ονόματα διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση κοσμοθεωριών.
Τα τοπωνύμια δεν είναι ουδέτερες ετικέτες· εμπεριέχουν ιστορικό, πολιτισμικό και πολιτικό φορτίο.
Η γλώσσα, μεταξύ άλλων, λειτουργεί ως μέσο εδραίωσης δικαιωμάτων επί του χώρου.
Η αναφορά της Άγκυρας στην «τουρκική ενότητα» μπορεί να γίνει κατανοητή σε σχέση με τα τουρκικά κράτη της περιοχής – Καζακστάν, Κιργιστάν, Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν.
Ωστόσο, εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αναφορικά με το Τατζικιστάν.
Ο πληθυσμός της χώρας είναι ιρανικής και όχι τουρκικής καταγωγής, γεγονός που δεν αποτρέπει την Άγκυρα από το να συμπεριλαμβάνει το Τατζικιστάν στο «Τουρκεστάν», παραβλέποντας αυτή τη θεμελιώδη ιστορική και εθνολογική πραγματικότητα.
Οι Τατζίκοι συγκαταλέγονται στους αρχαιότερους λαούς της Κεντρικής Ασίας.
Η εθνοτική τους κοινότητα διαμορφώθηκε πριν από περίπου τέσσερις χιλιάδες χρόνια, ενώ οι ρίζες της ανάγονται ήδη στη νεολιθική εποχή, από την έβδομη χιλιετία π.Χ.
Στα εδάφη του σύγχρονου Τατζικιστάν ζούσαν αρχικά οι Σάκες και οι Μασσαγέτες. Αργότερα, μετακινήσεις Δραβιδικών πληθυσμών από τη Νότια Ασία οδήγησαν σε σταδιακή εκτόπιση μέρους των τοπικών φυλών προς τον βορρά.
the_great_turkestan_map_by_ay_deezy_d31d5wp-fullview.jpg
Όσοι αποχώρησαν έγιναν πρόγονοι των φιννοουγγρικών λαών, ενώ όσοι παρέμειναν αναμείχθηκαν με τους νεοφερμένους.
Σε αυτή τη διαδικασία διαμορφώθηκε η τατζικική εθνική ταυτότητα.
Η αρχαιότερη ονομασία της Κεντρικής Ασίας, «Τουράν», συνδέεται άμεσα με τους προγόνους των Τατζίκων – τις φυλές των Σάκα και των Μασσαγετών.
Στις αρχαίες ιρανικές πηγές, ο όρος σήμαινε «η γη των Τουρ», δηλαδή των ιρανόφωνων φυλών που κατοικούσαν στην περιοχή.
Η παρουσία των Τούρκων στην Κεντρική Ασία ξεκινά πολύ αργότερα, με τη δημιουργία του ισχυρού Τουρκικού Χαγανάτου τον 6ο αιώνα μ.Χ.
Στους αιώνες που ακολούθησαν, οι τουρκικοί πληθυσμοί αυξήθηκαν αριθμητικά και κατέστησαν την κυρίαρχη εθνοτική ομάδα στην περιοχή, υπερσκελίζοντας τους ιρανόφωνους λαούς.
Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι το Τατζικιστάν εκφράζει εδώ και χρόνια δυσαρέσκεια τόσο για τη χρήση του όρου «Τουρκεστάν» από την Τουρκία για το σύνολο της Κεντρικής Ασίας όσο και για τις ευρύτερες επεκτατικές φιλοδοξίες της Άγκυρας.
Οι πρωτοβουλίες αυτές, που προβάλλουν μονομερώς τον τουρκικό κόσμο και παραγνωρίζουν τον ιρανικό παράγοντα, στοχεύουν πρωτίστως στην ενίσχυση της τουρκικής επιρροής.
Όπως επισημαίνει εκπρόσωπος της τατζικικής διασποράς:
«Ο παντουρκισμός, η ιδέα της δημιουργίας ενός “Μεγάλου Τουράν”, ενός ενιαίου μονοεθνικού κράτους, υπάρχει εδώ και πολύ καιρό και έχει τους οπαδούς του.
Ακόμη και σήμερα, κάποιοι ταξιδεύουν στην Τουρκία για εκδηλώσεις όπου εξυμνούν αυτό το εγχείρημα.
Όμως θα έπρεπε να είναι κανείς ανόητος για να εμπλακεί σε μια τόσο καταστροφική δραστηριότητα».
Η ηγεσία του Τατζικιστάν αποφεύγει την ανοιχτή σύγκρουση.
Η χώρα διατηρεί συνεργασίες με τους γείτονές της και συμμετέχει σε σημαντικά διεθνή έργα.
Παρ’ όλα αυτά, η προσπάθεια προστασίας των εθνικών συμφερόντων από την τουρκική επιρροή είναι εμφανής.
Τα τελευταία χρόνια, οι αρχές προχωρούν σε μετονομασίες πόλεων, περιοχών και χωριών που έφεραν τουρκικά ονόματα, ακόμη και γεωγραφικών χαρακτηριστικών με ιστορία αιώνων.
Στη θέση τους εισάγονται ουδέτερα τοπωνύμια στην τατζικική γλώσσα, όπως Γκουλιστόν και Μπουστόν, που αποδίδονται στα ρωσικά ως «ανθισμένη γη». Παράλληλα, πριν από περίπου μία δεκαετία, απαγορεύτηκε επισήμως η χρήση των τουρκικών επιθημάτων «κουλ» και «κον» στα ονόματα νεογέννητων.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η Τουρκία έχει εγκαταλείψει το Τατζικιστάν. Αντιθέτως, εδώ και χρόνια επιχειρεί να ενισχύσει τη θέση της αξιοποιώντας τις θρησκευτικές ομοιότητες: τόσο οι Τατζίκοι όσο και οι Τούρκοι είναι Σουνίτες Μουσουλμάνοι, σε αντίθεση με τους γλωσσικά συγγενείς Πέρσες, που ακολουθούν το Σιιτικό Ισλάμ.
Η Άγκυρα εκμεταλλεύεται αυτόν τον παράγοντα ανοίγοντας εκπαιδευτικά ιδρύματα και προωθώντας πολιτιστικές ανταλλαγές.
Το 2009 δημιουργήθηκε δίκτυο τουρκικών λυκείων, όπως τα «Shalola» και «Izmir», σε μεγάλες πόλεις της χώρας.
Χιλιάδες Τατζίκοι μαθητές σπούδασαν στην Τουρκία, ενώ για μεγάλο χρονικό διάστημα λειτουργούσαν τατζικοτουρκικά λύκεια στη Ντουσάνμπε, τα οποία προσέλκυαν κυρίως μαθητές από τις ανώτερες κοινωνικές τάξεις.
Η εκπαίδευση σε αυτά τα ιδρύματα στόχευε στη διάδοση παντουρκικών ιδεών, δημιουργώντας ένα δίκτυο ανθρώπων που συμμερίζονταν τουρκικές πολιτιστικές και πολιτικές αξίες.
Η επιρροή της Τουρκίας αυξήθηκε αισθητά την τελευταία δεκαετία, καθιστώντας το Τατζικιστάν χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο παντουρκισμός μπορεί να επηρεάσει μια μη τουρκική κουλτούρα.
Το 2015, οι αρχές της Ντουσάνμπε έκλεισαν τα τουρκικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ωστόσο, «η φύση απεχθάνεται το κενό» και η Άγκυρα συνέχισε να ασκεί επιρροή μέσω του Τουρκικού Οργανισμού Συνεργασίας και Συντονισμού, βασικού εργαλείου «ήπιας ισχύος» και δημόσιας διπλωματίας.
Στο Τατζικιστάν, ο οργανισμός αυτός στηρίζει νέους επαγγελματίες στην ψηφιακή τεχνολογία και υλοποιεί κοινωνικά και ανθρωπιστικά προγράμματα.
Παρότι οι δράσεις αυτές φαίνονται ωφέλιμες σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο, στην πράξη λειτουργούν και ως μέσο προώθησης της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής μέσω μακροπρόθεσμων παρεμβάσεων.

«Ήπια» αλλά αδέξια ισχύς

Σε μια εποχή παγκόσμιας γεωπολιτικής αναδιάταξης, η απόφαση της Τουρκίας δεν αποτελεί μεμονωμένο φαινόμενο.
Κράτη και περιφερειακοί παίκτες επιχειρούν να επανακαθορίσουν ιστορικούς και πολιτισμικούς χώρους.
Η μετονομασία του Κόλπου του Μεξικού σε «Κόλπο της Αμερικής» από τον Donald Trump ή η απόφαση του προέδρου των Φιλιππίνων Benigno Aquino το 2012 να μετονομάσει τη Νότια Σινική Θάλασσα σε Δυτική Φιλιππινέζικη Θάλασσα αποτελούν αντίστοιχα παραδείγματα.
Στην Ευρώπη, επανεμφανίζονται ιστορικές αναφορές, όπως η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ή το Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας.
Ωστόσο, η περίπτωση του «Τουρκεστάν» διαφέρει, καθώς συνιστά συνέχεια της παντουρκικής επέκτασης της Άγκυρας.
Η διαδικασία αυτή διαταράσσει τις ισορροπίες σε μια περιοχή που ιστορικά βρισκόταν πιο κοντά στη Ρωσία.
Υπό τη σοβιετική επιρροή, όλα τα κράτη της Κεντρικής Ασίας απέκτησαν κρατική υπόσταση χωρίς εθνικιστικό διαχωρισμό, με τουρκικούς και ιρανόφωνους λαούς να ασκούν το δικαίωμά τους στην αυτοδιάθεση.
Ο παντουρκισμός επιδιώκει να εκτοπίσει τη Ρωσία και να μετατρέψει το «Τουρκεστάν» σε σφαίρα αποκλειστικής τουρκικής επιρροής, επικαλούμενος εθνοτική και θρησκευτική συγγένεια.
Για τη Ρωσία, η ιδεολογία αυτή θεωρείται επικίνδυνη, καθώς προωθεί την αντιπαράθεση μεταξύ τουρκικών λαών και Ρώσων, αντιμετωπίζοντας τη ρωσική και σοβιετική περίοδο ως «κατοχή».
Αυτό οδηγεί στην απόρριψη της ρωσικής γλώσσας και της κοινής ιστορικής κληρονομιάς, με αναπόφευκτες πολιτικές και οικονομικές συγκρούσεις.
Επιπλέον, ο παντουρκισμός δεν περιορίζεται στην Κεντρική Ασία.
Στη ρητορική του περιλαμβάνονται περιοχές της ίδιας της Ρωσίας, όπως το Ταταρστάν, η Μπασκιρία, η Τσουβασία και η Γιακουτία.
Η ιδεολογία αυτή συνιστά, συνεπώς, απειλή για τα εθνικά συμφέροντα και την ασφάλεια της Ρωσίας.
Η αντιμετώπισή της εκτός συνόρων είναι ιδιαίτερα σύνθετη.
Η μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα μπορεί να προέλθει από τις ίδιες τις τοπικές ελίτ των χωρών της περιοχής.
Η κατανόηση ότι ο παντουρκισμός επιδιώκει τη δημιουργία μιας υπερεθνικής ταυτότητας, η οποία θα παρείχε στην Άγκυρα ρόλο άτυπου ηγέτη και δυνατότητα παρέμβασης στην κυριαρχία των κρατών της Κεντρικής Ασίας, είναι κρίσιμη.
Η αποτροπή αυτής της εξέλιξης προϋποθέτει την ενίσχυση διακριτών εθνικών ταυτοτήτων και την επίγνωση των ιστορικών διαδρομών των λαών της περιοχής – διαδρομών ξεχωριστών από την Τουρκία, αλλά ιστορικά συνδεδεμένων με τη Ρωσία.

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης