
Άρθρο του οικονομολόγου Σαράντου Λέκκα, στο BankingNews
Ήταν δεκαπενταύγουστος του 1971 όταν ο πρόεδρος Richard Nixon ανήγγειλε το τέλος του Bretton Woods και της υποχρέωσης των ΗΠΑ να ανταλλάσσουν χρυσό στη σταθερή ισοτιμία των 35 δολαρίων.
Το μεταπολεμικό σύστημα διήρκησε 27 χρόνια, διέφερε από τον κλασικό κανόνα χρυσού στο ότι οι ισοτιμίες των νομισμάτων ήταν σταθερές σε σχέση με τον χρυσό, όμως δεν υπήρχε άμεση μετατρεψιμότητα, μια ιδιότητα που είχε μόνο το αμερικανικό δολάριο.
Τα υπόλοιπα νομίσματα διατηρούσαν σταθερή ισοτιμία με το δολάριο, το οποίο τιμολογούνταν στα 35 δολάρια ανά ουγγιά.
Το 1971 μονομερώς οι ΗΠΑ αποφάσισαν να μην πειθαρχήσουν στη σταθερή σχέση με το χρυσό και πλέον να εκτυπώνουν δολάρια στη βάση των αναγκών τους.
Σχεδόν αμέσως άρχισαν οι εκτιμήσεις για το τέλος της κυριαρχίας του δολαρίου ως διεθνούς συναλλακτικού και αποθεματικού νομίσματος, όμως δεν γνώριζαν το υπόβαθρο στήριξης της πρωτοκαθεδρίας του στο διπλωματικό παρασκήνιο.
Οι ΗΠΑ ήρθαν σε συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία να γίνονται οι τιμολογήσεις και οι συναλλαγές πετρελαίου μόνο σε αμερικανικά δολάρια.
Η συμφωνία αυτή στην ουσία καθόρισε τους όρους της νέας νομισματικής τάξης και μια νέα εποχή ξεκινούσε, μια εποχή που διαρκεί αισίως 54 χρόνια.
Πλέον οι ΗΠΑ μπορούσαν να δημιουργήσουν χρήμα ανάλογα με τις ανάγκες τους, χωρίς κανένα περιορισμό και οι υπόλοιποι συναλλασσόμενοι με το αμερικανικό νόμισμα, το πλεόνασμά τους, το κατεύθυναν στην αγορά αμερικανικών ομολόγων αλλά και στοιχείων ενεργητικού αμερικανικών συμφερόντων.
Το αέναο τύπωμα δολαρίων είχε αρχίσει όπως και η έμμεση υποτίμηση του αμερικανικού νομίσματος, για το οποίο ενώ το 1971 μια ουγγιά χρυσού αντιστοιχούσε σε 35 δολάρια, σήμερα για μια ουγγιά απαιτούνται περίπου 3.400 δολάρια.
Στα 54 χρόνια που έχουν μεσολαβήσει έχουν καταγραφεί αρκετές προσπάθειες απαγκίστρωσης από αυτό το σύστημα, είτε σε επίπεδο που φέρει χαρακτηριστικά συνωμοσιολογίας όπως στις περιπτώσεις Muammar Gaddafi και Saddam Hussein, όσο και σε επίπεδο εμπορικών συναλλαγών μεταξύ κρατών όπως η Κίνα που αγοράζει ρωσικό πετρέλαιο σε γουάν με το βασικό χαρακτηριστικό ότι είναι πλήρως ανταλλάξιμο σε χρυσό, και όπως τελευταία η Ρωσία που απαιτεί ρούβλια για τα ενεργειακά προϊόντα της.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εάν μπορεί βάσιμα να αμφισβητηθεί το τρέχον νομισματικό σύστημα και εάν ναι, με ποιο τρόπο μπορεί να επιτευχθεί κάτι τέτοιο.
Εάν θεωρήσουμε ότι μόνο ο χρυσός αποτελεί την κορωνίδα της νομισματικής εμπιστοσύνης, τότε αυτοί που θα μπορούσαν να επιβάλουν μια νέα αρχιτεκτονική στο παγκόσμιο νομισματικό σύστημα είναι οι παραγωγοί χρυσού, οι οποίοι ταυτόχρονα παίζουν ισχυρότατο ρόλο στις αγοραπωλησίες ενεργειακών και διατροφικών προϊόντων.
Με βάση τα υφιστάμενα δεδομένα, οι μεγαλύτεροι παραγωγοί χρυσού είναι η Κίνα με ετήσια παραγωγή 383 τόνους, η Ρωσία με 329 τόνους, η Αυστραλία με 325 τόνους, οι ΗΠΑ με 200 τόνους, ο Καναδάς με 183 τόνους, το Περού με 143 τόνους, η Γκάνα με 143 τόνους, η Ν. Αφρική με 118 τόνους και η Βραζιλία με 107 τόνους.
Πρακτικά, η αμφισβήτηση του δολαρίου μπορεί να γίνει στη βάση της αγοράς προϊόντων σε τρίτο νόμισμα, το οποίο όμως να είναι πλήρως ανταλλάξιμο με χρυσό.
Η Κίνα, όπως προαναφέραμε, αγοράζει ενεργειακά ρωσικά προϊόντα με γουάν και όπως συνάγεται εκ του αποτελέσματος, η αύξηση των ρωσικών διαθεσίμων σε χρυσό οφείλεται ακριβώς σε αυτήν την εμπορική και νομισματική διεργασία, μιας και το γουάν στη συνέχεια μετατρέπονταν σε χρυσό.
Μετά τις εμπορικές κυρώσεις στα πλαίσια του Ουκρανικού, η Ρωσία συνέδεσε το ρούβλι με τον χρυσό χωρίς να έχει αποσαφηνισθεί εάν η σύνδεση συνιστά και μετατρεψιμότητα.
Έτσι το ρούβλι, για το χρονικό διάστημα 28 Μαρτίου έως 30 Ιουνίου 2022, έχει σταθερή τιμή έναντι του χρυσού στα 5.000 ρούβλια ανά γραμμάριο.
Με δεδομένο ότι μια ουγγιά είναι 31,103 γραμμάρια, η τιμή ανά ουγγιά φθάνει τα 155.500 ρούβλια.
Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη λόγω και της συνεχώς αυξανόμενης τιμής του χρυσού, όπως δεν είχε συνέχεια και η πρόταση Vladimir Putin από τον Αύγουστο του 2023, λίγο πριν τη σύνοδο των BRICS, για τη δημιουργία νομίσματος με βάση τον χρυσό.
Οι συναλλαγές με χρυσό, η υποχρεωτική χρησιμοποίηση του ρουβλίου για την αγορά ενεργειακών προϊόντων, όπως και η υποχρεωτική μετατροπή του 80% αρχικά και 50% σήμερα των συναλλαγματικών εσόδων των εξαγωγικών επιχειρήσεων σε ρούβλια, θεωρούνται ως οι κυριότερες δυνάμεις ενίσχυσης του ρουβλίου, συνδυαστικά πάντα με την αύξηση των επιτοκίων (σήμερα στο 21%), την προμήθεια 30% για αγορά συναλλάγματος από ιδιώτες και τους ελέγχους στην κίνηση κεφαλαίων.
Η δε αλλαγή στάσης των ΗΠΑ μετά την εκλογή Donald Trump οδήγησε το ρωσικό ρούβλι από τις αρχές του 2025 σε μια ενίσχυση έναντι του δολαρίου κατά 61,6%, δεδομένου ότι το ρωσικό νόμισμα από τα επίπεδα των 133,5 ρουβλίων ανά δολάριο που καταγράφονταν στα τέλη του 2024 έφτασε σήμερα στα επίπεδα των 82,6 ρουβλίων ανά δολάριο.
Φυσικά, η συγκυριακή ενίσχυση ενός νομίσματος, όπως και οι ευκαιριακές εμπορικές συναλλαγές σε νομίσματα εκτός περιμέτρου δολαρίου, δεν διαμορφώνουν σε καμία περίπτωση πλαίσιο άμεσης μεταβολής του υφιστάμενου νομισματικού πλαισίου.
Παρά ταύτα, επιμένουμε στον ισχυρισμό ότι η σοβαρή απειλή για το σύστημα δολαρίου μπορεί να γίνει στη βάση της αγοράς προϊόντων σε τρίτο νόμισμα, το οποίο όμως να είναι πλήρως ανταλλάξιμο με χρυσό.
Αυτό ήδη γίνεται και για πολλούς θεωρείται η αρχή του τέλους του δολαρίου. Όμως σε αυτό το σημείο θα πρέπει να δούμε και τα δεδομένα του παγκόσμιου εμπορίου, διότι ακόμη και εάν ο Nixon δεν είχε προχωρήσει μονομερώς το 1971 στην αποσύνδεση του κυρίαρχου νομίσματος από τον χρυσό, θα το είχαν πράξει ορισμένα χρόνια αργότερα οι όροι του εμπορίου.
Το παγκόσμιο ΑΕΠ το 2024 έφθασε τα 95 τρισ. δολάρια, με τις αισιόδοξες εκτιμήσεις να θέλουν εντός της φετινής χρονιάς να υπερβαίνει αυτό το όριο.
Το παγκόσμιο εμπόριο το 2024 έφθασε τα 33 τρις δολάρια έναντι 28,5 τρις δολάρια του 2021, καταγράφοντας μια αύξηση της τάξεως του 15,8%.
Τέτοια επίπεδα εμπορίου, για να εστιάσουμε μόνο στο εμπόριο και αφήνοντας έξω τον χρηματοοικονομικό και ασφαλιστικό τομέα με τα παράγωγά τους, αλλά και οι δυσκολίες εξόρυξης νέων ποσοτήτων χρυσού, οι οποίες γίνονται μεγαλύτερες στη βάση των περιβαλλοντικών δεσμεύσεων, προσδιορίζουν και τα επίπεδα κάλυψης ενός νομίσματος από τον χρυσό.
Το πρόβλημα της μετατρεψιμότητας πάντα στερούσε από τον κανόνα του χρυσού την αέναη χρησιμοποίησή του.
Το γεγονός ότι οι συναλλαγές και η εκκαθάριση των αγοραπωλησιών πετρελαίου γίνονται στην περίμετρο του δολαρίου, ειδικά όταν αναφερόμαστε στις χώρες του ΟΠΕΚ, είναι μια παράμετρος που μπορεί να κλονιστεί μόνο από συμφωνίες τρίτων νομισμάτων μετατρέψιμων σε χρυσό.
Ο συγκεκριμένος όγκος χρυσού και η αλματώδης ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου θέτουν όρια στη λειτουργικότητα του χρυσού. Γι’ αυτό και το σημερινό νομισματικό πλαίσιο, βασισμένο στο δολάριο, μπορεί να κλονιστεί από τους παραγωγούς χρυσού, όμως οι πιθανότητες άμεσης και ολικής αντικατάστασής του είναι μικρές.
Ένα νέο νομισματικό πλαίσιο μπορεί να δημιουργηθεί στη βάση μιας νομισματικής μονάδας τιμολογούμενης ως υποπολλαπλάσιο του χρυσού, είτε στη βάση της διεθνούς ετήσιας παραγωγής.
Στο παρελθόν έχουν γίνει αρκετές θεωρητικές «προσπάθειες», με πρώτη κατά τη διάρκεια της σύσκεψης του Bretton Woods όταν ο Βρετανός John Maynard Keynes πρότεινε το Bancor.
Το αρνήθηκαν οι Αμερικανοί, διότι πίστευαν ότι οι όποιες ανισορροπίες στο διεθνές εμπόριο θα αποτελούσαν πρόβλημα των χωρών με ελλείμματα, ενώ αυτές τότε είχαν πλεονάσματα και ήσαν καθαροί πιστωτές.
Το 1999 προτάθηκε από τον Καναδό νομπελίστα Robert Mundell το Intor, ενώ μελέτη του ΔΝΤ στις αρχές του αιώνα μας πρότεινε νόμισμα με βάση τα ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα – SDR του ΔΝΤ.
Τίποτα δεν προχώρησε, διότι απλά δεν υπήρχε βούληση, μιας και όλους ικανοποιεί η παραγωγή χρήματος με μια λογιστική εγγραφή και παράλληλα το αμερικανικό δολάριο έκανε – και κάνει – καλά τη δουλειά του ως αποθεματικό νόμισμα.
Όμως η αντικατάσταση του δολαρίου έχει και μια άλλη πλευρά αυτή των πιστωτών των ΗΠΑ , δηλαδή αυτών που διακρατούν μέσω ομολόγων το εξωτερικό της χρέος .
Όλοι αυτοί είναι άραγε έτοιμοι να χάσουν την επένδυση τους;
Είναι έτοιμοι να δουν τα διαχρονικά κέρδη των εμπορικών τους συναλλαγών να εξατμίζονται ως μη γενόμενα ;
H φούσκα των 54 ετών είναι τέτοιας μορφής και μεγέθους που αυτοί που χάσουν περισσότερα είναι όλοι αυτοί που χρησιμοποιούσαν –ουν το δολάριο γνωρίζοντας από την αρχή ότι η ισχύ του βασίζεται μόνο στην αέναη εκτύπωση του χωρίς κανένα κάλυμμα και χωρίς καμία εγγύηση.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών