Η ελληνική πτηνοτροφία καλύπτει σε πολύ μεγάλο ποσοστό τις επισιτιστικές ανάγκες της χώρας σε κοτόπουλο και συνεισφέρει συνολικά κάθε χρόνο στην ελληνική οικονομία άνω των 1,2 δισ. ευρώ
Ειδικότερα επισημαίνει ότι ο κλάδος έχει ανταπεξέλθει σε πολλές δύσκολες καταστάσεις και συνθήκες, κυρίως τα τελευταία τρία χρόνια, και έχει καταφέρει όχι μόνο να σταθεί στα πόδια του αλλά και να βρίσκεται σε μια συνεχόμενη τροχιά ανάπτυξης.
«Το πρόσφατο παρελθόν, που χαρακτηρίστηκε από έντονη αστάθεια, μας έχει μάθει να μην κάνουμε μακρόπνοα σχέδια, αλλά θέλουμε και οφείλουμε να παραμένουμε αισιόδοξοι και θετικοί - οι τάσεις άλλωστε δείχνουν ότι το ελληνικό κοτόπουλο τα επόμενα χρόνια θα γνωρίσει την ανάπτυξη που του αξίζει, τόσο στην εγχώρια όσο και την παγκόσμια αγορά, χάρη στην κορυφαία τεχνογνωσία μας και τις εξαιρετικές συνθήκες παραγωγής, που διασφαλίζουν κορυφαία ποιότητα και διατροφική αξία» τονίζει ο κ. Αγγελάκης και συμπληρώνει «ευελπιστούμε σύντομα να επιλυθούν - όπως συνέβη και με τις αδειοδοτήσεις των πτηνοτροφικών μονάδων - καίρια ζητήματα που βαραίνουν τον κλάδο και αποτελούν τροχοπέδη στην ανάπτυξη και εξέλιξη μιας υγιούς και ανταγωνιστικής πρωτογενούς παραγωγής».
Ανάσα από την τροπολογία αδειοδότησης πτηνοτροφικών μονάδων
Εκπροσωπώντας την Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Πτηνοτροφίας (ΕΔΟΠ) και διερμηνεύοντας τα αισθήματα του κλάδου στο σύνολό του, ο Θ. Αγγελάκης εκφράζει την απόλυτη ικανοποίηση για την επίλυση του εξαιρετικά κρίσιμου ζητήματος της αδειοδότησης των πτηνοτροφικών μονάδων.
Όπως επισημαίνει, πριν από μερικές ημέρες, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε τη σχετική τροπολογία του Ν. 4056/2012 ανακουφίζοντας εκατοντάδες επιχειρήσεις και κατ' επέκταση τους δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους σε αυτές. «Οφείλω να ευχαριστήσω από καρδιάς τον υφυπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σίμο Κεδίκογλου, τον υφυπουργό Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος Νίκο Ταγαρά και βέβαια τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, διότι χωρίς την πολύτιμη συμβολή τους και την αμέριστη στήριξή τους δεν θα είχε δοθεί λύση σε αυτή την πολυετή εκκρεμότητα που ταλάνιζε τον κλάδο» σημειώνει.
Παράλληλα, υποστηρίζει ότι εάν δεν ψηφιζόταν η συγκεκριμένη τροπολογία, η ζημιά στην αναπτυξιακή πορεία του κλάδου θα ήταν ανεπανόρθωτη: οι πτηνοτροφικές επιχειρήσεις, στην πλειοψηφία τους, δεν θα μπορούσαν να υλοποιήσουν τα σχέδια εκσυγχρονισμού και βελτίωσης που είχαν υποβάλλει -καθώς δεν θα μπορούσαν να λάβουν έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ)- και περίπου το 56% θα κινδύνευε να βρεθεί εκτός αγοράς. «Και συζητάμε για έναν κλάδο που καλύπτει σε πολύ μεγάλο ποσοστό τις επισιτιστικές ανάγκες της χώρας μας σε κοτόπουλο και συνεισφέρει συνολικά κάθε χρόνο στην ελληνική οικονομία περισσότερα από 1,2 δισεκατομμύρια ευρώ» αναφέρει χαρακτηριστικά και συμπληρώνει: «Με τη συγκεκριμένη εξέλιξη στο θέμα των αδειοδοτήσεων μπορούμε πλέον να προχωρήσουμε με δυναμισμό και αποτελεσματικότητα στις απαραίτητες επενδύσεις που θα εκσυγχρονίσουν τις μονάδες μας και θα ενισχύσουν την καινοτομία και την παραγωγικότητα του κλάδου, πάντα με γνώμονα τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις φιλικές προς το περιβάλλον πρακτικές».
Μπροστά σε νέες προκλήσεις ο κλάδος πτηνοτροφίας
Μπορεί η τροπολογία αδειοδότησης πτηνοτροφικών μονάδων να επιλύει χρόνια προβλήματα του κλάδου ωστόσο την ίδια ώρα συνεχίζουν να υπάρχουν καίρια ζητήματα που θα πρέπει να διευθετηθούν άμεσα προκειμένου να εξασφαλιστεί ένα πραγματικά λαμπρό μέλλον για την πτηνοτροφία και την πρωτογενή παραγωγή της χώρας.
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΔΟΠ, το πρώτο είναι ότι θα πρέπει να γίνει εξισορρόπηση του ΦΠΑ για τα ζωντανά κοτόπουλα στο 6% όπως ακριβώς ισχύει και για τις ζωοτροφές. Όπως διευκρινίζει, το υπουργείο Οικονομικών ψήφισε την τροποποίηση του ΦΠΑ στις πρώτες ύλες ζωοτροφής (σιτάρι, καλαμπόκι, σόγια κ.λπ.) από το 13% στο 6%. Συνεπώς, οι παραγωγοί αγοράζουν τις ζωοτροφές που χρειάζονται για την εκτροφή των πτηνών με 6% ΦΠΑ, ενώ την ίδια στιγμή τα ζωντανά κοτόπουλα που πωλούν οι συνεργαζόμενοι παραγωγοί στις πτηνοτροφικές επιχειρήσεις έχουν ΦΠΑ 13%. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργείται πιστωτικό ΦΠΑ στις επιχειρήσεις και χρεωστικό ΦΠΑ στους παραγωγούς.
«Δημιουργούνται, λοιπόν, δυσβάσταχτα προβλήματα ρευστότητας στις πτηνοτροφικές επιχειρήσεις, μέχρι να αποδοθεί ο ΦΠΑ από την εφορία, ενώ παράλληλα επιβαρύνονται και οι παραγωγοί. Η πρόταση που έχουμε καταθέσει ως ΕΔΟΠ είναι να μειωθεί ο ΦΠΑ για τα ζωντανά κοπάδια που εμπίπτουν σε καθεστώς συμβολαιακής κτηνοτροφίας / πτηνοτροφίας στο 6%, ώστε να επιτευχθεί εξισορρόπηση εισροών - εκροών ΦΠΑ: ένα αίτημα που δεν δημιουργεί απολύτως καμία δημοσιονομική επιβάρυνση στο κράτος» επισημαίνει ο κ. Αγγελάκης.
Εστιάζοντας σε ένα ακόμα πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος ο πρόεδρος της ΕΔΟΠ μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ υπογραμμίζει ότι πλέον «δεν περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα επιδοτήσεων (αναπτυξιακό νόμο) η δημιουργία νέων πτηνοτροφικών θαλάμων, η οποία αποτελεί έναν από τους ακρογωνιαίους λίθους της πρωτογενούς παραγωγής. Παρόλο που επί Μ. Βορίδη, έπειτα από σχετικό αίτημα της ΕΔΟΠ, είχαν ενταχθεί στον αναπτυξιακό νόμο οι επιδοτήσεις για τη δημιουργία νέων πτηνοτροφικών θαλάμων, διαπιστώσαμε ότι έχουν αφαιρεθεί από το νέο αναπτυξιακό πρόγραμμα. Όπως αντιλαμβάνεστε, αυτό δημιουργεί ανάχωμα στην ανταγωνιστικότητα και την αναπτυξιακή πορεία του κλάδου».
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών