Η μεγάλη επαναρύθμιση σε πλήρη εξέλιξη
Τα παγκόσμια γεγονότα των τελευταίων ετών – πανδημία, πληθωρισμός, ενεργειακές κρίσεις, πόλεμος – παρουσιάζονται συχνά ως μια αλληλουχία τυχαίων κρίσεων.
Ωστόσο, μια δομική ανάγνωση δείχνει ότι ίσως δεν πρόκειται απλώς για χάος, αλλά για μια ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του κοινωνικού συμβολαίου του 20ού αιώνα.
Σύμφωνα με αναλυτές, ο κόσμος μεταβαίνει από το παραγωγικό καπιταλιστικό μοντέλο, που στηριζόταν σε μια υγιή εργασιακή βάση, σε ένα νέο «τεχνο-φεουδαρχικό» σύστημα – όπως το αποκαλεί ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Ο μοχλός αυτής της μετάβασης θεωρείται πως ήταν μια στρατηγική χρηματοπιστωτικής διάσωσης, η οποία εκδηλώθηκε μέσα από ένα υγειονομικό γεγονός.
Ο καθηγητής Fabio Vighi υποστηρίζει πως στα τέλη του 2019 το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα βρέθηκε σε οριακή αστάθεια, όπως φάνηκε με την κατάρρευση της αγοράς repo στις ΗΠΑ. Τα lockdowns «πάγωσαν» την πραγματική οικονομία, επιτρέποντας στις κεντρικές τράπεζες να διοχετεύσουν τεράστια ρευστότητα για να σώσουν τον τραπεζικό-χρηματοοικονομικό τομέα. Εάν τα χρήματα αυτά εισέρχονταν σε μια λειτουργική αγορά, θα οδηγούσαν σε υπερπληθωρισμό. Έτσι, η ελίτ πραγματοποίησε μια σιωπηρή διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με κόστος τη μεσαία παραγωγική τάξη.
Γεωπολιτική επαναχάραξη: Το ευρωπαϊκό παράδειγμα
Παράλληλα, βρισκόμαστε και μπροστά σε μία γεωπολιτική αναδιάταξη.
Η πυρηνική οικονομική δομή της Γερμανίας στηριζόταν σε τρεις άξονες: φθηνό ρωσικό αέριο, εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα και αμερικανική αμυντική ομπρέλα. Μέχρι τα τέλη του 2025, και οι τρεις αυτοί πυλώνες έχουν κλονιστεί.
Ο καθηγητής Michael Hudson επισημαίνει ότι η «σαμποτάζ» των αγωγών Nord Stream αποτέλεσε αναγκαία κίνηση για τη διατήρηση της δυτικής χρηματοοικονομικής κυριαρχίας.
Αν η Γερμανία συνέχιζε να ευθυγραμμίζεται ενεργειακά με τη Ρωσία και εμπορικά με την Κίνα, θα δημιουργούσε ένα ανεξάρτητο κέντρο ισχύος εκτός δολαριακού συστήματος.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε στον αναγκαστικό προσανατολισμό της Γερμανίας στο LNG, πολύ ακριβότερο από το αέριο μέσω αγωγών, καθώς απαιτεί υγροποίηση, μεταφορά και επαναεριοποίηση.
Αποτέλεσμα: το 2025, η γερμανική βιομηχανική παραγωγή βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’90. Κολοσσοί όπως η BASF και η ThyssenKrupp μεταφέρουν δραστηριότητες στις ΗΠΑ ή στην Κίνα.
Η Γερμανία προσπαθεί να αναπροσανατολιστεί σε «πράσινες θέσεις εργασίας», υδρογόνο, ρομποτική, βιοτεχνολογία και μικροηλεκτρονική, ενώ αυξάνει δραστικά τις αμυντικές δαπάνες στα 150 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Το Λονδίνο κερδίζει μέσα στο χάος
Την ίδια στιγμή που η ευρωπαϊκή βιομηχανία πιέζεται, το Σίτι του Λονδίνου ευημερεί μέσα στην παγκόσμια αστάθεια. Ως διεθνές κέντρο ναυτασφαλίσεων και ενεργειακών συναλλαγών, κερδίζει από τις αναταράξεις.
Οι τιμές ασφάλισης κινδύνου πολέμου τριπλασιάζονται όταν απειλείται αγωγός ή θαλάσσια οδός, και το Λονδίνο εισπράττει αυτές τις «πριμοδοτήσεις κινδύνου».
Παράλληλα, έχει καταστεί αναντικατάστατος μεσάζων στην ενεργειακή μεταφορά ΗΠΑ–Ευρώπης. Ενώ το φυσικό αέριο παράγεται στις ΗΠΑ και καταναλώνεται στην Ευρώπη, ο χρηματοοικονομικός σχεδιασμός του εμπορίου διαχειρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το Λονδίνο.
Στο ICE διακινούνται ρεκόρ συμβολαίων LNG και παραγώγων, με τους μεσάζοντες να αποκομίζουν υψηλές προμήθειες όσο αυξάνεται η μεταβλητότητα.
Πάνω από το 90% της παγκόσμιας θαλάσσιας ασφάλισης διεκπεραιώνεται από Lloyd’s, που επιβάλλει «ιδιωτικό φόρο» σε κάθε φορτίο LNG που αντικαθιστά το ρωσικό αέριο. Έτσι, ενώ η Ευρώπη πληρώνει ακριβή ενέργεια, το Σίτι πλουτίζει από τη διαμεσολάβηση.
Κοινωνική πίεση και αφήγημα «μόνιμης έκτακτης ανάγκης»
Οι οικονομικές μεταβάσεις γεννούν κοινωνικές αντιδράσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, το αφήγημα της «ρωσικής απειλής» λειτουργεί ως εσωτερικός μηχανισμός διαχείρισης δυσαρέσκειας.
Η απειλή χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει αυστηρότερη αστυνόμευση, περιορισμούς στις διαμαρτυρίες και αύξηση στρατιωτικών δαπανών.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική 2025 παρουσιάζει τον στρατιωτικό εξοπλισμό ως μοχλό ανάπτυξης, δικαιολογώντας τη μεταφορά δημόσιου χρήματος σε αμυντικούς εργολάβους υψηλής τεχνολογίας. Την ίδια στιγμή, υγεία και κοινωνικές παροχές υποχωρούν.
Ο άνθρωπος ως «μη αναγκαίο κόστος»
Η μετάβαση αυτή αλλάζει και τον ρόλο του ανθρώπου στο οικονομικό σύστημα. Όταν η παραγωγική εργασία χάνει αξία λόγω αυτοματισμού και τεχνητής νοημοσύνης, η επένδυση στο κοινωνικό κράτος θεωρείται «μη αποδοτικό κόστος».
Η διάλυση του NHS στη Βρετανία μέσω συστηματικής υποχρηματοδότησης συμπίπτει με την έκρηξη της ιδιωτικής υγείας. Παράλληλα, εντείνονται οι συζητήσεις για νομιμοποίηση της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας – με κρατικές μελέτες να υπολογίζουν σημαντικές «εξοικονομήσεις» σε συντάξεις και ιατρικές δαπάνες.
Το 2025, η κυβέρνηση εκτίμησε ότι η εφαρμογή τέτοιων πολιτικών θα εξοικονομούσε πάνω από 18 εκατ. λίρες στη δεκαετία μόνο από τα συνταξιοδοτικά.
Όταν ο πληθυσμός παύει να θεωρείται παραγωγικός πόρος και μετατρέπεται σε δημοσιονομικό βάρος, το κράτος μετακινείται από τη φροντίδα στη «διαχείριση εξόδου».
Τι έρχεται μετά;
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ελίτ θα συνεχίσει να προωθεί το αφήγημα της μόνιμης κρίσης – είτε ως κλιματικής, είτε ως γεωπολιτικής – για να δικαιολογήσει νέους γύρους λιτότητας.
Παράλληλα, η καθιέρωση ψηφιακής ταυτότητας και ψηφιακών νομισμάτων κεντρικών τραπεζών αναμένεται να εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς αυξημένης επιτήρησης, όπου η πρόσβαση του πολίτη στην οικονομία μπορεί να συνδέεται με συστήματα κοινωνικής βαθμολόγησης.
www.bankingnews.gr
Ωστόσο, μια δομική ανάγνωση δείχνει ότι ίσως δεν πρόκειται απλώς για χάος, αλλά για μια ελεγχόμενη αναδιάρθρωση του κοινωνικού συμβολαίου του 20ού αιώνα.
Σύμφωνα με αναλυτές, ο κόσμος μεταβαίνει από το παραγωγικό καπιταλιστικό μοντέλο, που στηριζόταν σε μια υγιή εργασιακή βάση, σε ένα νέο «τεχνο-φεουδαρχικό» σύστημα – όπως το αποκαλεί ο Γιάνης Βαρουφάκης.
Ο μοχλός αυτής της μετάβασης θεωρείται πως ήταν μια στρατηγική χρηματοπιστωτικής διάσωσης, η οποία εκδηλώθηκε μέσα από ένα υγειονομικό γεγονός.
Ο καθηγητής Fabio Vighi υποστηρίζει πως στα τέλη του 2019 το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα βρέθηκε σε οριακή αστάθεια, όπως φάνηκε με την κατάρρευση της αγοράς repo στις ΗΠΑ. Τα lockdowns «πάγωσαν» την πραγματική οικονομία, επιτρέποντας στις κεντρικές τράπεζες να διοχετεύσουν τεράστια ρευστότητα για να σώσουν τον τραπεζικό-χρηματοοικονομικό τομέα. Εάν τα χρήματα αυτά εισέρχονταν σε μια λειτουργική αγορά, θα οδηγούσαν σε υπερπληθωρισμό. Έτσι, η ελίτ πραγματοποίησε μια σιωπηρή διάσωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, με κόστος τη μεσαία παραγωγική τάξη.
Γεωπολιτική επαναχάραξη: Το ευρωπαϊκό παράδειγμα
Παράλληλα, βρισκόμαστε και μπροστά σε μία γεωπολιτική αναδιάταξη.
Η πυρηνική οικονομική δομή της Γερμανίας στηριζόταν σε τρεις άξονες: φθηνό ρωσικό αέριο, εξαγωγές υψηλής τεχνολογίας στην Κίνα και αμερικανική αμυντική ομπρέλα. Μέχρι τα τέλη του 2025, και οι τρεις αυτοί πυλώνες έχουν κλονιστεί.
Ο καθηγητής Michael Hudson επισημαίνει ότι η «σαμποτάζ» των αγωγών Nord Stream αποτέλεσε αναγκαία κίνηση για τη διατήρηση της δυτικής χρηματοοικονομικής κυριαρχίας.
Αν η Γερμανία συνέχιζε να ευθυγραμμίζεται ενεργειακά με τη Ρωσία και εμπορικά με την Κίνα, θα δημιουργούσε ένα ανεξάρτητο κέντρο ισχύος εκτός δολαριακού συστήματος.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε στον αναγκαστικό προσανατολισμό της Γερμανίας στο LNG, πολύ ακριβότερο από το αέριο μέσω αγωγών, καθώς απαιτεί υγροποίηση, μεταφορά και επαναεριοποίηση.
Αποτέλεσμα: το 2025, η γερμανική βιομηχανική παραγωγή βρίσκεται στα χαμηλότερα επίπεδα από τη δεκαετία του ’90. Κολοσσοί όπως η BASF και η ThyssenKrupp μεταφέρουν δραστηριότητες στις ΗΠΑ ή στην Κίνα.
Η Γερμανία προσπαθεί να αναπροσανατολιστεί σε «πράσινες θέσεις εργασίας», υδρογόνο, ρομποτική, βιοτεχνολογία και μικροηλεκτρονική, ενώ αυξάνει δραστικά τις αμυντικές δαπάνες στα 150 δισ. ευρώ τον χρόνο.
Το Λονδίνο κερδίζει μέσα στο χάος
Την ίδια στιγμή που η ευρωπαϊκή βιομηχανία πιέζεται, το Σίτι του Λονδίνου ευημερεί μέσα στην παγκόσμια αστάθεια. Ως διεθνές κέντρο ναυτασφαλίσεων και ενεργειακών συναλλαγών, κερδίζει από τις αναταράξεις.
Οι τιμές ασφάλισης κινδύνου πολέμου τριπλασιάζονται όταν απειλείται αγωγός ή θαλάσσια οδός, και το Λονδίνο εισπράττει αυτές τις «πριμοδοτήσεις κινδύνου».
Παράλληλα, έχει καταστεί αναντικατάστατος μεσάζων στην ενεργειακή μεταφορά ΗΠΑ–Ευρώπης. Ενώ το φυσικό αέριο παράγεται στις ΗΠΑ και καταναλώνεται στην Ευρώπη, ο χρηματοοικονομικός σχεδιασμός του εμπορίου διαχειρίζεται σχεδόν εξ ολοκλήρου από το Λονδίνο.
Στο ICE διακινούνται ρεκόρ συμβολαίων LNG και παραγώγων, με τους μεσάζοντες να αποκομίζουν υψηλές προμήθειες όσο αυξάνεται η μεταβλητότητα.
Πάνω από το 90% της παγκόσμιας θαλάσσιας ασφάλισης διεκπεραιώνεται από Lloyd’s, που επιβάλλει «ιδιωτικό φόρο» σε κάθε φορτίο LNG που αντικαθιστά το ρωσικό αέριο. Έτσι, ενώ η Ευρώπη πληρώνει ακριβή ενέργεια, το Σίτι πλουτίζει από τη διαμεσολάβηση.
Κοινωνική πίεση και αφήγημα «μόνιμης έκτακτης ανάγκης»
Οι οικονομικές μεταβάσεις γεννούν κοινωνικές αντιδράσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, το αφήγημα της «ρωσικής απειλής» λειτουργεί ως εσωτερικός μηχανισμός διαχείρισης δυσαρέσκειας.
Η απειλή χρησιμοποιείται για να νομιμοποιήσει αυστηρότερη αστυνόμευση, περιορισμούς στις διαμαρτυρίες και αύξηση στρατιωτικών δαπανών.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η Αμυντική Βιομηχανική Στρατηγική 2025 παρουσιάζει τον στρατιωτικό εξοπλισμό ως μοχλό ανάπτυξης, δικαιολογώντας τη μεταφορά δημόσιου χρήματος σε αμυντικούς εργολάβους υψηλής τεχνολογίας. Την ίδια στιγμή, υγεία και κοινωνικές παροχές υποχωρούν.
Ο άνθρωπος ως «μη αναγκαίο κόστος»
Η μετάβαση αυτή αλλάζει και τον ρόλο του ανθρώπου στο οικονομικό σύστημα. Όταν η παραγωγική εργασία χάνει αξία λόγω αυτοματισμού και τεχνητής νοημοσύνης, η επένδυση στο κοινωνικό κράτος θεωρείται «μη αποδοτικό κόστος».
Η διάλυση του NHS στη Βρετανία μέσω συστηματικής υποχρηματοδότησης συμπίπτει με την έκρηξη της ιδιωτικής υγείας. Παράλληλα, εντείνονται οι συζητήσεις για νομιμοποίηση της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας – με κρατικές μελέτες να υπολογίζουν σημαντικές «εξοικονομήσεις» σε συντάξεις και ιατρικές δαπάνες.
Το 2025, η κυβέρνηση εκτίμησε ότι η εφαρμογή τέτοιων πολιτικών θα εξοικονομούσε πάνω από 18 εκατ. λίρες στη δεκαετία μόνο από τα συνταξιοδοτικά.
Όταν ο πληθυσμός παύει να θεωρείται παραγωγικός πόρος και μετατρέπεται σε δημοσιονομικό βάρος, το κράτος μετακινείται από τη φροντίδα στη «διαχείριση εξόδου».
Τι έρχεται μετά;
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η ελίτ θα συνεχίσει να προωθεί το αφήγημα της μόνιμης κρίσης – είτε ως κλιματικής, είτε ως γεωπολιτικής – για να δικαιολογήσει νέους γύρους λιτότητας.
Παράλληλα, η καθιέρωση ψηφιακής ταυτότητας και ψηφιακών νομισμάτων κεντρικών τραπεζών αναμένεται να εγκαθιδρύσει ένα καθεστώς αυξημένης επιτήρησης, όπου η πρόσβαση του πολίτη στην οικονομία μπορεί να συνδέεται με συστήματα κοινωνικής βαθμολόγησης.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών