Τελευταία Νέα
Διεθνή

Wharton: Κίνδυνος - θάνατος για τις αγορές το αμερικανικό χρέος - Ξεπέρασε τα 34 τρισ. και θα... σπάσει τα πάντα

Wharton: Κίνδυνος - θάνατος για τις αγορές το αμερικανικό χρέος - Ξεπέρασε τα 34 τρισ. και θα... σπάσει τα πάντα
Ασφυξία από την πανούκλα χρέους…
Αυστηρή προειδοποίηση για την αύξηση του αμερικανικού απηύθυνε προς τους καθ’ ύλη αρμοδίους ο φημισμένος καθηγητής του Business School Wharton, Joao Gomes.
Όπως είπε, το Κογκρέσο πρέπει να δράσει ταχέως για την επιβράδυνση του ανησυχητικού ρυθμού αύξησης του δημοσίου χρέους, το οποίο, αν δεν υπάρξει η κατάλληλη δημοσιονομική προσαρμογή, θα επηρεάσει αρνητικά τις αγορές.
«Πρέπει να παραδειγματιστούμε από την οικονομική κρίση του Ηνωμένου Βασιλείου το 2022, όταν μια πρόταση προϋπολογισμού με βαριά επεκτατική δημοσιονομική προοπτική προκάλεσε έκρηξη στις αποδόσεις των ομολόγων και στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων στα ύψη, ενώ βύθισε τη λίρα σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.
Αυτή είναι μια δυστοπική κατάσταση που σίγουρα θα μπορούσε να μας χτυπήσει τον επόμενο χρόνο.
Χαράσσουμε μια δημοσιονομική πορεία βάσει της οποίας οι αγορές απλώς αφυπνίζονται και λένε δεν είναι βιώσιμη» σημείωσε.
Στο μεταξύ, οι Aμερικανοί επενδυτές έχουν πάρει ήδη γεύση για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει αυτό, όταν τον Νοέμβριο του 2023 οι τιμές των κρατικών ομολόγων κατέρρευσαν με αποτέλεσμα αποδόσεις σε επίπεδα άνω 5%.
Το αυξανόμενο χρέος των ΗΠΑ και η υπερπροσφορά ομολόγων του Δημοσίου ήταν μεταξύ των παραγόντων που αναφέρθηκαν.
Σήμερα, το φορτίο χρέους της Ουάσιγκτον ανέρχεται πλέον στα 34 τρισεκατομμύρια δολάρια, ένα ιστορικό υψηλό που τροφοδοτείται από τις τεράστιες δαπάνες και το ταχέως αυξανόμενο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Bank of America, οι ΗΠΑ προσθέτουν 1 τρισεκατομμύριο δολάρια στο χρέος τους κάθε 100 ημέρες.
Σε μια εποχή υψηλότερων επιτοκίων, ο πραγματικός κίνδυνος να υπάρξει μια οξεία κρίση χρέους στις ΗΠΑ.
Πέρυσι, ένα μοντέλο προϋπολογισμού του Penn Wharton καθόρισε ότι η χώρα έχει στη διάθεσή της 20 χρόνια για να αντιμετωπίσει αυτό το ζήτημα, μετά τα οποία δεν θα βοηθήσουν καμία αύξηση φόρων ή περικοπές δαπανών.
Για αυτό τον λόγο, ο Gomes αναμένει ότι οι φορολογικές περικοπές του 2017 θα αποτελέσουν σημαντικό σημείο διαμάχης το επόμενο έτος, δεδομένου ότι αυτό το πρόγραμμα πρόκειται να λήξει τον επόμενο χρόνο - εκτός εάν το Κογκρέσο επιλέξει να το παρατείνει.
Η μεταρρύθμιση εισήχθη υπό την κυβέρνηση Trump, η οποία χαλάρωσε τα φορολογικά βάρη για τις εταιρείες.
«Πιστεύω ότι θα έχουμε μια σοβαρή συζήτηση του χρόνου σχετικά με τις φορολογικές περικοπές και αν θα τις παρατείνουμε ή όχι», είπε.
«Και νομίζω ότι απλά δεν μπορούμε να τις αντέξουμε οικονομικά» Gomes.
Σε κάθε περίπτωση, η μοίρα αυτού του προγράμματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ποιος θα αναλάβει τον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριο.
Μέχρι στιγμής, κανένας από τους δύο υποψήφιους δεν έχει αποκαλύψει συγκεκριμένα σχέδια για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού ζητήματος.
Βέβαια, άλλοι έχουν προειδοποιήσει ότι μια λύση δεν έγκειται μόνο στους φόρους. Ενώ θα έπρεπε πιθανότατα να αυξηθούν σε όλο το φάσμα του εισοδήματος, τόσο οι Δημοκρατικοί όσο και οι Ρεπουμπλικάνοι πρέπει να είναι πρόθυμοι να μειώσουν τα προγράμματα δαπανών, είπε η Maya MacGuineas στο Business Insider πέρυσι.
«Υπάρχουν πολλά λογικά σχέδια εκεί έξω», είπε τότε ο πρόεδρος του Responsible Federal Budget.
«Δεν έχουμε πολιτική βούληση».
Ο Gomes δεν είναι ο μόνος που ξεκαθαρίζει το μέγεθος του δανεισμού των ΗΠΑ. Γίγαντες της Wall Street, όπως ο Jamie Dimon και ο Ken Griffin, έχουν επίσης προειδοποιήσει για μια επερχόμενη κρίση.

Griffin: Ασφυξία από την πανούκλα χρέους

Δριμύτατη κριτική στην κυβέρνηση Biden άσκησε ο επικεφαλής μίας από τις μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές εταιρείες στον κόσμο, ο Ken Griffin, ιδρυτής της Citadel, προειδοποιώντας ότι οι μελλοντικές γενιές θα αναγκαστούν να φορτωθούν έναν πρωτόγνωρο άχθος.
Στην επιστολή προς τους μετόχους, ο επενδυτής, αξίας περίπου 38 δισεκατομμυρίων δολαρίων, δήλωσε ότι το 2024 είναι πιθανό να είναι μια δύσκολη οικονομική χρονιά, με πολύ χαμηλή ανάπτυξη.
Ωστόσο, αυτή η επιβράδυνση της ανάπτυξης θα επιδεινώσει το πρόβλημα για το οποίο ο Griffin και μια σειρά μεγάλους CEOs ανησυχούν όλο και περισσότερο: το εθνικό χρέος.
Φυσικά, οι ειδικοί ανησυχούν ιδιαίτερα για τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ.
Επί του παρόντος, ανέρχεται σε περίπου 99% - αλλά πρόσφατη έκθεση από το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO) έδειξε πως αυτό το ποσοστό θα φτάσει στο 166% έως το 2054.
Με άλλα λόγια, η οικονομία των ΗΠΑ δεν θα δημιουργήσει αρκετή ανάπτυξη για την εξυπηρέτηση του υπάρχοντος χρέους, αλλά και για τη λήψη περισσότερων δανείων που απαιτούνται για τις δημοσιονομικές πολιτικές στο μέλλον.
Όπως το έθεσε ο Griffin στην επιστολή του προς τους επενδυτές, που κυκλοφόρησε τη Δευτέρα:
«Όπως έχουμε προειδοποιήσει τον περασμένο χρόνο, το αυξανόμενο δημόσιο χρέος των ΗΠΑ είναι ένα ζήτημα που δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Είναι ανεύθυνο για την κυβέρνηση των ΗΠΑ να έχει έλλειμμα 6,4% όταν η ανεργία κυμαίνεται γύρω στο 3,75%.
Πρέπει να σταματήσουμε να δανειζόμαστε σε βάρος των μελλοντικών γενεών.
Βέβαια, είναι σχεδόν αδύνατο για τους ειδικούς να προβλέψουν πότε αυτές οι
μελλοντικές γενιές θα αρχίσουν να αισθάνονται το βάρος της πιθανής κρίσης.
Εν τω μεταξύ, ο Jamie Dimon λέει ότι η κρίση είναι περίπου «10 χρόνια έξω»: «Αν δείτε το χρέος προς το ΑΕΠ, εύκολα μπορείτε να καταλάβετε ότι θα φτάσει στο 130% μέχρι το 2035.
Αυτό το μπαστούνι χόκεϊ δεν ξεκινά ακόμα, αλλά όταν ξεκινήσει, θα υπάρξει μια εξέγερση στις αγορές όλου του κόσμου…».
Από την άλλη, τα «βάρη» του Griffin που θα κληθούν να πληρώσουν οι νεότερες γενιές είναι πιθανό να είναι ένα τέλος στεγαστικών επιτοκίων 7% «ή υψηλότερο», όπως πιστεύει ο καθηγητής Gomez, καθώς και να αυξηθούν οι φόροι και οι περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες.
Πάντως, η ικανότητα της Αμερικής να πληρώσει τα χρέη της προκαλεί παγκόσμια ανησυχία που κατέχουν ένα κομμάτι 7,6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τα κεφάλαια.
Τα κράτη που έχουν μεγαλύτερη έκθεση είναι η Ιαπωνία, η οποία κατείχε 1,1 τρισεκατομμύρια δολάρια τον Νοέμβριο του 2023, η Κίνα (782 δισεκατομμύρια δολάρια), το Ηνωμένο Βασίλειο (716 δισεκατομμύρια δολάρια), το Λουξεμβούργο (371 δισεκατομμύρια δολάρια) και ο Καναδάς (321 δισεκατομμύρια δολάρια).

www.bankingnews.gr

Ρoή Ειδήσεων

Σχόλια αναγνωστών

Δείτε επίσης