
Από το 1958 ως σήμερα, περισσότερες από 80 χώρες χρησιμοποίησαν το FAL - Δεκάδες εκδόσεις και παραλλαγές έχουν παραχθεί σε εργοστάσια από το Βέλγιο (Fabrique National) μέχρι την Αυστραλία (Lithgow), καμιά όμως δεν ξεπερνά σε ιστορικότητα τα “Ροδεσιανά” FAL.
Σχεδιασμένο στη δεκαετία του 1950 από τον Dieudonne Saive, το FAL έχει μείνει γνωστό στην Ιστορία ως το “όπλο του ελεύθερου κόσμου”.
Από το 1958 ως σήμερα, περισσότερες από 80 χώρες το χρησιμοποίησαν.
Υποδείγματα του έχουν βρεθεί σε κάθε γεωγραφικό πλάτος, από τη Γη του Πυρός μέχρι τον Αρκτικό κύκλο.
Δεκάδες εκδόσεις και παραλλαγές έχουν παραχθεί σε εργοστάσια από το Βέλγιο (Fabrique National) μέχρι την Αυστραλία (Lithgow).
Καμιά όμως δεν ξεπερνά σε ιστορικότητα τα “Ροδεσιανά” FAL.

Ιστορικό υπόβαθρο
Ο “Πόλεμος της Σαβάνας” εκτυλίχθηκε μεταξύ 1964 και 1979.
Η Ροδεσία, στη νοτιο-κεντρική Αφρική, διοικούνταν από την κυβέρνηση της λευκής μειονότητας υπό τον Ίαν Σμιθ.
Ενεπλάκη σε ¨εμφύλιο” με δύο κινήματα: το Zimbabwe African National Union (ZANU) και το Zimbabwe African People’s Union (ZAPU).
Παρόλο που τα ΜΜΕ το παρουσίασαν ως αγώνα χειραφέτισης του μαύρου πληθυσμού από τους λευκούς, καταπιεστές συμπατριώτες τους, η αλήθεια είναι πολυπλοκότερη.
Η Ροδεσία ήταν πλούσια σε ορυκτά και θέλησε να αποσχιστεί από τη βρετανική επιρροή.
Αυτό έφερε την μήνιν της Αγγλίας που επέβαλλε εμπάργκο και προσπάθησε να ρίξει την κυβέρνηση της χώρας.
Ταυτόχρονα ήταν και μια διαμάχη στο πλαίσιο του “Ψυχρού πολέμου”.
Σοβιετικοί, Κουβανοί και Κινέζοι υποστήριζαν μαρξιστικά κινήματα (όπως το ZAPU), με μισθοφόρους και όπλα στα πλαίσια των πολέμων “διά των αντιπροσώπων” που μαίνονταν σε Ασία και Αφρική.
Στην ουσία οι Ροδεσιανοί (λευκοί και μαύροι) πολεμούσαν ταυτόχρονα εναντίον της αποικιοκρατίας και του μαρξισμού ως “πιόνια σε μια παγκόσμια σκακιέρα”.
Έχοντας στη διάθεση τους ελάχιστα μέσα, φυλετικά μικτές μονάδες διεξήγαγαν αγώνα μικρών κλιμακίων με επιδρομές και ειδικές επιχειρήσεις.
Πολεμούσαν οργανωμένοι σε ομάδες των 5 ανδρών (4 τυφεκιοφόροι συν 1 πολυβολητής).
Εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο την ισχύ του φυσιγγίου 7,62mm προκαλούσαν πολλαπλάσιες απώλειες στους αντάρτες. Εκτελούσαν διεισδύσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων εντός εχθρικών περιοχών, υποστηριζόμενοι από ελαφρά ελικόπτερα.

Οι «γκρίζες» διαδρομές των FAL
Πριν το εμπάργκο, ο στρατός της Ροδεσίας χρησιμοποιούσε την αγγλοσαξονική έκδοση του FAL η οποία ήταν γνωστή ως SLR C1 (Καναδάς) ή L1Α1 (Η.Β., Αυστραλία).
Διέφεραν από τα βελγικά σε κάποια απάρτια (στόχαστρα, φλογοκρύπτες, ειροφυλακτήρες) και στερούνταν ικανότητας για ριπές.
Αδυνατώντας να αγοράσει οπλισμό επισήμως, η Ροδεσία στράφηκε σε εναλλακτικές μεθόδους για να παρακάμψει τις κυρώσεις.
Χρησιμοποίησαν φαινομενικά ασύνδετους μεσάζοντες (μεταξύ τους και ένας εκλιπών Έλληνας με θητεία στη Ροδεσία και τη Νότια Αφρική).
Εκείνοι αγόραζαν τουφέκια FAL Standard και πολυβόλα MAG από το Βέλγιο (FN).
Τα όπλα εξάγονταν προς κάποια τρίτη χώρα και στη διαδρομή εκτρέπονταν προς τις αφρικανικές ακτές.
Μια άλλη πηγή ήταν η Πορτογαλία, η οποία αντιμετώπιζε στην Αγκόλα μαρξιστικά κινήματα χρηματοδοτούμενα από την Κούβα και την ΕΣΣΔ.
Οι Πορτογάλοι είχαν παραλάβει πρώην γερμανικά FAL (γνωστά ως G1) και τα προώθησαν στους Ροδεσιανούς.
Στα τελευταία χρόνια του πολέμου, ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της Ροδεσίας ήταν η Νότια Αφρική.
Θεωρώντας τους ως “ανάχωμα”, οι Νοτιοαφρικανοί ενίσχυαν τους γείτονες τους με πληροφορίες και υλικό που περιλάμβανε τυφέκια R1 (FAL Standard βελγικού υποδείγματος, κατασκευασμένα από την Lyttleton Engineering Works στη ΝΑ).

Η “αποστείρωση”
Με την άφιξη στη Ροδεσία, τα όπλα υποβάλονταν σε κάποιες αλλαγές.
Οι αριθμοί σειράς αποξενώνονταν ή αφαιρούνταν με τη βοήθεια φρέζας.
Ειδικά σε τουφέκια κατασκευασμένα στη Νότια Αφρική αφαιρούσαν το θυρεό του εργοστασίου κατασκευής, αφήνοντας μια στρογγυλή τρύπα στη δεξιά πλευρά της υποδοχής γεμιστήρων.
Αυτό γινόταν ώστε να μη σκιαγραφείται η διαδρομή απόκτησης τους.
Νέοι αριθμοί σειράς, με πρόθεμα “RA” ή “ΖΑ” (πχ.RA15000) γράφονταν με ηλεκτροστένσιλ πάνω στον κορμό, ώστε να παρακολουθείται το απόθεμα.
Την ίδια διαδικασία εφάρμοζαν και στους γεμιστήρες, αφαιρώντας όποια διακριτικά σημάδια μαρτυρούσαν προέλευση.

Τα πρώην γερμανικά G1 δεν “αποστειρώνονταν”.
Όντας μεταχειρισμένα και είσαγμένα μέσω Πορτογαλίας, δε διέθεταν ίχνη που μαρτυρούν ανάμιξη της ροδεσιανής κυβέρνησης.
Μια σειρά από μικροτροποποιήσεις φαίνεται πως εφαρμόζονταν σε ευρεία κλίμακα.
Καθώς τα περισσότερα τουφέκια προέρχονταν από το Βέλγιο (μοντέλο FAL 50-00), διέθεταν χειρολαβή μεταφοράς και μεταλλικό δίποδα που αναδιπλωνόταν κατά μήκος του χειροφυλακτήρα.
Όταν ένας στρατιώτης τυφλώθηκε λόγω τραυματισμού με αιτία τη χειρολαβή, διατάχτηκε η κοπή τους.
Αφαιρούσαν και τους δίποδες για εξοικονόμιση βάρους.
Συχνά αφαιρούνταν και οι αορτηριούχοι από την κάνη για να μη κάνουν θόρυβο κατά την κίνηση.
Η πρακτική αυτή θεωρούσαν ότι αναγκάζει τους στρατιώτες να κρατούν το όπλο με δύο χέρια (αντί κρεμασμένο στον ώμο), αυξάνοντας την ετοιμότητα αντίδρασης.
Το πλέον αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό των ροδεσιανών FAL ήταν ο χρωματισμός.
Ανακρίνοντας αιχμάλωτους αντάρτες, οι άνδρες του RLI (Rhodesian Light Infantry) έμαθαν πως η μαύρη σιλουέτα των FAL τους
καθιστούσε ευδιάκριτους στη σαβάνα. Άρχισαν να βάφουν τα τυφέκια σε τόνους παραλλαγής χρησιμοποιώντας χρώματα οχημάτων.
Ως παράπλευρη ωφέλεια, η βαφή μείωνε τη θερμοκρασία κατά την πολύωρη έκθεση στον ήλιο της σαβάνας.
Οι διαθέσιμες αποχρώσεις ήταν κιτρινωπό της άμμου, καφέ και λαδί.
Η τυχαία ανάμιξη τους χωρίς κάποιο σχέδιο, έμεινε στην αργκό ως “baby poop” (περιττώματα μωρού), λόγω της ομοιότητας με το χρωματισμό στο εσωτερικό “μεταχειρισμένης” πάνας.
Από το 1958 ως σήμερα, περισσότερες από 80 χώρες το χρησιμοποίησαν.
Υποδείγματα του έχουν βρεθεί σε κάθε γεωγραφικό πλάτος, από τη Γη του Πυρός μέχρι τον Αρκτικό κύκλο.
Δεκάδες εκδόσεις και παραλλαγές έχουν παραχθεί σε εργοστάσια από το Βέλγιο (Fabrique National) μέχρι την Αυστραλία (Lithgow).
Καμιά όμως δεν ξεπερνά σε ιστορικότητα τα “Ροδεσιανά” FAL.

Ιστορικό υπόβαθρο
Ο “Πόλεμος της Σαβάνας” εκτυλίχθηκε μεταξύ 1964 και 1979.
Η Ροδεσία, στη νοτιο-κεντρική Αφρική, διοικούνταν από την κυβέρνηση της λευκής μειονότητας υπό τον Ίαν Σμιθ.
Ενεπλάκη σε ¨εμφύλιο” με δύο κινήματα: το Zimbabwe African National Union (ZANU) και το Zimbabwe African People’s Union (ZAPU).
Παρόλο που τα ΜΜΕ το παρουσίασαν ως αγώνα χειραφέτισης του μαύρου πληθυσμού από τους λευκούς, καταπιεστές συμπατριώτες τους, η αλήθεια είναι πολυπλοκότερη.
Η Ροδεσία ήταν πλούσια σε ορυκτά και θέλησε να αποσχιστεί από τη βρετανική επιρροή.
Αυτό έφερε την μήνιν της Αγγλίας που επέβαλλε εμπάργκο και προσπάθησε να ρίξει την κυβέρνηση της χώρας.
Ταυτόχρονα ήταν και μια διαμάχη στο πλαίσιο του “Ψυχρού πολέμου”.
Σοβιετικοί, Κουβανοί και Κινέζοι υποστήριζαν μαρξιστικά κινήματα (όπως το ZAPU), με μισθοφόρους και όπλα στα πλαίσια των πολέμων “διά των αντιπροσώπων” που μαίνονταν σε Ασία και Αφρική.
Στην ουσία οι Ροδεσιανοί (λευκοί και μαύροι) πολεμούσαν ταυτόχρονα εναντίον της αποικιοκρατίας και του μαρξισμού ως “πιόνια σε μια παγκόσμια σκακιέρα”.
Έχοντας στη διάθεση τους ελάχιστα μέσα, φυλετικά μικτές μονάδες διεξήγαγαν αγώνα μικρών κλιμακίων με επιδρομές και ειδικές επιχειρήσεις.
Πολεμούσαν οργανωμένοι σε ομάδες των 5 ανδρών (4 τυφεκιοφόροι συν 1 πολυβολητής).
Εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο την ισχύ του φυσιγγίου 7,62mm προκαλούσαν πολλαπλάσιες απώλειες στους αντάρτες. Εκτελούσαν διεισδύσεις εκατοντάδων χιλιομέτρων εντός εχθρικών περιοχών, υποστηριζόμενοι από ελαφρά ελικόπτερα.

Οι «γκρίζες» διαδρομές των FAL
Πριν το εμπάργκο, ο στρατός της Ροδεσίας χρησιμοποιούσε την αγγλοσαξονική έκδοση του FAL η οποία ήταν γνωστή ως SLR C1 (Καναδάς) ή L1Α1 (Η.Β., Αυστραλία).
Διέφεραν από τα βελγικά σε κάποια απάρτια (στόχαστρα, φλογοκρύπτες, ειροφυλακτήρες) και στερούνταν ικανότητας για ριπές.
Αδυνατώντας να αγοράσει οπλισμό επισήμως, η Ροδεσία στράφηκε σε εναλλακτικές μεθόδους για να παρακάμψει τις κυρώσεις.
Χρησιμοποίησαν φαινομενικά ασύνδετους μεσάζοντες (μεταξύ τους και ένας εκλιπών Έλληνας με θητεία στη Ροδεσία και τη Νότια Αφρική).
Εκείνοι αγόραζαν τουφέκια FAL Standard και πολυβόλα MAG από το Βέλγιο (FN).
Τα όπλα εξάγονταν προς κάποια τρίτη χώρα και στη διαδρομή εκτρέπονταν προς τις αφρικανικές ακτές.
Μια άλλη πηγή ήταν η Πορτογαλία, η οποία αντιμετώπιζε στην Αγκόλα μαρξιστικά κινήματα χρηματοδοτούμενα από την Κούβα και την ΕΣΣΔ.
Οι Πορτογάλοι είχαν παραλάβει πρώην γερμανικά FAL (γνωστά ως G1) και τα προώθησαν στους Ροδεσιανούς.
Στα τελευταία χρόνια του πολέμου, ο μεγαλύτερος υποστηρικτής της Ροδεσίας ήταν η Νότια Αφρική.
Θεωρώντας τους ως “ανάχωμα”, οι Νοτιοαφρικανοί ενίσχυαν τους γείτονες τους με πληροφορίες και υλικό που περιλάμβανε τυφέκια R1 (FAL Standard βελγικού υποδείγματος, κατασκευασμένα από την Lyttleton Engineering Works στη ΝΑ).

Η “αποστείρωση”
Με την άφιξη στη Ροδεσία, τα όπλα υποβάλονταν σε κάποιες αλλαγές.
Οι αριθμοί σειράς αποξενώνονταν ή αφαιρούνταν με τη βοήθεια φρέζας.
Ειδικά σε τουφέκια κατασκευασμένα στη Νότια Αφρική αφαιρούσαν το θυρεό του εργοστασίου κατασκευής, αφήνοντας μια στρογγυλή τρύπα στη δεξιά πλευρά της υποδοχής γεμιστήρων.
Αυτό γινόταν ώστε να μη σκιαγραφείται η διαδρομή απόκτησης τους.
Νέοι αριθμοί σειράς, με πρόθεμα “RA” ή “ΖΑ” (πχ.RA15000) γράφονταν με ηλεκτροστένσιλ πάνω στον κορμό, ώστε να παρακολουθείται το απόθεμα.
Την ίδια διαδικασία εφάρμοζαν και στους γεμιστήρες, αφαιρώντας όποια διακριτικά σημάδια μαρτυρούσαν προέλευση.

Τα πρώην γερμανικά G1 δεν “αποστειρώνονταν”.
Όντας μεταχειρισμένα και είσαγμένα μέσω Πορτογαλίας, δε διέθεταν ίχνη που μαρτυρούν ανάμιξη της ροδεσιανής κυβέρνησης.
Μια σειρά από μικροτροποποιήσεις φαίνεται πως εφαρμόζονταν σε ευρεία κλίμακα.
Καθώς τα περισσότερα τουφέκια προέρχονταν από το Βέλγιο (μοντέλο FAL 50-00), διέθεταν χειρολαβή μεταφοράς και μεταλλικό δίποδα που αναδιπλωνόταν κατά μήκος του χειροφυλακτήρα.
Όταν ένας στρατιώτης τυφλώθηκε λόγω τραυματισμού με αιτία τη χειρολαβή, διατάχτηκε η κοπή τους.
Αφαιρούσαν και τους δίποδες για εξοικονόμιση βάρους.
Συχνά αφαιρούνταν και οι αορτηριούχοι από την κάνη για να μη κάνουν θόρυβο κατά την κίνηση.
Η πρακτική αυτή θεωρούσαν ότι αναγκάζει τους στρατιώτες να κρατούν το όπλο με δύο χέρια (αντί κρεμασμένο στον ώμο), αυξάνοντας την ετοιμότητα αντίδρασης.
Το πλέον αναγνωρίσιμο χαρακτηριστικό των ροδεσιανών FAL ήταν ο χρωματισμός.
Ανακρίνοντας αιχμάλωτους αντάρτες, οι άνδρες του RLI (Rhodesian Light Infantry) έμαθαν πως η μαύρη σιλουέτα των FAL τους
καθιστούσε ευδιάκριτους στη σαβάνα. Άρχισαν να βάφουν τα τυφέκια σε τόνους παραλλαγής χρησιμοποιώντας χρώματα οχημάτων.
Ως παράπλευρη ωφέλεια, η βαφή μείωνε τη θερμοκρασία κατά την πολύωρη έκθεση στον ήλιο της σαβάνας.
Οι διαθέσιμες αποχρώσεις ήταν κιτρινωπό της άμμου, καφέ και λαδί.
Η τυχαία ανάμιξη τους χωρίς κάποιο σχέδιο, έμεινε στην αργκό ως “baby poop” (περιττώματα μωρού), λόγω της ομοιότητας με το χρωματισμό στο εσωτερικό “μεταχειρισμένης” πάνας.

Σχόλια αναγνωστών