Από την 1η Σεπτεμβρίου 2024, τα cryptos είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε διακανονισμούς του διεθνούς εμπορίου και συναλλαγές συναλλάγματος υπό πειραματικό νομικό καθεστώς
Η Ρωσία ξεκίνησε επίσημα τη χρήση των κρυπτονομισμάτων προκειμένου να αντιμετωπίσει το νομισματικό πρόβλημα που δημιουργείται από πλεόνασμα σε γιουάν και ρουπίες που διαθέτει καθώς έχει εκτοξευθεί το διμερές εμπόριο με αυτές τις χώρες μετά την επιβολή των δυτικών κυρώσεων.
Την ίδια ώρα, στόχος είναι να αχρηστευθούν οι δευτερογενείς κυρώσεις που πλήττουν κυρίως τα κινεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Στη Ρωσία, τα κρυπτονομίσματα θα επιτρέπεται πλέον να χρησιμοποιούνται σε διεθνείς διακανονισμούς και συναλλαγές.
Οι ρωσικές αρχές έχουν αρχίσει επίσημα να αποδέχονται κρυπτονομίσματα, επισημάνει σε δημοσίευμά του το RIA Novosti.
Από την 1η Σεπτεμβρίου 2024, τα cryptos θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε διακανονισμούς συναλλαγών του διεθνούς εμπορίου και συναλλάγματος υπό πειραματικό νομικό καθεστώς.
Οι συναλλαγές θα τίθενται υπό τον έλεγχο από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Τον Αύγουστο, ο πρόεδρος Vladimir Putin υπέγραψε νομοθετικό διάταγμα για την πλήρη νομιμοποίηση της «εξόρυξης» και κυκλοφορίας κρυπτονομισμάτων.
Επιπλέον, ξεκινώντας από το φθινόπωρο, θα είναι δυνατή η πληρωμή για εισαγόμενα αγαθά με ψηφιακό νόμισμα.
Η «εξόρυξη» κρυπτονομισμάτων θα επιτρέπεται τόσο για φυσικά όσο και για νομικά πρόσωπα από την 1η Νοεμβρίου.
Θα πρέπει να προηγηθεί εγγραφή στον σχετικό κατάλογο στο Υπουργείο Ψηφιακής Ανάπτυξης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της Ενέργειας δεν θα μπορέσουν να επωφεληθούν από αυτήν την ευκαιρία.
Η Κεντρική Τράπεζα θα εποπτεύει τη διαδικασία εξόρυξης.
Ο πρόεδρος Putin δήλωσε προηγουμένως ότι η «εξόρυξη» κρυπτονομισμάτων απαιτεί μεγάλη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, εάν αυτή η διαδικασία καταστεί ανεξέλεγκτη, τότε σε ορισμένες περιοχές της Ρωσίας θα υπάρξει έλλειψη για τις ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων, καθώς και για την παραγωγική διαδικασία
Ο οικονομικός αναλυτής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Nikolai Kulbaka, σημείωσε ότι οι φόροι για την εξόρυξη κρυπτονομισμάτων είναι πιθανόν να αρχίσουν να εισπράττονται εντός του 2024.
Ο εμπειρογνώμονας σημείωσε ότι η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων μετά τη δήλωση του Προέδρου της Ρωσίας είναι ακόμα μακριά.
Οι πιέσεις από τις δευτερογενείς κυρώσεις
Οι κινεζικές τράπεζες έχουν αρχίσει να αρνούνται πληρωμές εάν ρωσικά ονόματα αναφέρονται στα έγγραφα, δήλωσε στην Izvestia ο Alexei Poroshin, γενικός διευθυντής της JSC First Group.
Επιπλέον, τυχόν εγγραφές στα κυριλλικά μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την ακύρωση της πληρωμής.
Ο Alexei Razumovsky, εμπορικός διευθυντής της Impeia Rus, εξήγησε ότι οι κινεζικές τράπεζες φοβούνται τις επιπτώσεις από τις δευτερογενείς κυρώσεις.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι εταίροι από την Κίνα χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τη λεγόμενη πολιτική «μηδενικής εμπιστοσύνης» στις σχέσεις με τις ρωσικές επιχειρήσεις και προσπαθούν να εξαλείψουν κάθε πιθανή απειλή.
Εάν οι συναλλαγές πραγματοποιούνται μέσω ρωσικής εταιρείας, οι κινεζικές τράπεζες απορρίπτουν την πληρωμή από φόβο μήπως υποστούν κυρώσεις.
Τα χρήματα θα κρέμονται στο λογαριασμό κατά τη διάρκεια της επιταγής και σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς, το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα έχει το δικαίωμα να τα κρατήσει για 40 ημέρες και στη συνέχεια πρέπει να τα επιστρέψει στον αγοραστή» πρόσθεσε η Ekaterina Kizevich, ειδικός στις διεθνείς συναλλαγές.
Νωρίτερα αναφέρθηκε ότι οι Κινέζοι προμηθευτές άρχισαν πρόσφατα να ζητούν από τους Ρώσους να στέλνουν αγαθά μέσω τρίτων χωρών, δήλωσε ο Poroshin. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό οφείλεται σε υλικοτεχνικές δυσκολίες.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι εντεινόμενοι περιορισμοί οφείλονται στο γεγονός ότι η Δύση συνεχίζει να ασκεί πίεση στις κινεζικές αρχές και στο τραπεζικό σύστημα της χώρας, επικαλούμενη ότι βοηθά συναλλαγές που ενισχύουν το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα της ρωσίας και την εισαγωγή προϊόντων διπλής χρήσης.
Τα προβλήματα με τις πληρωμές προς την Κίνα από τις 30 Αυγούστου, έχουν επιδεινωθεί στο πλαίσιο των μέτρων που ξεκίνησαν να εφαμρμόζονται πριν από λίγους μήνες, αποκαλύπτει το Reuters.
Σύμφωνα με τον οργανισμό, οι καθυστερήσεις και το κόστος διακανονισμού αυξάνονται και ο όγκος των συναλλαγών που έχουν ανασταλεί εκτιμάται σε δεκάδες δισεκατομμύρια γιουάν.
Ο συνομιλητής του Reuters δήλωσε ότι τα κινεζικά κρατικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναστέλλουν μαζικά τις συναλλαγές από τη ρωσική πλευρά.
Μια άλλη πηγή του οργανισμού επιβεβαίωσε αυτές τις πληροφορίες, προσθέτοντας ότι ο λόγος ήταν η απειλή κυρώσεων από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden υπέγραψε διάταγμα τον Δεκέμβριο του 2023 που προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής δευτερογενών κυρώσεων κατά ξένων τραπεζών εάν βοηθούν στη διεξαγωγή συναλλαγών με πρόσωπα στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις και στην πραγματοποίηση εξαγωγών στο ρωσικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Επιπλέον, στα μέσα Ιουνίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν τον σχετικό μηχανισμό.
Ο αριθμός των ρωσικών οντοτήτων στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, η αλληλεπίδραση με τις οποίες μπορεί να αποτελέσει τη βάση για αμερικανικές δευτερεύουσες κυρώσεις, έχει αυξηθεί σημαντικά.
Το Reuters ισχυρίζεται ότι λόγω της ανάγκης δημιουργίας ενδιάμεσων συστημάτων, το κόστος επεξεργασίας συναλλαγών μεταξύ Ρωσίας και Κίνας έχει αυξηθεί από 0% στο 6%.
Το colpo grosso με τις ρουπίες
Να σημειωθεί εν προκειμένω ότι μετά την επιδείνωση των σχέσεων με τις δυτικές χώρες και τα αλλεπάλληλα κύματα κυρώσεων, η Ρωσία αναπροσανατόλισε τις εξαγωγές της και το διμερές της εμπόριο εν γένει προς Ανατολάς.
Πλέον, σημαντικό μέρος των ρωσικών ενεργειακών προϊόντων κατευθύνεται σε ασιατικές χώρες, κυρίως στην Κίνα και την Ινδία.
Λόγω των σημαντικών προμηθειών πετρελαίου, η Ρωσία αντιμετωπίζει δυσκολίες με τις ινδικές ρουπίες - και συγκεκριμένα υπάρχει υπερπροσφορά -, σύμφωνα με δημοσίευμα σε ρωσικά ΜΜΕ.
«Η Ινδία αγοράζει τεράστιες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου και το πληρώνει σε ρουπίες», σημειώνει το δημοσίευμα.
Ως αποτέλεσμα,η Ρωσία συσσώρευσε πλεονάζουσα ποσότητα ρουπιών.
Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι εξαγωγές στην Ινδία υπερβαίνουν σημαντικά τις εισαγωγές, προέκυψε ένα πρόβλημα – τι πρέπει να γίνει με το πλεόνασμα του ινδικού νομίσματος;
Απολαμβάνει περιορισμένης ζήτησης στην παγκόσμια αγορά και η Ινδία αρνείται να αγοράσει ενεργειακούς πόρους σε γιουάν.
Οι αγορές αλουμινίου και οι διεθνείς τιμές
Τα τοπικά νομίσματα όπως η ρουπία δεν έχουν ευρεία δημοτικότητα στην παγκόσμια αγορά.
Αρχικά, η Ρωσία ήλπιζε ότι οι ρουπίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο εμπόριο ή για επενδύσεις σε διάφορα έργα σε άλλες χώρες.
Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι η ρουπία έχει περιορισμένη ζήτηση σε διεθνές επίπεδο.
Πριν από λίγο καιρό, βρέθηκε μια μη τυπική λύση σε αυτό το πρόβλημα .
Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι η Ρωσία έχει αρχίσει να αγοράζει αλουμίνιο από την Ινδία.
Αυτό προκάλεσε έκπληξη, καθώς η Ρωσική Ομοσπονδία είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς αυτού του μετάλλου στον κόσμο.
Τίθεται το ερώτημα: γιατί χρειάζεται η Ρωσία αυτό το μέταλλο εφόσον το παράγει η ίδια;
Οι τιμές του αλουμινίου είναι επί του παρόντος υψηλές και για τη Ρωσία αυτή τη στιγμή είναι πολύ πιο κερδοφόρο να εξάγει το μέταλλο στο εξωτερικό παρά να το προμηθεύει στην εγχώρια αγορά.
Ως εκ τούτου, αποφασίστηκε να ξεκινήσει η αγορά ινδικού αλουμινίου, το οποίο είναι αρκετά κατάλληλο για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές.
Επιπλέον, οι πληρωμές για μέταλλο γίνονται σε ρουπίες, γεγονός που επιτρέπει να επιλυθεί το πρόβλημα του νομισματικού πλεονάσματος.
«Έτσι, βρέθηκε μια χρήση για ρουπίες, σε αντάλλαγμα για τις οποίες η Ρωσία λαμβάνει μέταλλο που έχει εξαιρετικά υψηλή ζήτηση στην παγκόσμια αγορά», επισημαίνεται.
Αυτή η κίνηση της Ρωσίας χρησιμοποιώντας ρουπίες Ινδίας έχει προκαλέσει δυσαρέσκεια στη Δύση.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήλπιζαν ότι οι διαφωνίες μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας θα οδηγούσαν σε κατάρρευση των συμφωνιών και σε επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των χωρών.
Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη.
Επιπλέον, ο Ινδός πρωθυπουργός Narendra Modi επισκέφθηκε πρόσφατα προσωπικά τη Μόσχα για να συναντηθεί με τον Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin.
Επιπλέον, η κατάσταση με το αλουμίνιο προκαλεί εκνευρισμό και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι τιμές των μετάλλων έχουν καταγράψει σημαντική άνοδο, δημιουργώντας δυσκολίες στους Αμερικανούς κατασκευαστές παρότι η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει έλλειψη αυτού του πόρου και μπορεί να κάνει εκτεταμένες επενδύσεις σε μεγάλα έργα υποδομών καθώς έχει επάρκεια και σε άλλα μέταλλα όπως ο χάλυβας.
www.bankingnews.gr
Την ίδια ώρα, στόχος είναι να αχρηστευθούν οι δευτερογενείς κυρώσεις που πλήττουν κυρίως τα κινεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Στη Ρωσία, τα κρυπτονομίσματα θα επιτρέπεται πλέον να χρησιμοποιούνται σε διεθνείς διακανονισμούς και συναλλαγές.
Οι ρωσικές αρχές έχουν αρχίσει επίσημα να αποδέχονται κρυπτονομίσματα, επισημάνει σε δημοσίευμά του το RIA Novosti.
Από την 1η Σεπτεμβρίου 2024, τα cryptos θα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν σε διακανονισμούς συναλλαγών του διεθνούς εμπορίου και συναλλάγματος υπό πειραματικό νομικό καθεστώς.
Οι συναλλαγές θα τίθενται υπό τον έλεγχο από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Τον Αύγουστο, ο πρόεδρος Vladimir Putin υπέγραψε νομοθετικό διάταγμα για την πλήρη νομιμοποίηση της «εξόρυξης» και κυκλοφορίας κρυπτονομισμάτων.
Επιπλέον, ξεκινώντας από το φθινόπωρο, θα είναι δυνατή η πληρωμή για εισαγόμενα αγαθά με ψηφιακό νόμισμα.
Η «εξόρυξη» κρυπτονομισμάτων θα επιτρέπεται τόσο για φυσικά όσο και για νομικά πρόσωπα από την 1η Νοεμβρίου.
Θα πρέπει να προηγηθεί εγγραφή στον σχετικό κατάλογο στο Υπουργείο Ψηφιακής Ανάπτυξης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της Ενέργειας δεν θα μπορέσουν να επωφεληθούν από αυτήν την ευκαιρία.
Η Κεντρική Τράπεζα θα εποπτεύει τη διαδικασία εξόρυξης.
Ο πρόεδρος Putin δήλωσε προηγουμένως ότι η «εξόρυξη» κρυπτονομισμάτων απαιτεί μεγάλη ποσότητα ηλεκτρικής ενέργειας.
Σύμφωνα με τον ίδιο, εάν αυτή η διαδικασία καταστεί ανεξέλεγκτη, τότε σε ορισμένες περιοχές της Ρωσίας θα υπάρξει έλλειψη για τις ανάγκες των πολιτών και των επιχειρήσεων, καθώς και για την παραγωγική διαδικασία
Ο οικονομικός αναλυτής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Nikolai Kulbaka, σημείωσε ότι οι φόροι για την εξόρυξη κρυπτονομισμάτων είναι πιθανόν να αρχίσουν να εισπράττονται εντός του 2024.
Ο εμπειρογνώμονας σημείωσε ότι η εφαρμογή συγκεκριμένων μέτρων μετά τη δήλωση του Προέδρου της Ρωσίας είναι ακόμα μακριά.
Οι πιέσεις από τις δευτερογενείς κυρώσεις
Οι κινεζικές τράπεζες έχουν αρχίσει να αρνούνται πληρωμές εάν ρωσικά ονόματα αναφέρονται στα έγγραφα, δήλωσε στην Izvestia ο Alexei Poroshin, γενικός διευθυντής της JSC First Group.
Επιπλέον, τυχόν εγγραφές στα κυριλλικά μπορούν να αποτελέσουν τη βάση για την ακύρωση της πληρωμής.
Ο Alexei Razumovsky, εμπορικός διευθυντής της Impeia Rus, εξήγησε ότι οι κινεζικές τράπεζες φοβούνται τις επιπτώσεις από τις δευτερογενείς κυρώσεις.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι εταίροι από την Κίνα χρησιμοποιούν όλο και περισσότερο τη λεγόμενη πολιτική «μηδενικής εμπιστοσύνης» στις σχέσεις με τις ρωσικές επιχειρήσεις και προσπαθούν να εξαλείψουν κάθε πιθανή απειλή.
Εάν οι συναλλαγές πραγματοποιούνται μέσω ρωσικής εταιρείας, οι κινεζικές τράπεζες απορρίπτουν την πληρωμή από φόβο μήπως υποστούν κυρώσεις.
Τα χρήματα θα κρέμονται στο λογαριασμό κατά τη διάρκεια της επιταγής και σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς, το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα έχει το δικαίωμα να τα κρατήσει για 40 ημέρες και στη συνέχεια πρέπει να τα επιστρέψει στον αγοραστή» πρόσθεσε η Ekaterina Kizevich, ειδικός στις διεθνείς συναλλαγές.
Νωρίτερα αναφέρθηκε ότι οι Κινέζοι προμηθευτές άρχισαν πρόσφατα να ζητούν από τους Ρώσους να στέλνουν αγαθά μέσω τρίτων χωρών, δήλωσε ο Poroshin. Σύμφωνα με τον ίδιο, αυτό οφείλεται σε υλικοτεχνικές δυσκολίες.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, οι εντεινόμενοι περιορισμοί οφείλονται στο γεγονός ότι η Δύση συνεχίζει να ασκεί πίεση στις κινεζικές αρχές και στο τραπεζικό σύστημα της χώρας, επικαλούμενη ότι βοηθά συναλλαγές που ενισχύουν το στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα της ρωσίας και την εισαγωγή προϊόντων διπλής χρήσης.
Τα προβλήματα με τις πληρωμές προς την Κίνα από τις 30 Αυγούστου, έχουν επιδεινωθεί στο πλαίσιο των μέτρων που ξεκίνησαν να εφαμρμόζονται πριν από λίγους μήνες, αποκαλύπτει το Reuters.
Σύμφωνα με τον οργανισμό, οι καθυστερήσεις και το κόστος διακανονισμού αυξάνονται και ο όγκος των συναλλαγών που έχουν ανασταλεί εκτιμάται σε δεκάδες δισεκατομμύρια γιουάν.
Ο συνομιλητής του Reuters δήλωσε ότι τα κινεζικά κρατικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αναστέλλουν μαζικά τις συναλλαγές από τη ρωσική πλευρά.
Μια άλλη πηγή του οργανισμού επιβεβαίωσε αυτές τις πληροφορίες, προσθέτοντας ότι ο λόγος ήταν η απειλή κυρώσεων από το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Joe Biden υπέγραψε διάταγμα τον Δεκέμβριο του 2023 που προβλέπει τη δυνατότητα επιβολής δευτερογενών κυρώσεων κατά ξένων τραπεζών εάν βοηθούν στη διεξαγωγή συναλλαγών με πρόσωπα στα οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις και στην πραγματοποίηση εξαγωγών στο ρωσικό στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Επιπλέον, στα μέσα Ιουνίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέκτειναν τον σχετικό μηχανισμό.
Ο αριθμός των ρωσικών οντοτήτων στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, η αλληλεπίδραση με τις οποίες μπορεί να αποτελέσει τη βάση για αμερικανικές δευτερεύουσες κυρώσεις, έχει αυξηθεί σημαντικά.
Το Reuters ισχυρίζεται ότι λόγω της ανάγκης δημιουργίας ενδιάμεσων συστημάτων, το κόστος επεξεργασίας συναλλαγών μεταξύ Ρωσίας και Κίνας έχει αυξηθεί από 0% στο 6%.
Το colpo grosso με τις ρουπίες
Να σημειωθεί εν προκειμένω ότι μετά την επιδείνωση των σχέσεων με τις δυτικές χώρες και τα αλλεπάλληλα κύματα κυρώσεων, η Ρωσία αναπροσανατόλισε τις εξαγωγές της και το διμερές της εμπόριο εν γένει προς Ανατολάς.
Πλέον, σημαντικό μέρος των ρωσικών ενεργειακών προϊόντων κατευθύνεται σε ασιατικές χώρες, κυρίως στην Κίνα και την Ινδία.
Λόγω των σημαντικών προμηθειών πετρελαίου, η Ρωσία αντιμετωπίζει δυσκολίες με τις ινδικές ρουπίες - και συγκεκριμένα υπάρχει υπερπροσφορά -, σύμφωνα με δημοσίευμα σε ρωσικά ΜΜΕ.
«Η Ινδία αγοράζει τεράστιες ποσότητες ρωσικού πετρελαίου και το πληρώνει σε ρουπίες», σημειώνει το δημοσίευμα.
Ως αποτέλεσμα,η Ρωσία συσσώρευσε πλεονάζουσα ποσότητα ρουπιών.
Λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι οι εξαγωγές στην Ινδία υπερβαίνουν σημαντικά τις εισαγωγές, προέκυψε ένα πρόβλημα – τι πρέπει να γίνει με το πλεόνασμα του ινδικού νομίσματος;
Απολαμβάνει περιορισμένης ζήτησης στην παγκόσμια αγορά και η Ινδία αρνείται να αγοράσει ενεργειακούς πόρους σε γιουάν.
Οι αγορές αλουμινίου και οι διεθνείς τιμές
Τα τοπικά νομίσματα όπως η ρουπία δεν έχουν ευρεία δημοτικότητα στην παγκόσμια αγορά.
Αρχικά, η Ρωσία ήλπιζε ότι οι ρουπίες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν στο εμπόριο ή για επενδύσεις σε διάφορα έργα σε άλλες χώρες.
Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι η ρουπία έχει περιορισμένη ζήτηση σε διεθνές επίπεδο.
Πριν από λίγο καιρό, βρέθηκε μια μη τυπική λύση σε αυτό το πρόβλημα .
Πρόσφατα έγινε γνωστό ότι η Ρωσία έχει αρχίσει να αγοράζει αλουμίνιο από την Ινδία.
Αυτό προκάλεσε έκπληξη, καθώς η Ρωσική Ομοσπονδία είναι ένας από τους μεγαλύτερους παραγωγούς και εξαγωγείς αυτού του μετάλλου στον κόσμο.
Τίθεται το ερώτημα: γιατί χρειάζεται η Ρωσία αυτό το μέταλλο εφόσον το παράγει η ίδια;
Οι τιμές του αλουμινίου είναι επί του παρόντος υψηλές και για τη Ρωσία αυτή τη στιγμή είναι πολύ πιο κερδοφόρο να εξάγει το μέταλλο στο εξωτερικό παρά να το προμηθεύει στην εγχώρια αγορά.
Ως εκ τούτου, αποφασίστηκε να ξεκινήσει η αγορά ινδικού αλουμινίου, το οποίο είναι αρκετά κατάλληλο για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης επισημαίνουν οικονομικοί αναλυτές.
Επιπλέον, οι πληρωμές για μέταλλο γίνονται σε ρουπίες, γεγονός που επιτρέπει να επιλυθεί το πρόβλημα του νομισματικού πλεονάσματος.
«Έτσι, βρέθηκε μια χρήση για ρουπίες, σε αντάλλαγμα για τις οποίες η Ρωσία λαμβάνει μέταλλο που έχει εξαιρετικά υψηλή ζήτηση στην παγκόσμια αγορά», επισημαίνεται.
Αυτή η κίνηση της Ρωσίας χρησιμοποιώντας ρουπίες Ινδίας έχει προκαλέσει δυσαρέσκεια στη Δύση.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους ήλπιζαν ότι οι διαφωνίες μεταξύ Ρωσίας και Ινδίας θα οδηγούσαν σε κατάρρευση των συμφωνιών και σε επιδείνωση των σχέσεων μεταξύ των χωρών.
Ωστόσο, αυτό δεν συνέβη.
Επιπλέον, ο Ινδός πρωθυπουργός Narendra Modi επισκέφθηκε πρόσφατα προσωπικά τη Μόσχα για να συναντηθεί με τον Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin.
Επιπλέον, η κατάσταση με το αλουμίνιο προκαλεί εκνευρισμό και στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι τιμές των μετάλλων έχουν καταγράψει σημαντική άνοδο, δημιουργώντας δυσκολίες στους Αμερικανούς κατασκευαστές παρότι η Ρωσία δεν αντιμετωπίζει έλλειψη αυτού του πόρου και μπορεί να κάνει εκτεταμένες επενδύσεις σε μεγάλα έργα υποδομών καθώς έχει επάρκεια και σε άλλα μέταλλα όπως ο χάλυβας.
www.bankingnews.gr
Σχόλια αναγνωστών